Μια πληροφορία ότι ένα από τα μέλη της «συμμορίας των χρηματοκιβωτίων» θα αρραβωνιαστεί στο Μενίδι στις 4 Μαΐου 2017 έκανε τους αξιωματικούς της Ασφάλειας αρκετό καιρό πριν να πιστέψουν ότι έχουν βρει την κατάλληλη ευκαιρία να στήσουν την επιχείρηση εξάρθρωσης της εγκληματικής οργάνωσης.
Oπερ και εγένετο. Οι αστυνομικοί αναγκαστικά… χάλασαν τον αρραβώνα σε κατάστημα της λεωφόρου Καραμανλή και πέρασαν χειροπέδες σε οχτώ άτομα, ενώ λίγο αργότερα συνέλαβαν ακόμα εφτά. Το θετικό για τους άνδρες της Ασφάλειας ήταν ότι οι θαμώνες ήταν άοπλοι. Οι άνδρες της Ασφάλειας γνώριζαν ότι τα μέλη της συμμορίας ήταν πολύ δεμένα μεταξύ τους, σαν οικογένεια, οπότε γνώριζαν ότι θα παραστούν στον αρραβώνα του φίλου τους. Eνας από τους ταυτοποιημένους δράστες απουσίαζε, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, από τον αρραβώνα, διότι μετέβη στη Ρωσία για να παραστεί στη κηδεία συγγενικού του προσώπου.
Σχεδόν στο σύνολό τους οι συλληφθέντες είχαν ποινικό παρελθόν και μάλιστα σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις, τον περασμένο Ιανουάριο και Μάρτιο, κάποια από αυτούς είχαν πυροβολήσει κατά αστυνομικών που προσπάθησαν να τους καταδιώξουν. Το εντυπωσιακό είναι ότι έπαιρναν τέτοια μέτρα προφύλαξης που καθιστούσαν δύσκολη την ταυτοποίησή τους, ενώ δεν βρέθηκαν τα όπλα που χρησιμοποιούσαν και το μεγαλύτερο μέρος της λείας τους. Μιλούσαν με «πακιστανικά» κινητά τηλέφωνα (δηλωμένα σε ανύπαρκτα πρόσωπα), φορούσαν πάντα κουκούλες (συνεπώς αχρήστευαν το υλικό από τις κάμερες ασφαλείας), έκαιγαν τα οχήματα διαφυγής και άλλαζαν διαρκώς τη σύνθεση των ομάδων τους. Τα παραπάνω στοιχεία συνετέλεσαν στο να μην μπορεί να σκιαγραφηθεί εύκολα το προφίλ τους και ο τρόπος δράσης τους.
Κάποια από τα μέλη της οργάνωσης είχαν πιο έντονη δραστηριότητα στο Μενίδι και κάποια στον Ασπρόπυργο. Η ομάδα του Ασπροπύργου φαίνεται ότι δεν δίστασε να συνεχίσει τη δράση της ακόμα και μετά το θανάσιμο τραυματισμό μέλους της. Στις 28 Ιανουαρίου 2017 ένας από τους ληστές πυροβολήθηκε από φύλακα εργοστασίου παρασκευής τσιμέντου στα Ανω Λιόσια. Οι δράστες, οι οποίοι επιχείρησαν να ξηλώσουν το χρηματοκιβώτιο της εταιρίας, είχαν διαφύγει τότε με κλεμμένο αυτοκίνητο που βρέθηκε καμένο στον Ασπρόπυργο. Αρχικά είχαν πάρει μαζί τους τον τραυματία συνεργό τους, αλλά όταν κατάλαβαν ότι είναι σε σοβαρή κατάσταση, τον παρέδωσαν σε μια γυναίκα, η οποία τον μετέφερε στο νοσοκομείο. Στις 12 Ιανουαρίου 2017 ο ληστής απεβίωσε στο Αττικό Νοσοκομείο, αλλά οι συνεργοί του απ’ ό,τι φαίνεται συνέχισαν τις επιθέσεις.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει, επίσης, ότι ένας από τους συλληφθέντες είχε πέσει στα χέρια της Αστυνομίας στις 9 Ιανουαρίου 2008 μαζί με ακόμα τέσσερα άτομα για επεισόδια και πλιάτσικο, κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης διαμαρτυρίας για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.
Συνολικά εξιχνιάστηκαν 145 επιθέσεις (58 ληστείες σε εταιρίες και οικίες, τέσσερις απόπειρες ληστειών, 52 διαρρήξεις εταιριών, έξι απόπειρες διαρρήξεων, 24 κλοπές οχημάτων και 27 εμπρησμοί). Ανάμεσα στα χτυπήματά τους δεν περιλαμβάνεται η εισβολή του περασμένου Δεκεμβρίου στις κεντρικές εγκαταστάσεις τις εταιρίας «Υφαντής», στην Κηφισιά, όπου οι δράστες δεν είχαν διστάσει να πυροβολήσουν με καλάσνικοφ μέλη της επιχειρηματικής οικογένειας. Πληροφορίες αναφέρουν ότι σε εκείνη την περίπτωση είχε δράσει άλλη συμμορία. Θα εξεταστεί, ωστόσο, το κατά πόσο μπορεί κάποιος από τους «ληστές των χρηματοκιβωτίων» να είχε συνεργαστεί μαζί της. Μέχρι στιγμής, πάντως, δεν έχει προκύψει εργαστηριακά κάτι τέτοιο.
Στο μεταξύ, στη δικογραφία της υπόθεσης αναφέρεται ότι σε αρκετές περιπτώσεις αστυνομικοί «παρακολουθούσαν διακριτικά» τους δράστες. Το ερώτημα είναι γιατί δεν επενέβαιναν. Μια απάντηση που δίνουν αρμόδιοι αξιωματικοί είναι ότι η Ασφάλεια ήθελε να συλλάβει όλα τα μέλη της συμμορίας και όχι να γίνει επιχείρηση για λίγα και στη συνέχεια να διαφύγουν τα υπόλοιπα.
Στην ερώτηση αν θα υπάρξουν στο μέλλον νέες επιθέσεις ληστών που ξηλώνουν χρηματοκιβώτια, αρμόδιες πηγές της ΓΑΔΑ απαντούσαν ότι υπάρχουν και άλλες συμμορίες στην Αττική που δρουν με τον ίδιο τρόπο, συνεπώς κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Συγκεκριμένα, υπάρχουν πληροφορίες για δράση τουλάχιστον ακόμα δύο τέτοιων συμμοριών με μικρότερη βέβαια εμβέλεια από αυτήν που εξαρθρώθηκε.
10.000.000 ευρώ η λεία
Οπως ανακοίνωσε χθες στη ΓΑΔΑ ο διοικητής Ασφαλείας Αττικής, κ. Χρήστος Παπαζαφείρης, το οικονομικό όφελος που είχαν αποκομίσει τα μέλη της οργάνωσης εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 10.000.000 ευρώ.
Οι περιβόητοι ληστές είχαν σχεδόν πάντα μαζί τους ασυρμάτους για να ακούν τα σήματα του επιχειρησιακού κέντρου της ΓΑΔΑ και να αποφεύγουν τυχόν απρόοπτες «συναντήσεις» με αστυνομικούς. Μάλιστα, μετασκεύαζαν τους ασυρμάτους, τοποθετώντας καλύτερες κεραίες για να έχουν μεγαλύτερη εμβέλεια σήματος. Σε κάποιες επιθέσεις τους είχαν μαζί τους καρφιά για να εμποδίσουν τυχόν καταδίωξη από οχήματα της ΕΛ.ΑΣ. Στην περίπτωση της ληστείας που έγινε την 1η Μαΐου 2017 σε σταθμό διοδίων της Αττικής οδού στο Μενίδι οι δράστες ακολούθησαν αυτή την τακτική, καθώς βρέθηκαν στο οδόστρωμα καρφιά.
Ορμητήριό τους θεωρείται από την Αστυνομία το στρατόπεδο Καποτά, όπου συγκεντρώνονταν πριν και μετά από κάθε ενέργειά τους. Εκεί υπήρχαν κοντέινερ που χρησιμοποιούσαν ως «καβάτζες», αφού εκεί έκρυβαν μέσα διαρρηκτικά εργαλεία και κλοπιμαία. Στην επιχείρηση της περασμένης Πέμπτης κλιμάκιο αστυνομικών συνέλαβε στο συγκεκριμένο σημείο έναν από τους κατηγορουμένους, με περιπετειώδη τρόπο. Στη θέα των αστυνομικών ο ληστής άρχισε να τρέχει και όταν τον πλησίασαν άρχισε να τους χτυπάει με δύναμη με τα χέρια του.
Από την πλευρά του ο δικηγόρος ορισμένων εκ των κατηγορουμένων, κ. Γιώργος Πατρινός, δηλώνει στον «Ε.Τ.» ότι «η πίεση της Αστυνομίας για αποτελέσματα οδήγησε σε συλλήψεις αθώων ανθρώπων. Να τονίσουμε ότι έχει βρεθεί DNA μόνο για τον έναν από τους 15 συλληφθέντες, ότι στη δικογραφία δεν γίνεται λόγος για αρχηγικά μέλη αλλά μόνο για μέλη με ενεργό ρόλο, ενώ δεν υπάρχουν για κανέναν δακτυλικά αποτυπώματα».
Οι έρευνες, πάντως, δεν έχουν ακόμα τελειώσει, καθώς δεν έχουν ολοκληρωθεί από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της ΕΛ.ΑΣ. όλες οι εργαστηριακές εξετάσεις των DNA που βρέθηκαν στα σημεία των επιθέσεων. Ετσι, δεν αποκλείεται να υπάρξουν και άλλες ταυτοποιήσεις δραστών, από τους οποίους έγινε λήψη γενετικού υλικού. Επίσης, έχει ασκηθεί δίωξη για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, χωρίς, ωστόσο, να προσωποποιηθεί.