Ποιό είναι, όμως, το ψυχολογικό προφίλ των κατά συρροή δολοφόνων; Τι τους οδηγεί σε κατ’ εξακολούθηση δολοφονίες;
“Αρχικά, οι κατ’ εξακολούθηση δολοφονίες θεωρούνται προμελετημένες, περιλαμβάνοντας φαντασιώσεις σχετικά με το αδίκημα και λεπτομερή σχεδιασμό.
Όταν ο χρόνος είναι κατάλληλος και ο δράστης – δολοφόνος έχει ηρεμήσει συναισθηματικά από την προηγούμενη ανθρωποκτονία, επιλέγει το επόμενο θύμα του και προχωρεί στην εκτέλεση του σχεδίου του”, θα πει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Χρήστος Παπαζαφείρης, διοικητής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής και εκ των εμπειροτέρων ανώτατων αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας.
“Χαρακτηριστικοί δράστες αυτού του είδους”, αναφέρει, “είναι ο «δράκος του Σέιχ- Σου», ο H. L. Lucas στις ΗΠΑ, ο οποίος κατέθεσε ότι σκότωσε 350 ανθρώπους κατά την περίοδο 1975 – 1983 και το ζευγάρι των F. και R. West στο Hνωμένο Bασίλειο, το οποίο σε διάστημα 18 χρόνων κακοποίησε σεξουαλικά και σκότωσε 27 κοπέλες, συμπεριλαμβανόμενης και της μεγαλύτερης κόρης τους.
Ποιό είναι, όμως, το ψυχολογικό προφίλ των συγκεκριμένων δολοφόνων και κυρίως τι είναι αυτό που τους ωθεί στη διάπραξη επαναλαμβανόμενων και αποτρόπαιων εγκλημάτων;
Όπως επισημαίνει ο κ. Παπαζαφείρης, “με βάση τις προηγούμενες παρατηρήσεις, εύκολα οδηγείται κανείς στη διαπίστωση ότι σημαντικό ρόλο στην τελική εκδήλωση της εγκληματικής πράξης έχουν οι φαντασιώσεις του δράστη. Για πολλά χρόνια οι θεωρίες που αναπτύχθηκαν για να ερμηνεύσουν τις ενέργειες των δραστών αυτών, στηρίχθηκαν στην άποψη ότι υπάρχει για τον καθένα, κάποιος τύπος «ιδεατού» θύματος, το οποίο καταδιώκει.
Η μελέτη, όμως, αυτών των περιπτώσεων, δείχνει ότι αυτό που συμβαίνει, είναι μία διαδικασία αποπροσωποποίησης αναφορικά με τα θύματα που επιλέγονται.
Στο πλαίσιο της παρόρμησης για την αφαίρεση της ζωής του θύματος, ένα περισσότερο κοινό άτομο καλύπτει τις φαντασιωσικές ανάγκες του δράστη. Στην πράξη, το θύμα πρέπει όχι μόνο να αποπροσωποποιείται, αλλά και να είναι τέτοιο, ώστε με τη συμπεριφορά του, όπως αυτή ερμηνεύεται από το δράστη, να δικαιολογεί τη χρήση της θανατηφόρας βίας”.