Ο λόγος για τον Μ. Ντ. που έφτασε με το αυτοκίνητο του στο Περαχώρι, τη στιγμή που συνέβαινε το διπλό φονικό και την κατάθεση του οποίου παρουσιάζει το cretalive.
Σύμφωνα με την κατάθεση που έδωσε στους αξιωματικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ηρακλείου που τον επισκέφτηκαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου, ο 23χρονος κτηνοτρόφος έφτανε στην πλατεία την ώρα του καβγά.
«Είδα μια αναμπουμπούλα και σταμάτησα να δω τι συμβαίνει. Μόλις κατέβηκα και πλησίασα άκουσα πυροβολισμούς κι ένιωσα έναν πόνο στο αριστερό μου πόδι κι έπεσα κάτω. Μετά από ώρα ξύπνησα στο φορείο του Κέντρου Υγείας Ανωγείων».
Όπως ο ίδιος καταθέτει δεν θυμάται ποιοι ήταν στο περιστατικό, ούτε ποιος πυροβόλησε.
Αυτό που πάντως έχει την αξία του είναι ότι καταθέτει πως μπροστά στο σημείο που εκτυλίχθηκε το περιστατικό ήταν περίπου 20-30 άτομα και τα οποία σαφώς έχουν την πλήρη εικόνα για το τι ακριβώς συνέβη και πως φτάσαμε στο διπλό φονικό.
Η κατάθεση
Ολόκληρη απολογία του 29χρονου – Τι λέει για τον καβγά, το όπλο και την πράξη του
Τη δική του εκδοχή για τα όσα διαδραματίστηκαν το μοιραίο βράδυ του Σαββάτου στο Περαχώρι Ανωγείων, και τα οποία οδήγησαν στο θάνατο τον πατέρα του Λευτέρης Καλομοίρη και τον Γιώργο Ξυλούρη, περιγράφει στην έγγραφη απολογία του, την οποία παρουσιάζει το cretalive, ο 29χρονος κατηγορούμενος, ο οποίος να θυμίσουμε κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος με τη σύμφωνη γνώμη Ανακριτή και Εισαγγελέα.
Έρχεται ο «Φροντιστής της Γειτονιάς» - Τι θα περιλαμβάνει το νέο πρόγραμμα
Μεταξύ άλλων, μιλά για το πώς ένιωσε όταν είδε σκοτωμένο τον πατέρα του, υπογραμμίζοντας «δεν θα ξεπεράσω ποτέ αυτή την εικόνα», ενώ κάνει εκτενή αναφορά στο θέμα του όπλου που παραδόθηκε από την πλευρά της οικογένειας Ξυλούρη.
Ο 29χρονος ξεκινά την απολογία του από την στιγμή, που, όπως λέει, εμφανίστηκε μπροστά του ο Γιώργο Ξυλούρης αναζητώντας τον πατέρα του και χρησιμοποιώντας διάφορους χαρακτηρισμούς : «Όταν του ζήτησα εξηγήσεις γιατί τον ψάχνει άρχισε να βρίζει με τις φράσεις «είναι ρουφιάνος και είστε γκεσταμπίτες όλοι σας» αλλά «έλουζε» και με άλλους ακατανόητους χαρακτηρισμούς τον πατέρα μου».
Αναφέρεταi στη χειροδικία μεταξύ των δύο και επισημαίνει ότι το συγκεκριμένο επεισόδιο προκλήθηκε από τον Ξυλούρη αλλά έληξε πολύ γρήγορα.
Στη συνέχεια περιγράφει το πώς κατέβηκε από το σπίτι όταν άκουσε τις φωνές της μητέρας του και πως θόλωσε το μυαλό του και πυροβόλησε όταν αντίκρισε πεσμένο στο οδόστρωμα τον πατέρα του:
«Βλέποντας ότι ο πατέρας μου ήταν σωριασμένος στο οδόστρωμα και πυροβολημένος στο στήθος, από το όπλο του Ξυλούρη Γεωργίου του Ιωάννη που κρατούσε ακόμη στα χέρια του δίπλα του και τη μητέρα μου από δίπλα να ουρλιάζει και να καταριέται τον Ξυλούρη, θόλωσε το μυαλό μου από το τραγικό και συνάμα εφιαλτικό σκηνικό που δε μπορώ να ξεχάσω, ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι μου, τυφλώθηκα και δεν έβλεπα τίποτα πια μπροστά μου, με ανείπωτο πόνο ψυχής και κυριευμένος από συναισθήματα βαθιάς θλίψης και οργής, το μόνο που μπορώ να θυμηθώ ήταν η ενστικτώδη αντίδρασή μου να στρέψω το όπλο που κρατούσα προς το μέρος του Ξυλούρη Γεώργιου του Ιωάννη και ο οποίος βρισκόταν πια ακριβώς δίπλα μου και να τον πυροβολήσω, σχεδόν από μηδενική απόσταση, χωρίς να θυμάμαι πόσες φορές πυροβόλησε το όπλο μου».
Αναφερόμενος στα συναισθήματα που τον οδήγησαν στην πράξη του επισημαίνει: «Αυτό που ακόμα και σήμερα αισθάνομαι και δεν πρόκειται ποτέ μου να ξεπεράσω, όσα χρόνια και να περάσουν και μέχρι να πεθάνω, είναι ο σκληρός και ανείπωτος πόνος που ένιωσα και τα βαθιά συναισθήματα θλίψης και οργής που με κυρίευσαν τη στιγμή που αντίκρισα την εικόνα του πυροβολημένου και ξαπλωμένου στο οδόστρωμα πατέρα μου, από τα χέρια του στεκόμενου δίπλα από αυτόν, με το όπλο στο χέρι, Ξυλούρη Γεωργίου του Ιωάννη αλλά και την φτωχιά και άμοιρη μητέρα μου που ούρλιαζε συνεχώς από δίπλα και έβριζε και καταριόταν τον Ξυλούρη Γεώργιο. Θέλω να πιστέψετε ότι κάτω από αυτές τις συνθήκες δε νομίζω πως υπάρχουν άνθρωποι που το μυαλό τους να μη θολώσει, το αίμα να μην ανέβει στο κεφάλι τους και τυφλωμένα να μην αντιδράσουν ενστικτωδώς, όπως δηλαδή αντέδρασα εγώ».
Στην απολογία του 29χρονου γίνεται εκτενής αναφορά στο θέμα του όπλου που παραδόθηκε από την οικογένεια Ξυλούρη και αμφισβητείται ότι είναι αυτό που χρησιμοποιήθηκε από την πλευρά του κτηνοτρόφου το μοιραίο βράδυ.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται: «Αν λοιπόν το όπλο που με σοβαρή χρονική καθυστέρηση παρέδωσε στην Υ/Α Ρεθύμνης η οικογένεια του θανόντος Ξυλούρη, είναι το όπλο που πράγματι κρατούσε ο θανών, Γεώργιος Ξυλούρης του Ιωάννου και πυροβόλησε κατά του επίσης θανόντος από αυτόν πατρός μου, κατά τον κρίσιμο χρόνο και τόπο, επιφέροντας σε αυτόν διαμπερή πλήξη στο σώμα του, τότε θα πρέπει να αναμένουμε από τις εργαστηριακές εκθέσεις της ΔΕΕ της ΕΛ.ΑΣ πλήρη ταυτοποίηση τόσο του ανευρεθέντος και ακόμα «ορφανού» κάλυκος διαμετρήματος 9Χ19, όσο και της μίας εκ των τεσσάρων βολίδων που περισυνέλεγησαν από τον τόπο του συμβάντος από την αστυνομική προανάκριση.
Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή εάν δεν προκύψει ταυτοποίηση μεταξύ του παραδοθέντος από την οικογένεια όπλου, ως του όπλου που φέρεται ότι κρατούσε ο θανών Ξυλούρης Γεώργιος στον κρίσιμο χρόνο και τόπο, με τους ανευρεθέντες και περισυνελεχθέντες από την αστυνομική προανάκριση ενός κάλυκα διαμετρήματος 9Χ19 και μιας εκ των τεσσάρων βολίδων που προέρχονται από το ίδιο φυσίγγιο 9Χ19 σύμφωνα με το πραγματογνώμονα της αστυνομίας, τότε είναι πέρα από βέβαιο ότι η οικογένεια του θανόντος Ξυλούρη έχει παραδώσει στην ποινική διαδικασία ψεύτικο πειστήριο αποβλέποντας σε παραπλάνηση και παρακώλυση της δικαιοσύνης».