Οι σύμβουλοι Επικρατείας ακύρωσαν την υπουργική απόφαση καθορισμού των αντικειμενικών αξιών κατά το σκέλος εκείνο μόνο που αφορά τις 4 εν λόγω περιοχές (σε αυτές μόνο τις περιοχές είχαν ακίνητα οι προσφεύγοντες στο ΣτΕ) και όχι για την υπόλοιπη Ελλάδα, καθώς ο προσδιορισμός έγινε οριζόντια (χαρακτηριστικά όπως αναφέρεται στις αποφάσεις καθορίστηκαν «συλλήβδην για όλες τις ζώνες ορισμένης περιφέρειας»).
Δηλαδή χωρίς να υπάρχει διαφανής, ορισμένη, πρόσφορη και οικονομετρικά άρτια μεθοδολογία προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία (νόμος 3852/2010), αλλά ούτε λήφθηκε υπόψη η γνώμη του κάθε Δήμου ή Κοινότητας, όπως προβλέπεται.
Οι 4 αυτές περιοχές είναι 3 στην Αττική και συγκεκριμένα Φιλοθέη, Ψυχικό, Νέο Βουτζά και Δελφοί Άμφισσας.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ δεν σημαίνουν ότι πρέπει να επιστραφεί ο ΕΝΦΙΑ του 2016 στους ιδιοκτήτες ακινήτων των 4 αυτών περιοχών και αυτό γιατί κρίθηκε ότι δεν μπορεί ένα μήνα πριν την εκπνοή του 2016 να τροποποιηθεί ο κρατικός προϋπολογισμός.
Όμως, η Κυβέρνηση πρέπει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2016 να έχει προσδιορίσει τις νέες αντικειμενικές αξίες στις 4 αυτές περιοχές προκειμένου να καθοριστεί -σύμφωνα με αυτές και όπως προβλέπει το ΣτΕ- ο ΕΝΦΙΑ για το 2017. Σε αντίθετη περίπτωση ο ΕΝΦΙΑ για τις περιοχές αυτές θα είναι μη νόμιμος και εάν πληρωθεί από τους ιδιοκτήτες των ακινήτων θα πρέπει να επιστραφεί.
Οι αντικειμενικές αξίες και ο ΕΝΦΙΑ των περιοχών αυτών κρίθηκε μη νόμιμος από 8.6.2016, δηλαδή από την ημέρα συζήτησης των υποθέσεων στο ακροατήριο της 7μελούς σύνθεσης του Β΄ Τμήματος του ΣτΕ.
Ειδικότερα, η 7μελής σύνθεσης του Β΄ Τμήματος με τις υπ΄ αριθμ. 2334-2337/2016 αποφάσεις της και με πρόεδρο την αντιπρόεδρο Μαίρη Σάρπ, επισημαίνει ότι «κατά την έννοια των εξουσιοδοτικών διατάξεων του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, ερμηνευoμένων υπό το φως των άρθρων 4 (παρ. 5) και 78 (παρ. 1) του Συντάγματος, ο προσδιορισμός από την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων πρέπει να διενεργείται με βάση ενιαία (για το σύνολο των περιοχών που έχουν ενταχθεί στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού), διαφανή, αρκούντως ορισμένη, πρόσφορη και οικονομετρικά άρτια μεθοδολογία, ώστε να παρέχονται στους βαρυνόμενους επαρκή εχέγγυα ορθού καθορισμού της φορολογούμενης (ελάχιστης εύλογης αγοραίας) αξίας των ακινήτων τους και να τηρείται από τα αρμόδια διοικητικά όργανα το ίσο μέτρο (γνωμοδοτικής και αποφασιστικής) κρίσης.