Ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής πραγματοποιεί ένα «crash test» των δύο φόβων για τη δημόσια Υγεία, παραθέτοντας τα επιστημονικά δεδομένα, αλλά και τη γνώμη του πρύτανη του ΕΚΠΑ, Αθανασίου Δημόπουλου, σε σχέση με την πραγματική απειλή για την Ελλάδα.
Τη στιγμή που η ανησυχία για τον νέο φονικό ιό εντείνεται, καθοδηγούμενη κυρίως από την απουσία πλήρους γνώσης για την ακριβή φύση και τον τρόπο συμπεριφοράς του -με τους επιστήμονες να έχουν «ριχτεί» στη μάχη κατανόησης και ανάλυσης του νέου κορωνοϊού– η Ευρώπη επιχειρεί να οχυρωθεί όσο καλύτερα μπορεί ώστε να περιορίσει τη μετάδοση.
Στην προσπάθεια αυτή σημαντικό «όπλο» αναμένεται να αποτελέσει εκσυγχρονισμένη βάση δεδομένων που θα παρακολουθεί σε πραγματικό χρόνο όσους Ευρωπαίους νοσούν. Η πρόταση δημιουργίας αυτής της πλατφόρμας «έπεσε» την Πέμπτη στο Εκτακτο Συμβούλιο Υπουργών Υγείας της Ε.Ε. από τον Ελληνα υπουργό, Βασίλη Κικίλια, και είναι κάτι που συζητείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο Γερμανός υπουργός Υγείας, μάλιστα, έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον προς την πρόταση αυτή και δεν αποκλείεται μια συνάντηση μεταξύ του κ. Κικίλια με τον ομόλογό του στο Βερολίνο.
Κοινή συνισταμένη των επιστημόνων, πάντως, παραμένει η διατήρηση της ψυχραιμίας. Κρίνεται πολύ σημαντική, καθώς ο αριθμός των περιστατικών ανεβαίνει συνεχώς. Ηδη ο απολογισμός των θανάτων από τον νέο κορωνοϊό ξεπερνά τους 1.500. Οι προβλέψεις των επιστημόνων, μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις είναι ιδιαίτερα δυσοίωνες. Χαρακτηριστική είναι αυτή του επιδημιολόγου από το Χονγκ Κονγκ, Γκάμπριελ Λέουνγκ, σύμφωνα με την οποία, εάν ο ιός δεν ελεγχθεί, θα μολύνει ακόμη και το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Η ίδια τακτική, της ψυχραιμίας, όπως επίσης και η τήρηση των ατομικών μέσων προστασίας συνιστώνται και στην περίπτωση της εποχικής γρίπης, που ήδη μετρά 53 θανάτους και 187 σοβαρά κρούσματα (σ.σ.: μέχρι και τις 9 Φεβρουαρίου).
ΜΥΘΟΙ & ΑΛΗΘΕΙΕΣ
Αντίδοτο στον φόβο η σωστή ενημέρωση
Τουλάχιστον 90 δείγματα ανίχνευσης για κορωνοϊό έχουν σταλεί στα εργαστήρια Παστέρ, Πανεπιστημίου Αθηνών και Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στη χώρα μας έχει σημάνει πολλές φορές συναγερμός για πιθανά κρούσματα, τα οποία ελέγχονται βάσει του προβλεπόμενου Εθνικού Σχεδίου για τον νέο «SARS-CoV-2», πολλά όμως από αυτά δεν συνιστούν καν ύποπτα περιστατικά. Οι ειδικοί τονίζουν τη σημασία της σωστής ενημέρωσης, ώστε να αποφεύγεται ο πανικός, ειδικά τη στιγμή που στην Κίνα καταγράφεται αλματώδης έκρηξη των κρουσμάτων και των θανάτων.
Περισσότερα από 50 δείγματα έχει εξετάσει (μέχρι και την περασμένη Πέμπτη) το Μικροβιολογικό Εργαστήριο του ΕΚΠΑ. Πολλά εξ αυτών, σύμφωνα με τον αντιπρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντή του Εργαστηρίου, Αθανάσιο Τσακρή, δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να είναι ύποπτα, ωστόσο, δεδομένου ότι και τα πλήρη κλινικά δεδομένα του ιού ακόμα διερευνώνται παγκοσμίως, οι επιστήμονες τα ελέγχουν για να είναι 100% σίγουροι ότι κάποιος με τη σχετική συμπτωματολογία νοσεί ή όχι.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, «ύποπτο κρούσμα» θεωρείται όταν ασθενής εμφανίζει οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού (αιφνίδια έναρξη νόσου, με τουλάχιστον ένα από τα παρακάτω: Βήχα, φαρυγγαλγία, δύσπνοια), με ή χωρίς ανάγκη νοσηλείας και τουλάχιστον ένα από τα εξής επιδημιολογικά κριτήρια, εντός των τελευταίων 14 ημερών πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων: Στενή επαφή με πιθανό ή επιβεβαιωμένο κρούσμα λοίμωξης από τον κορωνοϊό, ιστορικό ταξιδιού σε περιοχές όπου θεωρείται ότι υπάρχει συνεχιζόμενη μετάδοση λοίμωξης από τον νέο φονικό ιό στην κοινότητα και εργασία ή επίσκεψη σε δομή παροχής φροντίδας υγείας όπου αντιμετωπίζονταν ασθενείς με λοίμωξη από «SARS-CoV-2».
Κλήρωση Τζόκερ (24/12): Αυτοί είναι οι τυχεροί αριθμοί που κερδίζουν
«Πιθανό κρούσμα» είναι ύποπτο κρούσμα για το οποίο το αποτέλεσμα του εργαστηριακού ελέγχου για τον νέο κορωνοϊό είναι αδιευκρίνιστο ή θετικό, αλλά με εργαστηριακή μέθοδο που ανιχνεύει γενικά ιούς που ανήκουν στην οικογένεια των κορωνοϊών και όχι ειδικά τον νέο «SARS-CoV-2».
Στο Ινστιτούτο Παστέρ μέχρι και την περασμένη Πέμπτη είχαν σταλεί περίπου 30 δείγματα, ενώ στο εργαστήριο Μικροβιολογίας του ΑΠΘ, σύμφωνα με τη διευθύντρια Αννα Παππά, μέχρι και την Πέμπτη είχαν εξεταστεί συνολικά έξι δείγματα.
Το γεγονός ότι παραμένουν αρκετά στοιχεία που πρέπει να διευκρινιστούν για να διαλευκανθούν πλήρως ο τρόπος μετάδοσης του νέου κορωνοϊού, ο χρόνος επώασης, αλλά και το εύρος και η βαρύτητα των συμπτωμάτων, εξηγεί γιατί άνθρωποι με σοβαρές πιθανότητες να έχουν νοσήσει παραμένουν νοσηλευόμενοι για 14 ημέρες, ανεξάρτητα εάν αποδείχθηκαν αρνητικοί στη μετάδοση του κορωνοϊού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι δύο Ελληνες που επαναπατρίστηκαν από την Ουχάν -την πόλη όπου ενδημεί ο ιός- και οι οποίοι μένουν στο «Σωτηρία» σε απομονωμένους θαλάμους, παρόλο που η εργαστηριακή ανίχνευση έδειξε ότι είναι «καθαροί» από τον κορωνοϊό. Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, είχε προηγηθεί εργαστηριακή διερεύνηση και στην Ιταλία, όπου επίσης αποδείχθηκε ότι δεν φέρουν τον ιό.
Πρόσφατες ανακοινώσεις από την Κίνα αναφέρουν ως πιθανή μετάδοση του κορωνοϊού στους ανθρώπους την κατανάλωση του κρέατος του φολιδωτού μυρμηγκοφάγου (manis javanica). Το ερπετό αυτό αποτελεί προστατευόμενο είδος, αλλά είναι αντικείμενο παράνομου εμπορίου για βρώση, αλλά και για χρησιμοποίηση του δέρματός του στην παραδοσιακή κινεζική Ιατρική. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η περίοδος επώασης του ιού είναι 2 έως 14 ημέρες. Κάθε ασθενής μεταδίδει κατά μέσο όρο τον ιό σε 3 με 4 άτομα. Στο 82% των περιπτώσεων η νόσος είχε ήπια συμπτώματα, ενώ στο 18% η κατάσταση των ασθενών ήταν σοβαρή ή κρίσιμη. Εχει διαπιστωθεί ότι το 15% με 20% των ασθενών που ανέπτυξαν πνευμονία λόγω του νέου κορωνοϊού θα χρειαστούν νοσηλεία σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Τα συμπτώματα σε άτομα χωρίς επιπλοκές διαρκούν περίπου 1 εβδομάδα.
Γιατί είναι πιο επικίνδυνη η εποχική γρίπη
Πιο απειλητική, βέβαια, σε σχέση με τον νέο κορωνοϊό φαίνεται πως είναι η εποχική γρίπη. Τα δεδομένα που έχουν στη διάθεσή τους οι επιστήμονες δείχνουν ότι εκατοντάδες χιλιάδες θάνατοι κάθε χρόνο οφείλονται παγκοσμίως στη γρίπη, ενώ και η χώρα μας δεν ξεφεύγει από αυτό τον «κανόνα». Μάλιστα, ο αριθμός όσων θανάτων αποδίδονται στη γρίπη είναι πολλαπλάσιος του καταγεγραμμένου αριθμού από τον ΕΟΔΥ (Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας).
Οι ειδικοί του ΕΟΔΥ προβαίνουν σε εκτιμήσεις της αποδιδόμενης στη γρίπη θνησιμότητας, βασιζόμενοι σε στατιστικά μοντέλα. Το νούμερο όμως το δίνουν στη δημοσιότητα στο τέλος της περιόδου γρίπης κάθε χρόνου, όταν και συντάσσουν την ετήσια έκθεση.
Ενδεικτικά, την περσινή περίοδο (2018 – 2019) στη γρίπη αποδίδονταν, σύμφωνα με εκτιμήσεις, 1.071 θάνατοι, ενώ οι καταγεγραμμένοι επισήμως ανέρχονταν σε 154.
Για τη φετινή περίοδο, με βάση τα τελευταία επιδημιολογικά δεδομένα του ΕΟΔΥ, μέχρι και τις 9 Φεβρουαρίου είχαν καταγραφεί 53 θάνατοι και συνολικά 187 σοβαρά κρούσματα.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της φετινής περιόδου είναι ο υψηλός, σε σχέση με άλλες χρονιές, εμβολιασμός των ατόμων που έχουν νοσήσει. Στο σύνολο των 187 κρουσμάτων εργαστηριακά επιβεβαιωμένης γρίπης, το 37,4% ήταν εμβολιασμένο, όπως προκύπτει από τον ΕΟΔΥ, ενώ πέρσι την αντίστοιχη περίοδο εμβολιασμένο ήταν το 13% του αριθμού των σοβαρών κρουσμάτων. Το γεγονός του υψηλού έναντι προηγούμενων ετών εμβολιασμού, ακόμη και σε όσους ασθενείς κατέληξαν (36% ήταν εμβολιασμένοι), προκάλεσε αναστάτωση στην κοινή γνώμη σε σχέση με την αποτελεσματικότητα του εμβολίου.
Οπως εξηγούν οι ειδικοί του ΕΟΔΥ, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου κυμαίνεται από χρονιά σε χρονιά και ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα. Προσθέτουν ότι υπάρχουν πράγματι περιπτώσεις που ενώ ανοσοποιήθηκαν νόσησαν. Αυτό οφείλεται ίσως σε μικρή αλλαγή στο στέλεχος του εμβολίου σε σχέση με το στέλεχος που επικρατεί στην κοινότητα.
Κλειστά σχολεία
Το φετινό «κύμα» γρίπης, πάντως, έχει συνοδευτεί από κλείσιμο πολλών σχολείων, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα. Υπάρχουν περιπτώσεις που έχει νοσήσει με γρίπη η συντριπτική πλειονότητα μιας σχολικής μονάδας, γι’ αυτό και οι κατά τόπους δήμαρχοι λαμβάνουν την απόφαση να κλείνουν τα σχολεία. Είναι σημαντικό ότι φέτος κυκλοφορούν με την ίδια δυναμική και οι δύο τύποι Α της γρίπης, εκ των οποίων ο Η1Ν1 προσβάλλει (και) τα παιδιά, ενώ ο Η3Ν2 έχει ως βασική ομάδα-στόχο τους ηλικιωμένους.
Αξίζει, πάντως, να διευκρινιστεί ένα σημαντικό ερώτημα που έχει μεγάλη μερίδα πληθυσμού. Εάν, δηλαδή, κάποιος που έχει γρίπη δεν μπορεί να «κολλήσει» κορωνοϊό. Σύμφωνα με τους ειδικούς, το ένα δεν αποκλείει το άλλο, καθώς πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικούς και ασύνδετους ιούς, συνεπώς, είναι δυνατόν κάποιος να είναι φορέας και των δύο ταυτόχρονα.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;
Γράφει ο Θάνος Δημόπουλος – Καθηγητής Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, πρύτανης ΕΚΠΑ
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την εξελισσόμενη επιδημία του νέου κορωνοϊού COVID-19. Σύμφωνα με το παρατηρητήριο του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, μέχρι το πρωί της 12ης Φεβρουαρίου είχαν επιβεβαιωθεί 45.183 κρούσματα και είχαν καταλήξει πάνω από 1.115 άνθρωποι σε 28 χώρες παγκοσμίως. Εκτός Κίνας και Χονγκ Κονγκ, είχαν καταγραφεί μόνο 126 κρούσματα. Εχει διαπιστωθεί ότι το 82% των νοσούντων θα εμφανίσει ήπια συμπτωματολογία, ενώ το 18% των ασθενών θα χρειαστεί σημαντική ιατρική φροντίδα. Η θνησιμότητα από τον νέο κορωνοϊό υπολογίζεται με τα έως τώρα δεδομένα περίπου 2%.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ στη χώρα μας βρισκόμαστε σε περίοδο πολύ υψηλής δραστηριότητας της εποχικής γρίπης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εβδομαδιαίας έκθεσης Επιδημιολογικής Επιτήρησης της Γρίπης από τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), πάνω από 150 σοβαρά κρούσματα εργαστηριακά επιβεβαιωμένης γρίπης έχουν καταγραφεί, τα περισσότερα εκ των οποίων έχρηζαν νοσηλείας σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Φέτος ανιχνεύονται στελέχη τόσο της γρίπης τύπου Α (H3N2, H3N1) όσο και της γρίπης του Β. Πάνω από 40 θάνατοι αποδίδονται στη φετινή επιδημία της γρίπης στη χώρα μας, ωστόσο οι αριθμοί αυτοί μάλλον υποεκτιμούν την πραγματική κατάσταση, καθώς δεν πραγματοποιείται ιολογική ταυτοποίηση σε πολλούς ασθενείς με συμπτώματα γρίπης, που μπορεί και να καταλήξουν. Η σχετική επικράτηση του υποτύπου Η3Ν2 θεωρείται ότι σχετίζεται με την αύξηση των θανατηφόρων κρουσμάτων, κυρίως, σε ηλικιωμένους και μικρά παιδιά. Αντίστοιχα, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής μόνο κατά τη φετινή περίοδο έχουν νοσήσει 19 εκατομμύρια άτομα, έχουν νοσηλευτεί 180.000 και έχουν καταλήξει 20.000 άνθρωποι.
ΕΝΑΣ ΒΑΣΙΚΟΣ παράγοντας ανησυχίας σχετικά με τον κορωνοϊό είναι η ανασφάλεια αναφορικά με την ακριβή φύση και τον τρόπο συμπεριφοράς του νέου κορωνοϊού. Το νέο στέλεχος COVID-19 εμφανίζει μεν ομοιότητες με παλαιότερα γνωστά στελέχη κορωνοϊού, ωστόσο δεν είναι σαφές κατά πόσο μπορεί να προβλεφθεί η εξέλιξη του ιού, καθώς και η μετέπειτα μολυσματικότητά του. Επιπλέον, δεν υπάρχει αντιιική θεραπευτική αγωγή έναντι του κορωνοϊού. Αντίθετα, διαθέτουμε πολύ αποτελεσματικούς αντιιικούς παράγοντες έναντι της εποχικής γρίπης τόσο για όσους νοσούν όσο και για την προφύλαξη ατόμων που έχουν έρθει σε επαφή με ασθενείς. Επιπλέον, το αντιγριπικό εμβόλιο αποτελεί ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέτρο που είναι ευρέως διαθέσιμο, ενώ αντίθετα εμβόλιο για τον νέο κορωνοϊό αναμένεται σε περίπου 18 μήνες, σύμφωνα με τις πρόσφατες εκτιμήσεις.
ΑΚΟΜΑ, αξίζει να σημειωθεί ότι κάθε ασθενής με γρίπη μπορεί να μεταδίδει τον ιό για περίπου 6 ημέρες, ενώ εκτιμάται ότι η αντίστοιχη περίοδος είναι μεγαλύτερη για τον κορωνοϊό. Σε κάθε περίπτωση, ασθενείς που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου με συμπαρομαρτούντα νοσήματα, όπως καρδιαγγειακές παθήσεις, σακχαρώδης διαβήτης, νεφρική ανεπάρκεια, κακοήθειες και ανοσοανεπάρκειες, έχουν αυξημένη πιθανότητα να εμφανίσουν σοβαρές επιπλοκές τόσο της γρίπης όσο και του νέου κορωνοϊού.
ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΙΩΣΗ της μετάδοσης των ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού θα πρέπει να τηρούμε τις βασικές αρχές υγιεινής, δηλαδή τακτικό πλύσιμο των χεριών, κάλυψη του στόματος και της μύτης κατά τον βήχα ή το φτάρνισμα και την τήρηση απόστασης τουλάχιστον 2 μέτρων από άτομα που έχουν συμπτώματα ιογενούς λοίμωξης του αναπνευστικού. Τα μέτρα αυτά, άλλωστε, θα πρέπει να εφαρμόζονται για κάθε ιογενή λοίμωξη, όπως στην πολύ συχνότερη λοίμωξη από ιό της γρίπης.
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ, είναι σαφές ότι για τη χώρα μας η αποτελεσματική αντιμετώπιση των περιστατικών γρίπης οφείλει να είναι προτεραιότητα, ενώ παράλληλα είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για τον έγκαιρο εντοπισμό πιθανών περιστατικών κορωνοϊού, καθώς και η άμεση διακοπή της αλυσίδας μετάδοσης.
Από την έντυπη έκδοση