Είναι ένας από τους ελάχιστους κρατούμενους που θέλησαν και κυρίως είχαν την οικονομική άνεση να λάβουν το ηλεκτρονικό «βραχιολάκι». Η εξαφάνιση του τραπεζικού στελέχους που έχει καταστεί κατηγορούμενος σε τέσσερις δικογραφίες, που σχετίζονται με ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, επαναφέρει ξανά τα ερωτήματα για την επιτυχία ή μη του μέτρου, που εξαρχής θεωρήθηκε ιδιαίτερα πρωτοποριακό.
Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που οι αρχές βρέθηκαν αντιμέτωπες με την εξαφάνιση ατόμου που βρίσκεται υπό ηλεκτρονική επιτήρηση. Η Μαρία Σκλαβάκη, κατηγορούμενη στην υπόθεση Energa – Hellas Power, επιχείρησε να εξαφανιστεί το 2016, ωστόσο λίγο καιρό αργότερα εντοπίστηκε και συνελήφθη. Η κίνησή της αυτή φαίνεται πως της στοίχισε την ελευθερία και κατά την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου, αφού μαζί με τον Αρη Φλώρο και ακόμη έναν κατηγορούμενο οδηγήθηκαν στη φυλακή.
Ακόμη και χωρίς αυτές τις «παραφωνίες» το πρόγραμμα φαίνεται πως δεν έχει καταφέρει τα μέγιστα. Αντιθέτως, μετά από τέσσερα χρόνια πιλοτικής λειτουργίας, εκείνοι που έχουν ενταχθεί σε αυτό είναι περίπου 10. Ανάμεσά τους ο Νίκος Ρωμανός προκειμένου να μεταβαίνει στη σχολή του, αλλά και ο επιχειρηματίας Θωμάς Λιακουνάκος, που εδώ και χρόνια το φοράει στο πόδι του. Η αναπηρία του παραολυμπιονίκη Βασίλη Τσαγκάρη είχε οδηγήσει τον ανακριτή να μην τον στείλει στη φυλακή προσωρινά κρατούμενο για ανθρωποκτονία, αλλά να τον θέσει σε κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονικό βραχιολάκι.
Από τις ελάχιστες περιπτώσεις, αν όχι η μοναδική, που είχε αρνηθεί την αποφυλάκισή του με ηλεκτρονική επιτήρηση ήταν ο Σάββας Ξηρός. Ο καταδικασθείς της 17Ν είχε ξεκαθαρίσει πως ακόμη και αν κάτι τέτοιο γινόταν δεκτό, ο ίδιος θα αρνείτο. «Αν μου πουν να βγαίνω με βραχιολάκι, δεν θα δεχτώ, εδώ θα μείνω», είχε ξεκαθαρίσει σε συνέντευξή του.
Αρκετοί ήταν οι επικριτές οι οποίοι αντέδρασαν στο «σημαντικό βήμα εκσυγχρονισμού για το ελληνικό σωφρονιστικό σύστημα και την ελληνική Δικαιοσύνη», όπως το αποκαλεί η εταιρία που έχει αναλάβει το πρόγραμμα G4S. Κι αυτό γιατί το κόστος έχει κριθεί υπέρογκο για τους περισσότερους ενδιαφερόμενους. Κάθε κρατούμενος ή υπόδικος οφείλει να καταβάλει 12,9 ευρώ ημερησίως, δηλαδή περίπου 5.500 ευρώ για ένα χρόνο. Μόνο σε περίπτωση αποδεδειγμένης οικονομικής αδυναμίας καταβολής του ποσού αυτού, το κόστος θα βαρύνει εν μέρει ή εξ ολοκλήρου το Δημόσιο, πράγμα που τόσο χρόνια μετά δεν έχει γίνει.
Ολόκληρο το ρεπορτάζ στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]