Το θέμα επανήλθε στην επικαιρότητα μετά την απόφαση του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, και του Αρχιεπισκόπου, Ιερώνυμου, να «αναστήσουν» το Ταμείο Αξιοποίησης της «ιερής» περιουσίας που είχε συσταθεί επί Νέας Δημοκρατίας το 2013, με στόχο τα έσοδα να μοιράζονται (50-50) η Εκκλησία και το Ελληνικό Δημόσιο.
Το μεγαλύτερο βάρος για την καταμέτρηση των ιερών «φιλέτων», ανάμεσά τους και τα δεσμευμένα, πέφτει στο υπουργείο Εσωτερικών, παράγοντες του οποίου αισιοδοξούν ότι το όλο εγχείρημα βρίσκεται σε καλό δρόμο. Ομως, η πραγματικότητα για όλους όσοι γνωρίζουν το φάκελο «εκκλησιαστική περιουσία» είναι, ως φαίνεται, εντελώς διαφορετική.
Ουδείς μέχρι σήμερα είναι σε θέση να προσδιορίσει το ακριβές μέγεθός της, καθώς ως διαχειριστές της εμφανίζονται περίπου 10.000 Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (μητροπόλεις, ναοί, μοναστήρια και ιερά ιδρύματα). Αλλο ταμείο έχει, για παράδειγμα, η Ιερά Σύνοδος, άλλο η Αρχιεπισκοπή Αθηνών, ενώ διαφορετικό καθεστώς ισχύει για το Αγιον Ορος, την Εκκλησία της Κρήτης και τις μητροπόλεις στα Δωδεκάνησα που ανήκουν στο Φανάρι.
Η αλήθεια είναι ότι για την ηγεσία της Εκκλησίας το μεγάλο ζητούμενο πάντοτε ήταν να βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος για μια ολοκληρωμένη καταγραφή και αξιοποίηση της περιουσίας και δη των χιλιάδων «καταπατημένων» εκτάσεων και οικοπέδων, ώστε τα έσοδα να καλύπτουν τις ανάγκες του φιλανθρωπικού της έργου και κατ’ επέκταση του ελληνικού λαού.
Τα τελευταία χρόνια, οι οικονομικές υπηρεσίες στη Μονή Πετράκη εργάζονται εντατικά για να καθαρίσει το θολό τοπίο στα περιουσιακά στοιχεία. Στο παρελθόν, μάλιστα, είχαν συχνές επαφές με επιχειρηματίες από το Κατάρ, τελευταία και με Ρώσους, οι οποίοι ενδιαφέρονται να επενδύσουν σε ιερά ακίνητα.
Αντιολισθητικές αλυσίδες από και προς τα χιονοδρομικά Ημαθίας και Ελατοχωρίου
Μέσα σε όλα αυτά, η Εκκλησία δεν έχει σταματήσει να διεκδικεί δικαστικά τις λεγόμενες αμφισβητούμενες εκτάσεις. Σε πολλές περιπτώσεις, έχει καταφέρει να κερδίσει τις υποθέσεις -αν και, σύμφωνα με εκκλησιαστικούς παράγοντες, το Δημόσιο καθυστερεί να εκδώσει τις απαιτούμενες κανονιστικές πράξεις- ενώ σε κάποιες άλλες όχι.
«Μιλάνε για έναν πλούτο πολύ μεγάλο. Εμείς λέμε ότι είναι παραμύθι. Πλούτος σαν κάρβουνο που είναι κάπου πεταμένος και το παίρνει όποιος θέλει, ναι. Πλούτος, όμως, που αξιοποιείται δεν υπάρχει…», δήλωσε χαρακτηριστικά, την περασμένη εβδομάδα, ο κ. Ιερώνυμος σε μια προσπάθεια να εξηγήσει το σημείο της συμφωνίας που αφορά στην ίδρυση του Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
Το εν λόγω Ταμείο θα διοικείται από πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο και η αποστολή του είναι η διαχείριση και η αξιοποίηση της αμφισβητούμενης, από το 1952 έως και σήμερα, περιουσίας. Προβλέπεται να ενταχθεί σε αυτό και κάθε περιουσιακό στοιχείο της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει προς αξιοποίηση, κάτι που θα ισχύει και για τις μητροπόλεις.
Εκτιμήσεις και στοιχεία αναφέρουν ότι στην Εκκλησία ανήκουν συνολικά 1.300.000 στρέμματα. Από αυτά, τα 733.000 στρέμματα είναι βοσκότοποι, τα 367.000 είναι δασικά και τα 189.000 στρέμματα είναι αγροτικά. Την ίδια στιγμή, περίπου 400.000 στρέμματα χαρακτηρίζονται ως διακατεχόμενα, αφού γι’ αυτές τις εκτάσεις δεν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας. Στην κατοχή της φέρεται να βρίσκονται ολόκληρα νησιά και βραχονησίδες σε νησιωτικά συμπλέγματα, όπως στις Σποράδες και τις Κυκλάδες.
Διαβάστε το αναλυτικό ρεπορτάζ στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]