Το υπεράνω πάσης υποψίας ανήλικο κορίτσι -ενδεχομένως χωρίς να γνωρίζει τι ακριβώς κάνει- είχε αναλάβει το ρόλο του «ταχυδρόμου» ανάμεσα στην οικογένεια του Μιχάλη Λεμπιδάκη και τους απαγωγείς του. Την ίδια ώρα έκανε και άλλες περιφερειακές και ουσιαστικές ενέργειες για τους απαγωγείς.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η 17χρονη ήταν εκείνη που είχε στείλει στα τέλη Αυγούστου μια επιστολή στην οικογένεια του επιχειρηματία, την οποία είχε γράψει ο ίδιος και φαινόταν ο γραφικός χαρακτήρας του, αποδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο πως είναι ζωντανός.
Εκείνο το διάστημα η οικογένεια είχε χάσει κάθε ελπίδα να συγκεντρώσει παραπάνω χρήματα, αλλά είχε αναπτερωθεί το ηθικό της, καθώς είχε λάβει, εκτός από την επιστολή-απόδειξη ζωής και ένα sms από κινητό τηλέφωνο μιας χρήσης, όπως είχε αποκαλύψει ο Ελεύθερος Τύπος.
Το συγκεκριμένο τηλέφωνο μέσω του οποίου εστάλη το γραπτό μήνυμα είχε αγοράσει η 17χρονη κόρη του μεσίτη από το Ρέθυμνο, ο οποίος εμπλέκεται στην απαγωγή. Από τη στιγμή που η Αστυνομία αδυνατούσε να παρακολουθήσει τα κινητά μέσω των οποίων επικοινωνούσαν οι απαγωγείς, σκέφτηκε πως ο μοναδικός τρόπος για να φτάσει στα ίχνη κάποιου μέλους της σπείρας που συντόνισε την απαγωγή θα ήταν αν παρακολουθούσε τα καταστήματα κινητής τηλεφωνίας του νησιού και ενδεχόμενους πελάτες που μπορεί να σχετίζονταν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο με τους δράστες της απαγωγής του Μιχάλη Λεμπιδάκη.
Γι’ αυτόν το λόγο είχε ζητηθεί η βοήθεια των ιδιοκτητών των καταστημάτων, ώστε να ενημερωθούν άμεσα όταν και αν διαπίστωναν ύποπτες κινήσεις ή αυξημένες και συχνές αγορές καρτοκινητών από ένα άτομο.
Οταν οι Αρχές ενημερώθηκαν πως υπάρχει κάποιο άτομο που ταιριάζει στο προφίλ που είχαν δώσει στα καταστήματα και διαπίστωσαν πως επρόκειτο για ένα ανήλικο κορίτσι, έπεσαν από τα σύννεφα.
Τότε ξεκίνησαν να την παρακολουθούν, προκειμένου να συμπληρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα κομμάτια που έλειπαν από το παζλ της πολύκροτης υπόθεσης και να φτάσουν στα ίχνη των δραστών. Κατά την παρακολούθηση της ανήλικης κοπέλας διαπίστωσαν επίσης πως εκείνη ήταν που παρέλαβε από τους απαγωγείς το USB στο οποίο υπήρχε ένα βίντεο όπου απεικονιζόταν ο Μιχάλης Λεμπιδάκης στις αρχές του Σεπτεμβρίου και πως η ίδια ανέλαβε να το στείλει στην οικογένεια του επιχειρηματία.
Οι απαγωγείς τότε με το συγκεκριμένο βίντεο ζητούσαν λύτρα 30 εκατομμύρια ευρώ, θέτοντας τελεσίγραφο στους αγαπημένους του ανθρώπους να παραδώσουν άμεσα τα χρήματα. Τότε οι αστυνομικοί αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν μια επιχείρηση εντοπισμού των απαγωγέων, η οποία όμως δεν απέδωσε.
Ο 53χρονος επιχειρηματίας είχε απαχθεί στις 30 Μαρτίου 2017 και από τότε η Αστυνομία άρχισε να εξετάζει σοβαρά όλα τα ενδεχόμενα για το ποιος θα μπορούσε να κρύβεται πίσω από την ομηρία που εξελίχθηκε σε θρίλερ, καθώς ήταν η μεγαλύτερης διάρκειας ομηρία στη χώρα μας. Εδώ και περίπου τρεις μήνες οι άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. είχαν καταφέρει να εντοπίσουν και παρακολουθούσαν ορισμένους από τους απαγωγείς του επιχειρηματία, καθώς ήθελαν να διασφαλίσουν ότι δεν θα κινδυνέψει η ζωή του απαχθέντος.
Πώς στήθηκε το «ντου» των αστυνομικών
Οι έμπειροι άνδρες της Αστυνομίας σύμφωνα με πληροφορίες του Ελεύθερου Τύπου, κατάφεραν το μεσημέρι της Κυριακής να εντοπίσουν το τελευταίο κρησφύγετο όπου κρατούνταν ο Μιχάλης Λεμπιδάκης με τη χρήση θερμικών καμερών αλλά και του υπερκοριού της ΕΥΠ, συνθέτοντας όλα τα στοιχεία που είχαν συγκεντρώσει τους τελευταίους μήνες.
Επίσης, μέσω μικρών καμερών που είχαν στήσει σε διάφορα σημεία δημιούργησαν ένα δίκτυο παρακολούθησης, καταγράφοντας λεπτομερώς τις κινήσεις των απαγωγέων, στην προσπάθειά τους να διασφαλίσουν την ακεραιότητα της ζωής του Μιχάλη Λεμπιδάκη. Μέσω των ειδικών θερμικών καμερών κατάφεραν ακόμη να εντοπίσουν τη φιγούρα ενός άνδρα, η οποία βρισκόταν στο ίδιο σημείο για μεγάλο χρονικό διάστημα και τότε αντιλήφθηκαν ότι πρόκειται για τον απαχθέντα. Μετά από αρκετές ώρες παρακολούθησης διαπίστωσαν πως τις πρωινές ώρες στο κτίριο υπήρχαν τα λιγότερα άτομα για τη φύλαξη του Μιχάλη Λεμπιδάκη, γεγονός που αυτόματα μετέτρεπε οποιαδήποτε ενδεχόμενη επιχείρηση απελευθέρωσής του πιο ασφαλή για τη ζωή του.
Η απόφαση για την επέμβαση λήφθηκε όταν διαπίστωσαν πως μέσα στη μάντρα βρίσκονταν μόλις δύο άτομα, γεγονός που καθιστούσε αυτόματα πιο ακίνδυνη οποιαδήποτε επιχείρηση. Οι απαγωγείς κρατούσαν φυλακισμένο τον επιχειρηματία δίπλα σε ένα στρώμα δεμένο με αλυσίδα από το πόδι, κοντά στο λογιστήριο της μάντρας, για να μην μπορεί να φύγει, ενώ τον πρόσεχε ένας από τους δράστες. Τα έμπειρα στελέχη της Αστυνομίας έκαναν έφοδο στο κτίριο, όπου και συνέλαβαν τους δύο άνδρες χωρίς να προβάλουν καμία αντίσταση.
Αλλαζαν κρησφύγετα από την πρώτη μέρα
Οι απαγωγείς από την πρώτη μέρα άλλαζαν διαρκώς κρησφύγετα υπό το φόβο του εντοπισμού τους από την ΕΛ.ΑΣ., η οποία είχε εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητό «χτενίζοντας» όλη την Κρήτη για τη σύλληψή τους.
Τελικά, οι Αρχές έφτασαν έξω από τη μάντρα αυτοκινήτων στο Ρέθυμνο και κατάφεραν να απελευθερώσουν τον 53χρονο επιχειρηματία, ο οποίος ήταν σε αρκετά καλή κατάσταση, αλλά εμφανώς αδυνατισμένος. Ολο αυτό το διάστημα κατάφερε να διατηρήσει την ψυχραιμία του, παρά το γεγονός πως ήταν κλειστοφοβικός. «Ηταν μια απρόσμενα ευκολότερη απ’ ό,τι υπολογίζαμε επιχείρηση», δήλωσε ανώτατος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., τονίζοντας ότι δεν υπήρξε η παραμικρή αντίδραση και κυρίως απελευθερώθηκε ο επιχειρηματίας χωρίς να πάθει το παραμικρό.
Αμέσως μετά την απελευθέρωσή του, ο Μιχάλης Λεμπιδάκης βρέθηκε κοντά στην οικογένειά του, η οποία τους τελευταίους έξι μήνες είχε καταφέρει να συγκεντρώσει μετά βίας γύρω στα 10 εκατομμύρια ευρώ.
Παναγιώτης Σπυρόπουλος
Μίλτος Σακελλάρης
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου