Κατάθλιψη, αύξηση της παιδικής θνησιμότητας αλλά και αυξητικές τάσεις στα χρόνια νοσήματα έχει επιφέρει η οικονομική κρίση, σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης της Τραπέζης της Ελλάδος.
Η εκτίναξη της ανεργίας και η οικονομική ανασφάλεια έχουν επιδεινώσει το επίπεδο υγείας των Ελλήνων.
Σύμφωνα με την έκθεση, πρόσφατες µελέτες υποστηρίζουν ότι τα πρώτα χρόνια της οικονοµικής κρίσης µειώθηκε το ποσοστό του πληθυσµού που δηλώνει «καλή» ή «πολύ καλή» αυτοαξιολογούµενη υγεία από 71% το 2006 σε 68,8% το 2011.
Οπως αναφέρει έρευνα της ΕΛ.ΣΤΑΤ., καταγράφεται σηµαντική αύξηση (κατά 24,2%) στον πληθυσµό ηλικίας 15 ετών και άνω που δηλώνει ότι πάσχει από κάποιο χρόνιο πρόβληµα υγείας ή χρόνια πάθηση.
Μείζονος σημασίας είναι ότι έχει ανακοπεί η µακροχρόνια τάση µείωσης της παιδικής θνησιµότητας (θάνατοι βρεφών έως ενός έτους ανά 1.000 γεννήσεις ζώντων). Συγκεκριµένα, η παιδική θνησιµότητα αυξήθηκε από 2,65 το 2008 σε 3,75 το 2014. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται αφενός στην αύξηση κατά περίπου 10% των θανάτων βρεφών κάτω του ενός έτους και αφετέρου στην υποχώρηση των γεννήσεων κατά 22,1% την προαναφερθείσα περίοδο.
Επιπλέον, σύµφωνα με μελέτη των Maruthappu et al. (2016), µία αύξηση της ανεργίας κατά 1% συνδέεται µε επιπλέον 0,37 θανάτους από καρκίνο ανά 100.000 άτοµα.
Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό ενηλίκων καπνιστών µεταξύ των κρατών-µελών του ΟΟΣΑ και παρουσιάζει αυξητική τάση µεταξύ 2000 και 2013 (το ποσοστό αυτών που καπνίζουν καθηµερινά ή συστηµατικών καπνιστών από 15 ετών και άνω έχει αυξηθεί από 35% σε 39%, OECD 2015).
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό παχυσαρκίας στον πληθυσµό (15+) ήταν 19,6% το 2013, έναντι 19,0% στον ΟΟΣΑ. Η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση µεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ όσον αφορά το ποσοστό των υπέρβαρων παιδιών (περιλαµβανοµένων και των παχύσαρκων), ενώ αυξητική είναι η τάση του ποσοστού των υπέρβαρων και παχύσαρκων εφήβων τη δεκαετία του 2000 (OECD 2015).
ΜΑΡΙΑ-ΝΙΚΗ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑ
Από την έντυπη έκδοση του «Ελεύθερου Τύπου»