Την ίδια στιγμή, ομάδες σεισμολόγων δεν σταματούν να επεξεργάζονται τα γεωλογικά δεδομένα ώστε να βγουν τα επιστημονικώς ολοκληρωμένα συμπεράσματα στο γιατί ισοπεδώθηκε η Βρίσα και στο κατά πόσο το χωριό μπορεί να «αναστηθεί» ξανά στο ίδιο σημείο. Μετά το Κάστρο της Μυτιλήνης, κλειστό τουλάχιστον για τις επόμενες 10 μέρες θα παραμείνει και στο Κάστρο του Μολύβου για προληπτικούς λόγους.
Το βράδυ του Σαββάτου στις 22.50 η Λέσβος δονήθηκε ξανά από σεισμό 5,3 R με το εστιακό βάθος να υπολογίζεται στα 10 χλμ. Νωρίτερα, είχαν σημειωθεί δύο μικρότεροι σεισμοί μέσα σε λίγα λεπτά. Ο πρώτος είχε μέγεθος 3,8 ρίχτερ και καταγράφηκε στις 22.33 και η δεύτερη μετασεισμική δόνηση ήταν μεγέθους 3,2 R.
«Η μετασεισμική ακολουθία εξελίσσεται όπως αναμέναμε και απολύτως φυσιολογικά. Ο νέος μετασεισμός μας ανακουφίζει αρκετά. Δύο πράγματα πρέπει να κρατήσουμε από αυτόν το νέο μετασεισμό: Αρχικά ότι εδραιώνει την πεποίθησή μας ότι ο σεισμός των 6,3 R ήταν ο κύριος. Δεν το επικυρώνει, όμως όλα δείχνουν ότι μάλλον αυτός ήταν. Και δεύτερον ότι δεν έχει εκλείψει η πιθανότητα να έχουμε και άλλους εξίσου ισχυρούς ή και ακόμα πιο δυνατούς μετασεισμούς. Ο κίνδυνος αυτός υπάρχει ακόμα, οπότε πολίτες και φορείς πρέπει να το λάβουν υπόψη», διευκρινίζει στον «Ε.Τ.» ο διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Γεράσιμος Παπαδόπουλος.
Λίγο πριν από το μετασεισμό, στο Περιφερειακό Συμβούλιο του νησιού συζητήθηκε το μεγάλο πλήγμα που δέχτηκε η Λέσβος από τον εγκέλαδο. Ως παγκόσμιο γεωλογικό φαινόμενο περιέγραψε τις πληγές που δέχτηκε η Βρίσα ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) Ευθύμιος Λέκκας.
Μία βραδιά κάτω από την Ελιά: Νέος πρεσβευτής ο chef με αστέρια Michelin, Luca Piscazzi
«Στη Βρίσα αναπτύχθηκε ένα μοναδικό σεισμικό φαινόμενο, που όμοιό του δεν υπάρχει σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην πολυετή εμπειρία μου σε 50 μεγάλους σεισμούς σε όλο τον κόσμο, δεν συνάντησα αντίστοιχο φαινόμενο. Οι βλάβες είναι εντοπισμένες σε ένα συγκεκριμένο σημείο, ενώ στη γύρω περιοχή είναι διάσπαρτες και μικρότερης κλίμακας. Θεωρούμε ότι η Βρίσα θα αποτελέσει παγκόσμιο πεδίο εφαρμογής νέων τεχνολογιών και επιστημονικών ερευνών. Μέχρι στιγμής, όλοι υποψιαζόμαστε το αίτιο που προκάλεσε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση. Ωστόσο, αν δεν γίνουν δοκιμές και εφαρμογές σε πραγματικές συνθήκες στην περιοχή, δεν θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα», είπε.
Αυτή τη στιγμή αρχικός στόχος είναι να χτιστεί το νέο χωριό στο ίδιο σημείο, διατηρώντας τα βασικά πολεοδομικά χαρακτηριστικά και αρχιτεκτονικά του στοιχεία. Το χωριό, όμως, θα είναι πολύ πιο ασφαλές από το προηγούμενο και αυτό θα στηριχτεί σε μια διαδικασία ερευνών που θα κάνουν τα πανεπιστήμια και η οποία θα περάσει άμεσα στην ελληνική νομοθεσία και τους αντισεισμικούς κανονισμούς. Σύμφωνα με την εμπειρία του προέδρου του ΟΑΣΠ, «αν προχωρήσουν άμεσα οι μελέτες, γεωλογικές-τεκτονικές κ.λπ., και δεν υπάρξουν ανυπέρβλητα εμπόδια ή γραφειοκρατικές δυσκολίες, είναι δυνατόν σε ένα χρονικό πλαίσιο τριών – τεσσάρων χρόνων να ολοκληρωθεί η ανοικοδόμηση της περιοχής και η αποκατάσταση των ζημιών. Θα καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε ο οικισμός να χτιστεί στην ίδια θέση. Μετακίνηση θα γίνει μόνο εάν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν ανυπέρβλητα εμπόδια στο υπέδαφος».
Επεξεργασία στοιχείων με drone
Η επιστημονική ομάδα του Τομέα Δυναμικής Τεκτονικής και Εφαρμοσμένης Γεωλογίας του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ συνεχίζει να επεξεργάζεται την πληθώρα των στοιχείων που έχει καταγράψει με βοηθό τη τεχνολογία. Mια πρώτη επεξεργασία των δεδομένων από το drone δείχνουν οι εικόνες που παραχώρησε στον «Ε.Τ.» η επιστημονική ομάδα του ΕΚΠΑ.
Οι εικόνες δείχνουν την ίδια περιοχή, η πρώτη όπως αποτυπώνεται κατά την πτήση του drone και η δεύτερη μετά την επεξεργασία και τη δημιουργία του μοντέλου. To μοντέλο 3D που κατασκευάστηκε από τις φωτογραφίες του drone βοηθά στον εντοπισμό των προβλημάτων (σε κόκκινους κύκλους) και την αποτύπωση των επιπτώσεων στη Βρίσα.
Σύμφωνα με τον Μανώλη Ανδρεαδάκη, διδάκτορα Γεωλόγο του τμήματος Γεωλογίας του ΕΚΠΑ, «οι ανωμαλίες στο ανάγλυφο των δρόμων και στη γεωμετρία των κτισμάτων είναι ενδεικτικές αντίστοιχα της ύπαρξης συντριμμιών και καταρρεύσεων ή παραμορφώσεων των κτιρίων. Το γεγονός ότι η πτήση έγινε το αμέσως επόμενο πρωί (13 Ιουνίου) της καταστροφής καθιστά την αποτύπωση μοναδική, εφόσον σχεδόν άμεσα στη συνέχεια αρχίζουν οι εργασίες απομάκρυνσης συντριμμιών, κατεδάφισης των ετοιμόρροπων κ.λπ. Στις δύο κοντινές εικόνες φαίνεται το Ψηφιακό Μοντέλο Επιφάνειας (Digital Surface Model) όπου επισημαίνονται τέτοια σημεία και το αντίστοιχο ορθομωσαϊκό».
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΒΑΜΒΑΚΑ
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου