Παρά τις διεθνείς αντιδράσεις, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο δηλώνει ότι θα προχωρήσει με τα σχέδιά του να καταλάβει το Εσεκίμπο, την πλούσια σε πετρέλαιο περιοχή που ανήκει στη γειτονική Γουιάνα. Διέταξε μάλιστα, όπως αναφέρει το BBC, την κρατική πετρελαϊκή εταιρεία να εκδώσει άδειες εξόρυξης στην περιοχή ενώ και πρότεινε στην Εθνοσυνέλευση να ψηφίσει νομοσχέδιο που καθιστά την περιοχή τμήμα της Βενεζουέλας. Οι πολίτες της Βενεζουέλας ενέκριναν την Κυριακή σε δημοψήφισμα και με ποσοστό άνω του 95% τη διεκδίκηση δικαιωμάτων επί του Εσεκουίμπο, αυξάνοντας τις εντάσεις. Αν και ψήφισε μόλις το 10% του εκλογικού σώματος, η διεκδίκηση του Εσεκίμπο έχει ευρεία υποστήριξη στη χώρα.
Μάλιστα, πληροφορίες από στρατιωτικές και διπλωματικές πηγές της Βόρειας και Νότιας Αμερικής αναφέρουν ότι εδώ και λίγα 24ωρα η Βενεζουέλα έχει ξεκινήσει -εν μέρει διαμέσου της δύσβατης ζούγκλας της Βραζιλίας- επιχείρηση εισβολής στη διαφιλονικούμενη επαρχία Εσεκίμπο της Γουιάνας, που διαθέτει τεράστια κοιτάσματα αργού πετρελαίου (περίπου 11 δισ. βαρέλια, δηλαδή περισσότερα από το Κουβέιτ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) και πρόσφατα ανακοίνωσε την ανακάλυψη κι άλλων, εκχωρώντας άδειες εξόρυξης σε οκτώ ντόπιες και ξένες εταιρίες, μεταξύ των οποίων ο αμερικανικός κολοσσός Exxon Mobil. Ιδίως στην περιοχή των θαλάσσιων συνόρων μεταξύ των δύο χωρών, που τελούν υπό οριοθέτηση στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Πρόκειται για διαμάχη-κατάλοιπο της αποικιοκρατίας, που ανάγκασε τη Βραζιλία να μετακινήσει στρατεύματα στα βόρεια σύνορά της. Οχι μόνο για να παρεμποδίσει τη χρήση του εδάφους της από δυνάμεις του Μαδούρο, αλλά και για να προστατεύσει τον μικρό της γείτονα. Χθες η χώρα του Λούλα ανακοίνωσε ότι βρίσκεται σε επαφές και με τις δύο πλευρές για την ειρηνική εκτόνωση της κρίσης.
Η Βενεζουέλα ισχυρίζεται ότι ο ποταμός Εσεκίμπο αποτελεί αναγνωρισμένο φυσικό της σύνορο από μια συνθήκη του 1777 (!), αλλά μια διαιτητική απόφαση του 1899 απένειμε την περιοχή στη Γουιάνα χωρίς η Βενεζουέλα να αντιδράσει έως το 1962. Για να δικαιολογήσει τώρα τη μονομερή της επιθετική δράση, η Βενεζουέλα επικαλείται τη Συμφωνία της Γενεύης του 1966, που υπογράφηκε λίγο προτού η Γουϊάνα αποκτήσει την ανεξαρτησία της από τη Βρετανία. Βάσει αυτής, το καθεστώς και τα οριστικά σύνορα του Εσεκίμπο θα αποφασίζονταν στο μέλλον με διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε Καράκας και Τζόρτζταουν, που δεν καρποφόρησαν ποτέ.
Για τη Γουιάνα, η απώλεια της επαρχίας Εσεκίμπο είναι ζωτικής σημασίας, καθώς αποτελεί τα ⅔ της έκτασής της (160.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, όσο η Ελλάδα μαζί με τη Βόρεια Μακεδονία). Η αμυνόμενη καταγγέλλει ως αντίθετο στο Διεθνές Δίκαιο το δημοψήφισμα της Βενεζουέλας (καθώς ο Μαδούρο δεν κρύβει ότι θεωρεί το «ναι» πράσινο φως για εισβολή) κι έχει λάβει τη στήριξη του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών (ΟAS) και της Κοινότητας της Καραϊβικής (CARICOM).
Παράλληλα, η Αμερικανίδα πρέσβης στη Γουιάνα, Νικόλ Τεριό, κάλεσε τη Βενεζουέλα να σεβαστεί την εθνική κυριαρχία και τα σύνορα του γείτονά της, σε συνέχεια προηγούμενων δηλώσεων του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μπράιαν Νίκολς, που χαρακτήρισε «απαράδεκτη για τις ΗΠΑ οποιαδήποτε απόπειρα παραβίασης της εθνικής κυριαρχίας της Γουιάνας».
Σε μήνυμά του στο Facebook ο πρόεδρος της Γουιάνας Ιρφάν Αλί ανέφερε ότι είχε μιλήσει με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και ότι ζήτησε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να εξετάσει το ενδεχόμενο παρέμβασης.
«Πρόκειται για άμεση απειλή για την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την πολιτική ανεξαρτησία της Γουιάνας. Η Γουιάνα το θεωρεί ως άμεση απειλή… και θα εντείνει τα προληπτικά μέτρα για να προστατεύσει το έδαφός της», επισημαίνει.