Σύμφωνα με τον ομοσπονδιακό καγκελάριο και αρχηγό των Σοσιαλδημοκρατών Κρίστιαν Κερν, ένα τέτοιο δημοψήφισμα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί στην αυστριακή επικράτεια, «καθώς θα ήταν εναντίον όλων των πεποιθήσεών μας, εναντίον όλων των αξιών μας» και μία απαγόρευσή που καλύπτεται από το διεθνές δίκαιο.
Όπως επισήμανε ο ίδιος σε αποψινές δηλώσεις του στη Βιέννη, σε όλη την Ευρώπη πρέπει να ερωτηθεί κάθε μία χώρα στο εξωτερικό κατά την προσφυγή σε κάλπες, και στην περίπτωση που η Τουρκία απευθύνει ερώτημα προς την Αυστρία ως προς ένα δημοψήφισμα για τη θανατική ποινή, θα υπάρξει ένα επίσημο «όχι», όμως οι Τούρκοι που ζουν στην Αυστρία μπορούν φυσικά να μεταβούν στην Τουρκία και να ψηφίσουν εκεί.
Ο Αυστριακός καγκελάριος σημείωσε ότι θα είναι δύσκολο να παρεμποδιστεί η διανομή προπαγανδιστικού υπέρ της θανατικής ποινής στην Τουρκία, ή η εμφάνιση πολιτικών που τάσσονται υπέρ της επαναφοράς της.
Η σημερινή ανακοίνωση της απαγόρευσης από την αυστριακή κυβέρνηση, βασίζεται σε σχετική γνωμοδότηση της Διεύθυνσης Διεθνούς Δικαίου του αυστριακού υπουργείου Εξωτερικών, και σύμφωνα με αυτή, η απαγόρευση θα μπορεί να τεθεί σε ισχύ έπειτα από σχετική απόφαση του αυστριακού υπουργικού συμβουλίου, την οποία θα κοινοποιήσει μέσω ρηματικής διακοίνωσης προς την Τουρκία, ότι η φιλοξενούσα χώρα, η Αυστρία, απαγορεύει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στην επικράτειά της.
Όπως τόνισε ο προερχόμενος από το Λαϊκό Κόμμα, Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών, Σεμπάστιαν Κουρτς, μία τέτοια απαγόρευση είναι εφικτή από το διεθνές δίκαιο το οποίο δίνει τη δυνατότητα σε μία χώρα, βασιζόμενη στην εδαφική της ακεραιότητα, να απαγορεύσει τη διενέργεια ενός ξένου δημοψηφίσματος στην επικράτειά της.
Από την πλευρά του, ο Αυστριακός καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, Πέτερ Χίλπολντ επισήμανε απόψε πως η παρεμπόδιση ψηφοφορίας Τούρκων του εξωτερικού σε ένα ενδεχόμενο τουρκικό δημοψήφισμα ως προς τη θανατική ποινή, όχι μόνον εφικτή είναι, αλλά πολύ περισσότερο η Αυστρία υποχρεούται να την παρεμποδίσει, διότι η θανατική ποινή αντιβαίνει στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Δέκα μήνες έπειτα από το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία τον περασμένο Ιούλιο -και τρεις εβδομάδες μετά το αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα της 17ης Απριλίου- η Αυστρία εμφανίζεται να έχει κρατήσει ίσως την πλέον αυστηρή στάση απέναντι στις εκκαθαρίσεις, τις διώξεις και την καταπίεση που ακολούθησαν το πρώτο και απέναντι στην εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού καθεστώτος, που αναμένεται ως επακόλουθο της θετικής έκβασης του δευτέρου.
Χαβάη: Βρέθηκε πτώμα σε τροχό αεροσκάφους της United Airlines μετά την προσγείωσή του στο αεροδρόμιο
Ήδη την επομένη της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος, η Βιέννη τόνιζε την ανάγκη να προστατευτούν οι ανθρώπινες ζωές και να γίνουν σεβαστά το κράτος δικαίου και η δημοκρατία, προειδοποιώντας ταυτόχρονα, πως «αυτό το στρατιωτικό πραξικόπημα δεν συνιστά άδεια για να ενεργεί κάποιος αυθαίρετα και όχι στο πλαίσιο του κράτους δικαίου».
Την πρώτη αυτή αυστριακή αντίδραση ήλθε να συμπληρώσει αμέσως μετά εκείνη, με την οποία η Βιέννη ζητούσε να παρακολουθούνται με προσοχή οι εξελίξεις στην Τουρκία μετά το πραξικόπημα, και έθετε, ενόψει και των από τότε προθέσεων του Ερντογάν για επαναφορά της θανατικής ποινής, θέμα αναστολής της διαδικασίας ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, απαιτώντας μάλιστα στη συνέχεια, σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τη διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Οι επανειλημμένες αρνητικές τοποθετήσεις, στους μήνες που ακολούθησαν, τόσο του καγκελαρίου Κρίστιαν Κερν, όσο και του υπουργού Εξωτερικών Σεμπάστιαν Κουρτς, απέναντι στην ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας, οδήγησαν σε μία ένταση στις αυστρο-τουρκικές σχέσεις, που ενισχύθηκε από εφέτος τον Φεβρουάριο και μετά, με τις αλληλοκατηγορίες Βιέννης και Άγκυρας σε σχέση με το ενδεχόμενο «ανεπιθύμητης», από τη Βιέννη, προπαγανδιστικής εμφάνισης στην Αυστρία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για το αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα του.
Βέβαια, αυτή η ένταση υποβόσκει από τουλάχιστον τον Ιούνιο του 2014, όταν ο Ερντογάν, ως πρωθυπουργός ακόμη της χώρας του, είχε έλθει ανεπίσημα στη Βιέννη και είχε μιλήσει σε 13.500 οπαδούς του κόμματός του στο πλαίσιο της τότε προεκλογικής του εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του Αυγούστου της ίδιας χρονιάς -στις οποίες αναδείχθηκε τελικά πρόεδρος- προκαλώντας την αυστηρή δυσαρέσκεια της αυστριακής ηγεσίας, στην οποία η Άγκυρα είχε αντιδράσει με δριμύτητα.
Ο Τούρκος πρόεδρος φαίνεται πως στο δημοψήφισμα της 17ης Απριλίου χρειαζόταν -όπως ήδη στις προεδρικές εκλογές του 2014- και τις ψήφους των Τούρκων του εξωτερικού, ως εκ τούτου και τις ψήφους των 108.561 Τούρκων που ζουν σήμερα στην Αυστρία και που διατηρούν την τουρκική υπηκοότητα, έχοντας δικαίωμα ψήφου στην Τουρκία.
Σε σχέση με την αυστρο-τουρκική ένταση, επισημαίνεται πως είχαν προηγηθεί χρόνια νωρίτερα, τόσο σε επίπεδο Τούρκων διπλωματών όσο και των ίδιων των επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας, οι κατά καιρούς κριτικές τους απέναντι στην αρνητική στάση που τηρούσε και εξακολουθεί να τηρεί η επίσημη Βιέννη, στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας.
Η Αυστρία είχε προβάλει επιφυλάξεις και αντίσταση στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Τουρκίας-ΕΕ τον Οκτώβριο του 2005, και μέχρι την τελευταία στιγμή επέμενε σε μια διατύπωση πως «οι διαπραγματεύσεις συνιστούν μια ανοικτή διαδικασία, για το αποτέλεσμα της οποίας δεν μπορούν να υπάρξουν εγγυήσεις εκ των προτέρων».
Η Βιέννη ζητούσε και ζητά, μόνον μια «προνομιακή σχέση» για την Τουρκία αντί της πλήρους ένταξης, ενώ όλα τα αυστριακά κοινοβουλευτικά κόμματα συμφωνούν πως, στην περίπτωση κατάληξης των διαπραγματεύσεων σε ένταξη της Τουρκίας, οι Αυστριακοί πολίτες θα πρέπει οπωσδήποτε να κληθούν σε δημοψήφισμα για να έχουν οι ίδιοι τον τελευταίο λόγο.
Η ένταση στις αυστρο-αυστριακές σχέσεις και η επανειλημμένα σφοδρή αντίδραση της Άγκυρας, οφείλεται βέβαια και στο γεγονός της αμετάβλητης, σαφούς απόρριψης από τη συντριπτική πλειονότητα των Αυστριακών μιας ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό, που στην τελευταία δημοσκόπηση της Αυστριακής Εταιρείας Ευρωπαϊκής Πολιτικής ανερχόταν στο 80%, που ήταν το υψηλότερο που έχει καταγραφεί την τελευταία δεκαετία.