Παρά την εκ νέου προσέγγισή της προς την Κούβα, τη Νικαράγουα και τη Βενεζουέλα τις τελευταίες εβδομάδες, είναι απίθανο η Ρωσία να αυξήσει σημαντικά την οικονομική και τη στρατιωτική συνεργασία της με τις χώρες αυτές, λόγω του ότι η Λατινική Αμερική αποτελεί περιοχή δευτερεύοντος ενδιαφέροντος για τη Μόσχα.
Στις 9 Φεβρουαρίου, η κυβέρνηση της Νικαράγουας ανακοίνωσε την έναρξη διαπραγματεύσεων για την υλοποίηση ενεργειακών, ιατρικών και πυρηνικών έργων με την κρατική ρωσική πυρηνική εταιρία Rosatom.
Η ανακοίνωση ήρθε ύστερα από τρεις ξεχωριστές τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχε ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν (φωτό), με τον πρόεδρο της Κούβας, Μιγκέλ Ντίαζ-Κανέλ, τον πρόεδρο της Νικαράγουας, Ντανιέλ Ορτέγκα, και τον πρόεδρο της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, μεταξύ 23-26 Ιανουαρίου για να συζητήσουν την ενίσχυση της στρατηγικής συνεργασίας σε τομείς όπως η οικονομία, η εκπαίδευση και η άμυνα.
Εν μέσω της αυξανόμενης αντιπαράθεσης μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης για την Ουκρανία, κορυφαίος Ρώσος διπλωμάτης ανέφερε, επίσης, πρόσφατα ότι η Μόσχα θα μπορούσε να αναπτυχθεί στρατιωτικά στην Κούβα και τη Βενεζουέλα, στην περίπτωση που οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίσουν να επεκτείνουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην Ανατολική Ευρώπη.
Οταν ρωτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου, ο Ρώσος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Ριαμπκόφ, δήλωσε, επίσης, ότι η Ρωσία δεν μπορεί ούτε να επιβεβαιώσει ούτε να αποκλείσει το ενδεχόμενο να τοποθετήσει στρατεύματα στη Λατινική Αμερική, αφού προηγουμένως ο Πούτιν δήλωσε ότι θα λάβει απροσδιόριστα στρατιωτικά μέτρα, στην περίπτωση που οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους δεν εισακούσουν τα αιτήματα της Μόσχας σχετικά με τη στρατιωτική συνεργασία στην Ουκρανία.
ΓΙΑ ΝΑ ΜΕΤΡΙΑΣΟΥΝ τις επιπτώσεις της απομόνωσής τους από τις παγκόσμιες αγορές, οι κυβερνήσεις της Κούβας, της Νικαράγουας και της Βενεζουέλας θα επιδιώξουν πιθανότατα να αυξήσουν τους οικονομικούς δεσμούς τους με τη Ρωσία. Αλλά θα παραμείνουν πιο διστακτικές ως προς τη σημαντική αναβάθμιση της αμυντικής συνεργασίας. Οι κυβερνήσεις της Κούβας, της Νικαράγουας και της Βενεζουέλας πιθανόν να υποστηρίξουν την αύξηση των εμπορικών σχέσεων με τη Μόσχα και την αύξηση των ρωσικών επενδύσεων σε μια προσπάθεια να βελτιώσουν τις οικονομικές συνθήκες τους και να αυξήσουν την εσωτερική σταθερότητά τους απέναντι σε εσωτερικές και εξωτερικές προκλήσεις. Ωστόσο, αυτά τα καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής θα επιδιώξουν, πιθανότατα, να περιορίσουν το πεδίο εφαρμογής οποιασδήποτε νέας αμυντικής συνεργασίας, φοβούμενοι την αποδυνάμωση της κυριαρχίας και της εσωτερικής αυτονομίας τους.
ΜΕ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν εμπορικό εμπάργκο στην Κούβα και σκληρές κυρώσεις στην οικονομία της Βενεζουέλας, η οποία βασίζεται στο πετρέλαιο. Η Ουάσιγκτον δεν έχει ακόμη επιβάλει κυρώσεις με στόχο την οικονομία της Νικαράγουας, αλλά, ως απάντηση στην επιδείνωση της δημοκρατίας της χώρας υπό τον πρόεδρο Ορτέγκα, η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου, Τζο Μπάιντεν, έχει απειλήσει να θεσπίσει κυρώσεις σε συντονισμό με την Ευρωπαϊκή Ενωση και τον Καναδά, ωθώντας παράλληλα τη Νικαράγουα εκτός της Συμφωνίας Ελεύθερων Συναλλαγών της Κεντρικής Αμερικής. Η Νικαράγουα και η Βενεζουέλα είναι μεταξύ των πολλών χωρών της Λατινικής Αμερικής που είτε έχουν αγοράσει είτε έχουν λάβει ως δωρεά το ρωσικό εμβόλιο Sputnik V κατά της Covid-19 στις εθνικές τους προσπάθειες εμβολιασμού. Στις 9 Φεβρουαρίου, ο Κολομβιανός πρόεδρος, Ιβάν Ντούκε, ζήτησε από τη Μόσχα να διαβεβαιώσει την Μπογκοτά ότι η στρατιωτική της βοήθεια προς τη Βενεζουέλα δεν θα χρησιμοποιηθεί εναντίον της Κολομβίας. Υψηλόβαθμα μέλη του στρατού της Βενεζουέλας έχουν, επίσης, εκφράσει ανησυχίες σε ιδιωτικά fora ότι η παρουσία ρωσικών στρατευμάτων θα υπονομεύσει την κυριαρχία της χώρας.
Η ΡΩΣΙΑ, από την πλευρά της, πιθανότατα, θα συνεχίσει τη συνεργασία με τα αυταρχικά καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής για να εξουδετερώσει αυτό που αντιλαμβάνεται ως αυξανόμενη παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ουκρανία και σε άλλες χώρες που το Κρεμλίνο θεωρεί ότι ανήκουν στη σφαίρα επιρροής του, αποδεικνύοντας ότι μπορεί να κάνει το ίδιο με χώρες στη γειτονιά της Ουάσιγκτον. Η Ρωσία, πιθανότατα, θα διατηρήσει διμερείς σχέσεις με την Κούβα, τη Νικαράγουα και τη Βενεζουέλα – χρησιμοποιώντας δημόσια στρατιωτικά τεχνάσματα ως αντίποινα κατά των Ηνωμένων Πολιτειών και της συνεργασίας του ΝΑΤΟ με την Ουκρανία. Για να διατηρήσει μια χαμηλού κόστους μορφή μόχλευσης έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, η Μόσχα, πιθανότατα, θα συνεχίσει, επίσης, να υπαινίσσεται την πιθανότητα βαθύτερης συνεργασίας με αυτές τις χώρες μέσω επίσημων συμφωνιών σε θέματα άμυνας. Τον Δεκέμβριο του 2018, δύο ρωσικά βομβαρδιστικά ικανά να μεταφέρουν πυρηνικά όπλα προσγειώθηκαν στη Βενεζουέλα ως ένδειξη στρατιωτικής υποστήριξης προς το καθεστώς Μαδούρο, το οποίο εκείνη τη στιγμή απέκρουε την αυξανόμενη πίεση από την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ κίνηση της αντιπολίτευσης.
ΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ, ωστόσο, της Ρωσίας να διατηρήσει την επιρροή της στη Λατινική Αμερική θα παραμείνουν μάλλον συνολικά μέτριες, καθώς η Μόσχα δεν έχει τη βούληση και τους πόρους να επεκτείνει σημαντικά την παρουσία της σε μια περιοχή του κόσμου όπου δεν έχει βασικά γεωπολιτικά συμφέροντα. Η Ρωσία, τελικά, δεν βλέπει την Κούβα, τη Βενεζουέλα και τη Νικαράγουα -οι οποίες βρίσκονται στην άλλη άκρη του κόσμου- με τον ίδιο τρόπο που βλέπει τις χώρες της περιφέρειάς της, όπως η Λευκορωσία, την οποία στηρίζει οικονομικά και πολιτικά. Συνεπώς, το Κρεμλίνο είναι απίθανο να αυξήσει σημαντικά τις εμπορικές σχέσεις ή την οικονομική βοήθεια προς τις κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής. Αλλά χωρίς σημαντική οικονομική βοήθεια από τη Μόσχα, τα περιφερειακά αυταρχικά καθεστώτα είναι, επίσης, απίθανο να διακινδυνεύσουν να προκαλέσουν περισσότερες κυρώσεις και πιέσεις από τη Δύση, επιτρέποντας την ανάπτυξη ρωσικών στρατευμάτων ή στρατηγικών οπλικών συστημάτων στις χώρες τους.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr