Στην εμπροσθοφυλακή η Γερμανία, που δέχθηκε τα πρώτα πυρά από τη διοίκηση της Ουάσιγκτον για «χειραγώγηση του ευρώ».
Η δήλωση κορυφαίου συμβούλου του Τραμπ, ότι το Βερολίνο «χρησιμοποιεί το υποτιμημένο ευρώ για να εκμεταλλευτεί τις ΗΠΑ», προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από την καγκελαρία και από Ευρωπαίους αξιωματούχους. Ο επικεφαλής του Συμβουλίου Εμπορίου της κυβέρνησης Τραμπ, Πίτερ Ναβάρο, δήλωσε στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» ότι η Γερμανία χειραγωγεί το ευρώ, το οποίο έχει μετατρέψει σε «σιωπηρό γερμανικό μάρκο» για να έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των εταίρων της. Ο Ναβάρο τόνισε ότι η Γερμανία ήταν ένα από τα μεγάλα εμπόδια στην εμπορική συμφωνία ΗΠΑ και Ε.Ε.
«Δεν μπορούμε να δούμε την ΤΤΙP ως διμερή συμφωνία, γιατί το μεγάλο εμπόδιο είναι η Γερμανία», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι η εμπορική συμφωνία ελεύθερων διατλαντικών συναλλαγών έχει πια πεθάνει! Οι δηλώσεις του Ναβάρο εκτόξευσαν το ευρώ σε υψηλό πέντε ημερών (στα 1,076 δολάρια).
Η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ απάντησε αμέσως στον Ναβάρο, τονίζοντας ότι η Γερμανία δεν μπορεί να επηρεάσει την αξία του ευρώ καθώς αυτή η αρμοδιότητα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τόνισε επίσης ότι «η απόλυτη νομισματική ανεξαρτησία είναι πάγια γραμμή του Βερολίνου».
Οι δηλώσεις του συμβούλου του Τραμπ επιβεβαιώνουν τους φόβους προστατευτισμού. Η επιβεβαίωση πως η συμφωνία ΤΤΙΡ «έχει πεθάνει» δείχνει ότι οι ΗΠΑ θα ακολουθήσουν εντελώς διαφορετική πολιτική στις εμπορικές τους σχάσεις με την Ε.Ε.
«Η Αμερική του Τραμπ είναι μεταξύ των εξωτερικών απειλών για την Ε.Ε.», τόνισε, εν τω μεταξύ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, με αφορμή την προετοιμασία για τη Σύνοδο Κορυφής την ερχόμενη Παρασκευή στη Μάλτα. Σε επιστολή του προς τους Ευρωπαίους ηγέτες, ο Τουσκ συμπεριλαμβάνει την κυβέρνηση Τραμπ, μαζί με τη Ρωσία, την Κίνα και το ριζοσπαστικό Ισλάμ, ανάμεσα στις εξωτερικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ενωση. Υπογραμμίζει, δε, πως η αλλαγή στην Ουάσιγκτον φέρνει την Ευρωπαϊκή Ενωση σε μια δύσκολη κατάσταση, καθώς η νέα κυβέρνηση θέτει υπό αμφισβήτηση τα τελευταία 70 χρόνια της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
«Η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει μπροστά, να αναζητήσει νέους διεθνείς εμπορικούς εταίρους στην περίπτωση που ο παραδοσιακός οικονομικός και πολιτικός τους σύμμαχος, οι ΗΠΑ, παλινδρομήσουν σε μια πολιτική προστατευτισμού», δήλωσε ο πρόεδρος του Γιούρογκρουπ, Γερούν Ντάισελμπλουμ, και ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μισέλ Σαπέν τόνισε με τη σειρά του ότι η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ αντιπροσωπεύει σοβαρό κίνδυνο για το διεθνές εμπόριο.
Την ίδια ώρα, στη Βρετανία έχει ξεσπάσει εσωτερική πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση για την επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου που έχει προγραμματιστεί για το επόμενο διάστημα. Μέχρι στιγμής, 1,6 εκατομμύρια Βρετανοί έχουν υπογράψει αίτηση για ακύρωση της επίσκεψης του πρόεδρου Τραμπ, ως αντίδραση στο διάταγμα για απαγόρευση εισόδου στη χώρα σε ξένους πολίτες. Το αίτημα θα πρέπει να συζητηθεί στο Κοινοβούλιο στις 20 Φεβρουαρίου έπειτα από πρωτοβουλία της αρμόδιας επιτροπής – τα αιτήματα προωθούνται προς συζήτηση στο Κοινοβούλιο αν συγκεντρώσουν περισσότερες από 100.000 υπογραφές. Η αίτηση αναφέρει ότι ο πρόεδρος Τραμπ μπορεί να επισκεφθεί τη Βρετανία ως αρχηγός της κυβέρνησης των ΗΠΑ αλλά δεν μπορεί να πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη γιατί θα φέρει σε δύσκολη θέση τη βασίλισσα Ελισάβετ και τον πρίγκιπα της Ουαλίας Κάρολο.
Η πρωθυπουργός της Βρετανίας έχει τονίσει πως η επίσημη επίσκεψη ισχύει, αν και η Βρετανία υιοθετεί μια διαφορετική προσέγγιση σε σχέση με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με το ζήτημα των περιορισμών στις μετακινήσεις μεταναστών και προσφύγων.
AΛΙΚΗ ΚΟΤΖΙΑ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου