Σε μια προσπάθεια χαλάρωσης της έντασης, στις 7 Νοεμβρίου ο Τούρκος πρωθυπουργός, Μπιναλί Γιλντιμίμ, ταξίδεψε στην Ουάσιγκτον, για τετραήμερη επίσκεψη, σχεδιασμένη για τη διευθέτηση ενός ευρέος φάσματος θεμάτων. Ωστόσο, παρά τις καλύτερες προσπάθειές του, υπάρχουν λίγοι ξεκάθαροι τρόποι επίλυσης των μακροχρόνιων διαφορών μεταξύ των δύο χωρών ή αντιμετώπισης των νέων και πολύπλοκων προβλημάτων που πρόκειται να προκύψουν.
Η ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ της Τουρκίας είναι καίριας σημασίας για την επιτυχία των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή. Η Τουρκία δεν αποτελεί μόνο οικονομική και διπλωματική υπερδύναμη στην περιοχή, αλλά συνεισφέρει επίσης με σημαντική στρατιωτική δύναμη εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Επιπλέον, η χώρα φιλοξενεί εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες, συμβάλλοντας στον περιορισμό της ροής παράνομων μεταναστών που κατευθύνονται προς την Ευρώπη. Τέλος, η Τουρκία είναι σύμμαχος του ΝΑΤΟ και βασική πηγή εισαγωγών για την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ομως, την ίδια στιγμή η Τουρκία είναι και ένας προβληματικός εταίρος με πολλούς τρόπους. Από την πλευρά της Ουάσιγκτον, η χώρα είναι υπό την ηγεσία μιας αυταρχικής κυβέρνησης που θέλει να συγκεντρώσει περισσότερη δύναμη. Η Τουρκία είναι επίσης ένας καλός σύμμαχος της Ρωσίας, του μεγαλύτερου αντιπάλου των Ηνωμένων Πολιτειών, ο οποίος κατά καιρούς δυσκόλευε την Αγκυρα στη συνεργασία της υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ.
ΕΠΙΠΛΕΟΝ, τα συμφέροντα της Τουρκίας εξαρτώνται και από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η Τουρκία έχει τη 17η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Οι δραστηριότητες του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού τομέα έχουν αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία, επηρεάζοντας ενδεχομένως την ανάπτυξη και την ευημερία της Τουρκίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν επίσης μεγάλη στρατιωτική παρουσία στον περίγυρο της Τουρκίας, σε μέρη στρατηγικού ενδιαφέροντος για την Αγκυρα, όπως το Ιράκ. Τέλος, η στήριξη των ΗΠΑ ενίσχυσε πολλά από τα κράτη του Αραβικού Κόλπου, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, ενώ η αμερικανική εχθρική στάση υπονόμευσε την οικονομία και τη διεθνή εικόνα του Ιράν.
ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ και Τουρκία μπορούν να συμφωνήσουν σε ένα πράγμα: δεν δίνουν συχνά σημασία ο ένας στα μεγαλύτερα συμφέροντα του άλλου. Αλλά σήμερα ο κατάλογος των θεμάτων που δημιουργούν αντιπαράθεση μεταξύ τους είναι πράγματι μακρύς. Η αμερικανική στήριξη στις Μονάδες Προστασίας του Κουρδικού Λαού που μάχονται το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία αποτελεί ευαίσθητο ζήτημα για την Τουρκία. Η Αγκυρα θεωρεί ότι οι Μονάδες αυτές είναι παρόμοιες με το ΡΡΚ, το οποίο εδώ και δεκαετίες κάνει αντάρτικο στα σύνορα της Τουρκίας. Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες κάπως καθησύχασαν την Τουρκία για το κουρδικό ζήτημα, εκφράζοντας την αντίθεσή τους στο πρόσφατο δημοψήφισμα ανεξαρτησίας του Ιρακινού Κουρδιστάν, η Αγκυρα θα συνεχίσει να βλέπει τη στήριξη της Ουάσιγκτον για τις κουρδικές δυνάμεις ως προδοσία των δικών της επιταγών για την ασφάλεια.
ΕΝΑ ΑΛΛΟ ΣΗΜΕΙΟ διαμάχης που είναι απίθανο να επιλυθεί αποτελεί η έκδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν. Η Τουρκία κατηγορεί τον ισλαμιστή κληρικό, ο οποίος τώρα ζει στην Πενσιλβάνια, ότι υποκίνησε το πραξικόπημα κατά της κυβέρνησης του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τον Ιούλιο του 2016. Αν και οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου έχουν ξεκαθαρίσει ότι δεν σκοπεύουν να παρέμβουν στα αιτήματα της Αγκυρας για έκδοση του θρησκευτικού ηγέτη, κάτι για το οποίο είναι αρμόδιο το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, το ζήτημα ήταν στη λίστα των προς συζήτηση θεμάτων του Γιλντιρίμ με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, όταν συναντήθηκαν στις 9 Νοεμβρίου. Στο μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες ζήτησαν να τους γίνει μια χάρη: την απελευθέρωση πολλών Αμερικανών που κρατούνται στην Τουρκία, κάτι που η Αγκυρα θεωρεί αδύνατο λόγω των δικών της δικαστικών διαδικασιών.
ΑΝ ΚΑΙ ΣΕ ΑΥΤΑ τα θέματα θα σημειωθεί μικρή πρόοδος, ενδεχομένως να υπάρξει κάποια προσέγγιση για να σταματήσει η μακροχρόνια διαμάχη τους για τις θεωρήσεις βίζας. Στις αρχές Οκτωβρίου, μετά τη σύλληψη από τις τουρκικές Αρχές Τούρκου υπαλλήλου στο αμερικανικό προξενείο στην Κωνσταντινούπολη για υποτιθέμενες διασυνδέσεις του με τον Γκιουλέν, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανέστειλαν τις θεωρήσεις της μη μεταναστευτικής βίζας για τους Τούρκους πολίτες. Το περιστατικό αποκάλυψε την πεποίθηση της τουρκικής κυβέρνησης ότι πολλές από τις απειλές για την κυριαρχία και την ασφάλειά της προέρχονται από μία και μόνη πηγή: τον εξόριστο κληρικό και τους οπαδούς του. Η Ουάσιγκτον, στο μεταξύ, θεωρεί την έκδοση του Γκιουλέν ως «εμπρηστικό» θέμα που δεν μπορεί πολιτικά να το αντιμετωπίσει, αλλά και που είναι ξεχωριστό από το προξενικό συμβάν.
ΠΡΙΝ ΑΠΟ την άφιξή του στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Γιλντιρίμ εξέφρασε την πεποίθηση ότι η διπλωματική αντιπαράθεση θα τελειώσει γρήγορα. Και είναι βέβαιο ότι οι κυβερνήσεις αποκατέστησαν ορισμένες υπηρεσίες θεώρησης βίζας, λίγο πριν από την αναχώρηση του πρωθυπουργού για την Ουάσιγκτον, σηματοδοτώντας μια νίκη και για τις δύο χώρες, όσο συνεχίζουν να βασίζονται στη μεταξύ τους ελεύθερη διέλευση ανθρώπων, αγαθών και επιχειρήσεων.
ΩΣΤΟΣΟ, έστω και αν το πρόσφατο κύμα έντασης υποχωρεί, πιο περίπλοκα ζητήματα απειλούν να προκαλέσουν προβλήματα. Από τα τέλη Νοεμβρίου, η ποινική δίκη εναντίον του Τουρκο-Ιρανού εμπόρου χρυσού Ρέζα Ζαράμπ θα δώσει πληροφορίες, οι οποίες θα μπορούσαν να φέρουν σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση στην Αγκυρα. Οι Αρχές των ΗΠΑ κατηγορούν τον Ζαράμπ για συνωμοσία, με την αψήφηση των αμερικανικών κυρώσεων, διοχετεύοντας ιρανικό χρήμα μέσω των αμερικανικών και τουρκικών χρηματοπιστωτικών συστημάτων. Αν και η Ουάσιγκτον έχει ξεκάθαρο συμφέρον να κυνηγήσει την υπόθεση προκειμένου να παρεμποδίσει τη δυνατότητα του Ιράν να παρακάμπτει τα τιμωρητικά οικονομικά μέτρα εναντίον του, η έρευνα έχει ήδη ενοχοποιήσει αρκετούς υψηλόβαθμους και με καλές διασυνδέσεις Τούρκους. Αμερικανοί αξιωματούχοι, για παράδειγμα, συνέλαβαν τον επικεφαλής της τράπεζας Halk, Χακάν Ατίλα, και εξέδωσαν ένταλμα για τον Τούρκο πρώην υπουργό Οικονομίας, Ζαφέρ Κανγκλάν, δημιουργώντας τριβές μεταξύ Ουάσιγκτον και Αγκυρας.
ΩΣΤΟΣΟ, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα φροντίσουν να μη θέσουν σε μεγάλο κίνδυνο τους δεσμούς τους με την Τουρκία. Σε περιόδους έντασης, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποδείχθηκε κάτι περισσότερο από πρόθυμος να στραφεί προς τη Ρωσία για εμπόριο, συμφωνίες όπλων και διπλωματική στήριξη – μια φιλία που, όσο και είναι φευγαλέα, η Ουάσιγκτον είναι πρόθυμη να αποτρέψει.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής