Εκτοτε η ιταλική Κεντροδεξιά δεν ξαναείδε εξουσία, περιοριζόμενη στην καλύτερη περίπτωση σε ρόλο συμπληρωματικής δύναμης κεντροαριστερών κυβερνήσεων (όπως στην παρούσα φάση με το μικρό κόμμα Νέα Κεντροδεξιά/Ncd του Ατζελίνο Αλφάνο που στηρίζει την κυβέρνηση του Πάολο Τζεντιλόνι).
Εκεί όμως που η ιταλική Κεντροδεξιά έδειχνε να συνθλίβεται στο δίπολο Δημοκρατικού Κόμματος (υπεύθυνη, ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά) και Κινήματος Πέντε Αστέρων (αριστερίζων αντιευρωπαϊκός λαϊκισμός) ήρθε το μεταναστευτικό κύμα να φέρει τα πάνω-κάτω. Τα πρώτα σημάδια ήρθαν με τον πρόσφατο θρίαμβο των κεντροδεξιών υποψηφίων στις τοπικές εκλογές σε μεγάλους δήμους της Ιταλίας, ενώ το κλίμα νίκης αναμένεται να παγιωθεί στις περιφερειακές εκλογές της Σικελίας τον Νοέμβριο.
Η αθρόα εισροή Αφρικανών και άλλων μεταναστών στην Ιταλία από τη Λιβύη τα τρία τελευταία χρόνια (υπολογίζεται ότι 600.000 έφτασαν από το 2014 με πλοιάρια διακινητών ως τις ιταλικές ακτές!) έχει μεταβάλει άρδην το λαϊκό αίσθημα, ιδίως στον ιταλικό Νότο, στρέφοντας δημάρχους, περιφερειάρχες και οργανώσεις πολιτών κάθε απόχρωσης ενάντια στη δημιουργία νέων κέντρων υποδοχής και στην απονομή ιθαγένειας στα παιδιά μεταναστών που έχουν γεννηθεί στο ιταλικό έδαφος. Πρόκειται για τον περίφημο νόμο Ius Soli (Δίκαιο του εδάφους), που έχει διχάσει το Δημοκρατικό Κόμμα και την παράταξη του Μπέπε Γκρίλο, φουσκώνοντας τα πανιά του κεντροδεξιού συνασπισμού.
Για να ανακόψει το προσφυγικό ρεύμα η κυβέρνηση Τζεντιλόνι αποφάσισε, σε συνεννόηση με την κυβέρνηση που αναγνωρίζει ο ΟΗΕ στην Τρίπολη (μία από τις πολλές εξουσίες της διαλυμένης, μετα-κανταφικής Λιβύης), να αναπτύξει στόλο έξι ιταλικών πολεμικών με 1.000 άνδρες ανοιχτά των λιβυκών ακτών, ώστε να μην περνάει ούτε κουνούπι!
Ωστόσο, οι Ιταλοί δημοσκόποι, αθροίζοντας κάπως βιαστικά τα ποσοστά των τριών κεντροδεξιών κομμάτων (Forza Italia, Lega και Fratelli d’ Italia), προβλέπουν σχεδόν σίγουρη επικράτησή τους στις εκλογές που θα διεξαχθούν μάλλον τον Φεβρουάριο του 2018. Η προοπτική της πανηγυρικής επιστροφής στην εξουσία μιας αντιμεταναστευτικής Κεντροδεξιάς δεν τρομάζει πια τις Βρυξέλλες. Από τη μια, ο Μπερλουσκόνι έδωσε δείγματα μετριοπάθειας στηρίζοντας σε επιμέρους θέματα την κεντροαριστερή κυβέρνηση, εγγυήτρια της δημοσιονομικής σταθερότητας.
Από την άλλη, ο ανερχόμενος σε δημοτικότητα, Ματέο Σαλβίνι, ανακοίνωσε ότι θα αλλάξει το όνομα και τα σύμβολα της Λέγκας, κατεβάζοντας κοινό ψηφοδέλτιο σε όλη την Ιταλία. Θα αφαιρέσει σίγουρα το «Βόρεια», θα εγκαταλείψει κάθε παλιά αναφορά στην απόσχιση της «Παδανίας» από το ιταλικό κράτος [«έχουμε πια τη δύναμή μας στον ιταλικό Νότο» (σ.σ.: λόγω μεταναστευτικού), δήλωσε πρόσφατα, προσθέτοντας ότι «ο Ρέντσι λέει αυτά που λέγαμε εμείς»]. Επιπλέον, διδασκόμενος από το πάθημα της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, έκοψε τις αντιευρωπαϊκές κορόνες, απομακρύνοντας κορυφαία στελέχη της Λέγκας που ζητούσαν την έξοδο της Ιταλίας από το ευρώ!
Στο μεταξύ, η επιστροφή του 81χρονου Μπερλουσκόνι στην κεντρική πολιτική σκηνή μεθοδεύεται από ένα μιντιακό μπαράζ. Ο αναλυτής Βολφγκάνγκο Πίκολι δήλωσε στο CNBC πως «ο Μπερλουσκόνι έχει περισσότερες πιθανότητες από τον Ρέντσι να είναι ο επόμενος πρωθυπουργός», ενώ η «La Stampa» εμφάνισε ως τρανταχτή απόδειξη της ολικής επαναφοράς του Καβαλιέρε την επιστροφή στο πλευρό του ενός ανθρώπου που ήταν σύμβουλος και σκιά του επί 18 ολόκληρα χρόνια (1996-2014) για να τον εγκαταλείψει προσωρινά συμμαχώντας με τον Αλφάνο.
Πρόκειται για το βετεράνο πολιτικό Πάολο Μποναϊούτι, που στην Ιταλία θεωρείται τόσο… αυτοκόλλητος και απαραίτητος στον Μπερλουσκόνι όσο ο… Νίκος Παππάς στον Αλέξη Τσίπρα (για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης). Ο Μποναϊούτι στήριξε τον Καβαλιέρε όταν υποβλήθηκε σε εγχείρηση καρδιάς και σε όλο τον γολγοθά του σκανδάλου Ρούμπι (της ανήλικης Μαροκινής χορεύτριας). Πλεονέκτημά του ότι θεωρείται «ο άνθρωπος με το μαγικό ραβδί», ικανός μέχρι και να ξανακάνει τον Μπερλουσκόνι πρωθυπουργό.
Το 2014 αποχώρησε χολωμένος επειδή του αφαίρεσαν την επικοινωνιακή πολιτική της Forza Italia, αλλά τις προάλλες αποκάλυψε ότι μίλησαν εγκάρδια με τον Μπερλουσκόνι, με αφορμή τα γενέθλια του Μποναϊούτι.
Στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις των εταιριών Ipsos και Ιndex Research, η «ενωμένη Κεντροδεξιά» συγκεντρώνει 35,1% (από 15%-16% Λέγκα και FI, που διαγκωνίζονται για την πρωτιά) συν 2%-4% οι Αδελφοί της Ιταλίας, ένα κλασικό και κάπως παλιομοδίτικο συντηρητικό κόμμα. Η διάσπαση της αριστερής πτέρυγας δεν επιτρέπει στους Δημοκρατικούς του Ρέντσι να συγκεντρώσουν πάνω από 25%-26,5%, ενώ το Κίνημα Πέντε Αστέρων του Γκρίλο δεν προσφέρει κυβερνητική προοπτική στους ψηφοφόρους, αφού, παρά τα υψηλά ποσοστά του (27,5%-28,5%), αρνείται κάθε συνεργασία, στο… στιλ του ΚΚΕ.
Η συγκατοίκηση Μπερλουσκόνι-Σαλβίνι δεν θα είναι εύκολη, μολονότι και οι δύο δηλώνουν ανοιχτοί σε συμμαχίες. Ο ιταλικός Τύπος αναφέρει ότι για να κόψει τα φτερά του αρχηγού της Λέγκα (ο οποίος ισχυρίζεται ότι θέλει να ενώσει την Κεντροδεξιά) έχει ήδη έτοιμο έναν πρωθυπουργό κοινής αποδοχής, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Αντόνιο Ταϊάνι. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ιταλικά ΜΜΕ τον χαρακτηρίζουν «Τζεντιλόνι της Κεντροδεξιάς», δηλαδή έναν πολιτικό χαμηλών τόνων χωρίς έντονη προσωπικότητα, ικανό να εξυπηρετήσει τόσο τους πολιτικούς του μέντορες στο εσωτερικό όσο και το ιερατείο των Βρυξελλών, που επιθυμεί πολιτική σταθερότητα και συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στην Ιταλία.
Βαρόμετρο της «δεξιάς στροφής» που συντελείται στην Ιταλία αποτελεί και η τάση του Αντζελίνο Αλφάνο να τα ξαναβρεί με την «πάτρια» Forza Italia, αποστασιοποιούμενος από την κεντροαριστερή κυβέρνηση σε κομβικά ζητήματα, όπως ο νόμος περί απονομής ιθαγένειας στα παιδιά μεταναστών. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και η κυβέρνηση Τζεντιλόνι αναγκάστηκε να τον βάλει στο… συρτάρι.
Γιάννης Παπαδάτος
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου