Κατά τη συνάντηση, η οποία ξεπέρασε τις τρεις ώρες, όπως ενημέρωσε τους δημοσιογράφους ο κ. ‘Αιντε, συζητήθηκε το θέμα της νέας Διάσκεψης για το Κυπριακό σε πολιτικό επίπεδο, με πιθανότητα ότι αυτή θα πραγματοποιηθεί αρχές Μαρτίου στη Γενεύη. «Εργαζόμαστε ακόμα για τις συγκεκριμένες ημερομηνίες, αλλά θα είναι στο πρώτο μέρος του Μαρτίου στη Γενεύη», είπε σημειώνοντας ότι «αυτό είναι μια θετική εξέλιξη, το αποφάσισαν οι δύο ηγέτες και γι’ αυτό κάνω αυτό το ταξίδι, πρώτα στην Ελλάδα και μετά στην Τουρκία, και φυσικά είμαι σε επαφή και με τη Βρετανία και την ΕΕ για τα διαδικαστικά της επόμενης διάσκεψης». Εξέφρασε δε την πεποίθηση ότι «δεν θα είναι η τελευταία συνάντηση, αλλά ότι είναι σημαντικό να υπάρξει μία ενδιάμεση που θα συγκληθεί σε πολιτικό επίπεδο».
«Με τον υπουργό Κοτζιά τώρα» πρόσθεσε «είχα την ευκαιρία να διερευνήσουμε αναλυτικά μερικές από τις ιδέες που αναπτύσσουμε για ένα νέο πλαίσιο ασφαλείας για την Κύπρο, που να μπορεί να γίνει αποδεκτό και να υποστηρίζεται τόσο από τους Ελληνοκύπριους και από την τουρκοκυπριακή κοινότητα, αλλά και από τις εγγυήτριες δυνάμεις, ώστε να μπορούν να είναι μέρος της αναγκαίας αλλαγής, από αυτό που έχουμε σήμερα σε αυτό που θα έχουμε αύριο».
Κεφαλογιάννης για τον ελληνικό «Iron Dome»: Θα είναι έτοιμος εντός του 2026
Ο κ. ‘Αιντε είπε ότι τον ενθαρρύνει ξεκάθαρα το αποτέλεσμα της δεύτερης συνάντησης σε τεχνικό επίπεδο στο Μον Πελεράν, καθώς διαπιστώθηκε ότι υπάρχει χώρος για περαιτέρω συζήτηση. Ο ίδιος θέλησε να αναφερθεί και στην ένταση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, που δεν είναι μυστικό, όπως είπε, επισημαίνοντας ότι είναι ένα σκηνικό που καλό θα ήταν να μην υπάρχει πίσω από τη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού. «Αλλά πιστεύω» πρόσθεσε «ότι εάν παίξουμε καλά τα χαρτιά μας, μπορούμε να δούμε πραγματικά την Κύπρο σαν ένα πεδίο για συνεργασία, όχι μόνο μεταξύ των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων, αλλά επίσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και των άλλων ενδιαφερόμενων μερών. Έτσι αντί να αφήσουμε τις συνομιλίες να επηρεαστούν αρνητικά από άλλα περιρρέοντα θέματα, θα μπορούσαμε να το δούμε ως θετικό στις εξελίξεις της ευρύτερης περιοχής. Τουλάχιστον αυτή είναι η φιλοδοξία μου».
Κατά τη συνάντηση του κ. Κοτζιά με τον κ. ‘Αιντε, δεν ξεκαθάρισε ακόμη το επίπεδο της Διάσκεψης, και πιθανότατα αυτό θα είναι σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές. Η συζήτηση, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, εστιάστηκε στα θέματα Ασφάλειας και Εγγυήσεων, και ιδιαίτερα στα τέσσερα κεφάλαια, με έμφαση στο τέταρτο αυτό για την εξωτερική ασφάλεια, που είναι και από τα πιο φλέγοντα. Επίσης, συζητήθηκε το θέμα των τεσσάρων ελευθεριών.
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, ο κ. Κοτζιάς ανέπτυξε τις ελληνικές θέσεις για τα θέματα της ασφάλειας και των εγγυήσεων, τονίζοντας ότι η παρουσία ξένων στρατευμάτων και εγγυητικών δικαιωμάτων σε ένα κράτος-μέλος της ΕΕ είναι αναχρονιστική και παρωχημένη και ότι η λύση του Κυπριακού θα πρέπει να κατοχυρώνει το μάξιμουμ της ασφάλειας των Ελληνοκυπρίων και το μάξιμουμ των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων σε ένα κράτος που να είναι βιώσιμο και λειτουργικό. Ο υπουργός Εξωτερικών συζήτησε με τον κ. ‘Αιντε τα επόμενα βήματα και το σχεδιασμό και προγραμματισμό των Ηνωμένων Εθνών ενόψει της συνέχισης της Διάσκεψης της Γενεύης. Η συζήτηση, στη συνέχεια, εστιάστηκε στο θέμα της εφαρμογής των 4 ελευθεριών της ΕΕ στο νησί και ο κ. Αίντε ενημέρωσε την ελληνική πλευρά ως προς πτυχές του θέματος αυτού που μπορεί να επηρεάσουν την πορεία των διαπραγματεύσεων.
Ο υπουργός Εξωτερικών, τέλος, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για ανεπίτρεπτες οργανωτικές και διαδικαστικές αστοχίες κατά τη Διάσκεψη της Γενεύης που διευκόλυναν την Τουρκία, η οποία εγκατέλειψε το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, να αρχίσει ένα ανεύθυνο παιχνίδι επίρριψης ευθυνών, κατηγορώντας μάλιστα την Αθήνα για τη διακοπή της Διάσκεψης. Είναι απαράδεκτο, τόνισε ο κ. Κοτζιάς, να επιρρίπτονται στην ελληνική πλευρά -που παρέμεινε στη Γενεύη και ήταν έτοιμη για συνέχιση των διαπραγματεύσεων σε πολιτικό επίπεδο- ευθύνες, την ώρα που η τουρκική αντιπροσωπεία εγκατέλειψε αιφνιδίως τις διαπραγματεύσεις, λέγοντας πως έχει σημαντικότερα πράγματα να κάνει. Αυτό που συνέβη ήταν απαράδεκτο, δεδομένου ότι τα Ηνωμένα Έθνη είχαν καταστήσει σαφές προ όλες τις πλευρές ότι η Διάσκεψη ήταν προγραμματισμένο να συνεχισθεί σε πολιτικό επίπεδο έως την Παρασκευή 13 Ιανουαρίου.