Την τακτική για την ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου εξετάζει η κυβέρνηση, επιμένοντας στο στόχο της εύρεσης 200 βουλευτών, ώστε ο νόμος να εφαρμοστεί από τις αμέσως επόμενες εκλογές.
Το θέμα συζητήθηκε σε κυβερνητική σύσκεψη την Δευτέρα υπό τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και, όπως τόνιζαν κυβερνητικές πηγές, «προχωράμε κανονικά με τον εκλογικό νόμο. Εμείς δεν έχουμε άγχος».
«Φωτογραφίζοντας», μάλιστα, το ΠΑΣΟΚ, σημείωναν ότι «το πρόβλημα είναι στους άλλους, που είναι δέσμιοι του τακτικισμού τους».
Ωστόσο, η στάση της κυβέρνησης να προσβλέπει σε διαφοροποιήσεις βουλευτών από κόμματα που έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους με τον εκλογικό νόμο, δεν φαίνεται να αποδίδει.
Νεώτερες πληροφορίες αναφέρουν ότι κάποιοι στην κυβέρνηση εξετάζουν ένα εναλλακτικό σχέδιο, με ρελάνς του πρωθυπουργού στην κρίσιμη στροφή, που η Βουλή θα συζητά τον εκλογικό νόμο.
Το σχέδιο αυτό προβλέπει να κάνει ρελάνς ο Αλέξης Τσίπρας και να αντιπροτείνει σε ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, που διαφωνούν με την πλήρη κατάργηση του μπόνους, την απόδοση «πριμ» 20 εδρών, σε περίπτωση που το πρώτο κόμμα κερδίσει υψηλό ποσοστό.
Η συγκεκριμένη πρόταση προσεγγίζει την λογική που θέτουν τα δύο κόμματα της κεντροαριστεράς, αλλά δεν είναι σαφές πώς θα αντιδράσουν το ΚΚΕ και η Ένωση Κεντρώων, που έχουν συμφωνήσει με την κυβέρνηση στη βάση της πλήρους κατάργησης του μπόνους.
Η λογική της κυβέρνησης λέει ότι το πριμ αυτό θα είναι στα χαρτιά και τη θεωρία, αφού τα δεδομένα στο σημερινό πολιτικό σκηνικό καθιστούν απίθανο να φτάσει ένα κόμμα σε τέτοια ποσοστά, όμως και πάλι δεν είναι βέβαιο ότι αυτό μπορεί να πείσει τον Περισσό ή την Ένωση Κεντρώων.
Επίσης είναι αμφίβολο εάν θα γίνει δεκτή αυτή η ιδέα και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.
Τι αναφέρουν κυβερνητικές πηγές στο ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ανοικτή εμφανίζεται η κυβέρνηση σε κάθε συζήτηση για τον εκλογικό νόμο – στο πλαίσιο πάντα της απλής αναλογικής που είναι και η πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ – ακόμα και για μείωση του ορίου του 3%.
Όπως ανέφεραν κυβερνητικές πηγές στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η κυβέρνηση κατέθεσε στην πρότασή της το όριο του 3%, στο πλαίσιο ενός κοινού παρανομαστή που προέκυψε από τις συζητήσεις με τους αρχηγούς των άλλων κομμάτων, όπως είναι το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Ωστόσο, καθώς αυτά τα δύο κόμματα δεν μπαίνουν στη συζήτηση για να στηρίξουν την πρόταση της, η κυβέρνηση δηλώνει ανοικτή σε κάθε συζήτηση. «Θα δούμε πώς διαμορφώνεται η συζήτηση από εδώ και πέρα», ανέφεραν και συμπλήρωναν πως υπάρχει άλλωστε η εν εξελίξει συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, όπου υπάρχουν περιθώρια διαλόγου.
Υπενθυμίζεται ότι νωρίτερα, μετά τη συνάντηση που είχε με τον πρωθυπουργό, ο ανεξάρτητος βουλευτής Αχαΐας Νίκος Νικολόπουλος, είχε αναφέρει σε δηλώσεις του σχετικά με την πρόταση που κατέθεσε στον πρωθυπουργό για κατάργηση του 3%, ότι φεύγει αισιόδοξος από το Μαξίμου «γιατί ο πρωθυπουργός δεν απέρριψε αυτή μας την πρόταση και είπε ότι θα την εξετάσει πολύ σοβαρά. Στο ερώτημα εάν φάνηκε αισιόδοξος ο πρωθυπουργός για τη συγκέντρωση των 200 ψήφων απάντησε: «Νομίζω πως υπάρχουν περιθώρια και ενδεχομένως κι αν δει και την πρόταση του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος, μπορεί όντως αρκετοί να το ξανασκεφτούν».
Ο ανεξάρτητος βουλευτής είχε δηλώσει ότι είπε στον πρωθυπουργό, πως πρέπει να είναι «πιο γενναίο το βήμα», με κατάργηση του 3% και ειδικότερα να τεθεί όρος, πως για να μπει στη Βουλή ένα κόμμα που έχει συγκεντρώσει το 1%, θα πρέπει σε αρκετές από τις 7 διοικητικές περιφέρειες της Ελλάδας να έχει ως ελάχιστο το 1% – και ταυτόχρονα με την ψήφιση του νόμου, να απαγορευθεί η μεταδημότευση. Αυτό, είπε ο βουλευτής, θα μπορούσε να αποτρέψει το ενδεχόμενο να μπει στο ελληνικό κοινοβούλιο ένα αμιγώς μειονοτικό κόμμα.
Επιπλέον, με τις δηλώσεις του ο κ. Νικολόπουλος επιβεβαίωσε ότι θα δώσει την ψήφο του για την αλλαγή του εκλογικού νόμου: «Και θα το κάνουμε εμείς ως εκφραστές της κλασικής κεντροδεξιάς», είπε, προσθέτοντας ότι είναι πάρα πολλοί αυτοί που έχουν πολιτική και κομματική αφετηρία τη ΝΔ «και νιώθουμε άστεγοι» – και πως κατά συνέπεια, «η αλλαγή του εκλογικού νόμου θα επιτρέψει να εκφραστούμε χωρίς να κάνουμε παραχωρήσεις».