«Δεν συνομιλώ με εκείνους που υπηρετούν τα μνημόνια. Δεν συνομιλούσα με κανέναν από την κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου- Κουβέλη. Δεν συνομιλώ ούτε με εκείνους που υπηρετούν τα μνημόνια στην κυβέρνηση Τσίπρα», τονίζει η Ζωή Κωνσταντοπούλου, σε συνέντευξή της στον ραδιοσταθμό Real FM.
Εκτιμώντας δε ότι προκαλείται σύγχυση στην κοινωνία το να βλέπει πολιτικούς να «κονταροχτυπιούνται σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής σκηνής και να χαριεντίζονται ή να συνεννοούνται όταν πέφτουν τα φώτα», προσέθεσε:
«Η στάση μου απέναντι σε αυτό το σύστημα, που ψευδεπίγραφα ονομάζεται ΣΥΡΙΖΑ, γιατί εγώ έχω πει τη θέση μου, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τελειώσει από τις 30 Ιουλίου και, σε κάθε περίπτωση, από τον Αύγουστο του ΄15, η σχέση μου είναι ότι είναι αντίπαλοι μου», «εργάζομαι και εργαζόμαστε για την ανατροπή τους και δεν απασχολεί μία άντληση δυναμικού από εκείνους που έδειξαν ότι λάκισαν, ότι λύγισαν ότι λιγοψύχησαν. Και ότι την κρίσιμη στιγμή, επέλεξαν σε κάθε περίπτωση την εξουσία και το τομάρι τους, από την κοινωνία και τη δημοκρατία».
Απαντώντας σε ερώτηση αν υπάρχουν περιθώρια συνεργασίας με την Λαϊκή Ενότητα και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ανέφερε πως «δεν έχουμε ανταγωνισμό με την Λαϊκή Ενότητα», «οι άνθρωποι που δίνουν τη μάχη μέσα από τη ΛΑΕ είναι άνθρωποι, που έχουν δοκιμασθεί και στάθηκαν όρθιοι, στάθηκαν στο ύψος τους» και επισήμανε ότι «αυτή τη στιγμή, ο χρόνος, ούτε εξυπηρετεί τίποτε, ούτε τη συγκρότηση της Λαϊκής Ενότητας, ούτε τη συγκρότηση της Πλεύσης Ελευθερίας, ούτε, κυρίως την ενεργοποίηση της κοινωνίας το να συζητάμε, ως το ζήτημα να είναι μεταξύ αυτών». Προσέθεσε πως τα ίδια ισχύουν και για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, «είναι άνθρωποι με εγνωσμένη διαδρομή και αγώνες και απολύτως χρήσιμη η ύπαρξη τους στο πολιτικό στερέωμα».
Στην παρατήρηση, ότι κατηγορείται από τον ΣΥΡΙΖΑ ότι κάνει “μονόπλευρη αντιπολίτευση”, ότι “κάνετε αυστηρή κριτική μόνο στον Τσίπρα κι έτσι ευνοείτε τον Μητσοτάκη”, είπε «πως είναι δύσκολο να ευνοήσει κανείς τη Νέα Δημοκρατία και τον κύριο Μητσοτάκη», και «ο καλύτερος σύμμαχος του κυρίου Τσίπρα είναι ο κύριος Μητσοτάκης» και τόνισε ότι αυτό που λέει η Πλεύση Ελευθερίας είναι ότι «πρέπει να ρίξουμε αυτό το καθεστώς, όχι αυτή την κυβέρνηση. Σ’ αυτό το καθεστώς ανήκει και ο κύριος Μητσοτάκης, ανήκει και η κυρία Γεννηματά, ο κύριος Θεοδωράκης, θα μπει σε λίγο, αφού το προσπαθεί έτσι και με μεγάλη ζέση, και ο κύριος Λεβέντης. Αυτό το καθεστώς πρέπει να ανατραπεί. Σ’ αυτό το καθεστώς ανήκουν και οι επιτετραμμένοι των ευρωπαϊκών οργάνων και του ΔΝΤ».
Η επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας, αναφέρθηκε επίσης στο πρόβλημα της ανεργίας, σημειώνοντας ότι το ζήτημα αντιμετωπίζεται με συνταγές, αλλά «με μια ενσυνείδητη απόφαση, ότι αυτή τη στιγμή πρέπει να οικοδομήσουμε τη χώρα μας και το μέλλον μας από την αρχή», ενώ «το ερώτημα με ποιο πρόγραμμα περνάει μέσα από την απάντηση ότι δεν υπάρχει κανένα πρόγραμμα που θα έρθει από πάνω ως συνταγή και το οποίο θα δώσει λύση». «Η λύση αυτή τη στιγμή είναι αφενός μεν να ξέρουν οι πολίτες όλα τα πραγματικά δεδομένα και για αυτό αγωνιζόμαστε και για διαφάνεια και για αλήθεια και για ενημέρωση των πολιτών, από την άλλη πλευρά, είναι απολύτως απαραίτητο, είναι ζωτικής σημασίας οι πολίτες να συμμετάσχουν στην κατάρτιση, στην διαμόρφωση του προγράμματος», προσέθεσε.
Τέλος, σχετικά με τη διεκδίκηση του γερμανικού χρέους και για το ελληνικό χρέος απέναντι στους δανειστές και τον τρόπο που πρέπει να κινηθεί η κυβέρνηση, η Ζωή Κωνσταντοπούλου τόνισε πως «το ζήτημα της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών έχει προδοθεί από την κυβέρνηση Τσίπρα», εξηγώντας πως από τον Γενάρη του ’15 υπάρχει εμπεριστατωμένη έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που αποτιμά τις γερμανικές οφειλές σε ύψος μεταξύ 278 και 340 δισεκατομμυρίων ευρώ και με βάση αυτήν την έκθεση «όφειλε η κυβέρνηση να έχει εγγράψει αυτήν την οφειλή στον Προϋπολογισμό, και αυτό θα είχε οδηγήσει σε μία εντελώς διαφορετική διαπραγματευτική δυναμική την χώρα».
Για το ελληνικό χρέος, σημείωσε πως έχει αποδειχθεί ότι είναι παράνομο, ότι «έχουμε τα επιχειρήματα και τα εργαλεία να το αποκηρύξουμε κι έχει αποδειχθεί ότι την κρίσιμη στιγμή ο Αλέξης Τσίπρας που είχε στα χέρια του το Πόρισμα της Επιτροπής επέλεξε να κάνει ότι δεν ξέρει, να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει». Αναφέρθηκε σε «ένοχες αντιδράσεις και του ΔΝΤ, που αναγκάστηκε να ομολογήσει τη μη βιωσιμότητα του Χρέους», και σε «μεγάλη στήριξη από τα όργανα του ΟΗΕ, τη Γενική Συνέλευση, τον Ανεξάρτητο Εμπειρογνώμονα …» και τόνισε:
«Το ελληνικό χρέος πρέπει να διαγραφεί. Είναι υψίστη αδικία στις επόμενες γενιές η μετακύλησή του στα μωρά και στα αγέννητα μωρά, θα ζήσει με αυτό το στίγμα ο Αλέξης Τσίπρας που επέλεξε στα 315 δισ. να φορτώσει άλλα 86 το προηγούμενο καλοκαίρι. Η κυβέρνηση η οποία θα απελευθερώσει τη χώρα από το μνημονιακό ζυγό θα προβεί ως πρώτη ενέργεια στην διαγραφή αυτού του χρέους και να ξέρετε, να θυμάστε ότι τότε εκείνοι που θα πρέπει να καταφύγουν στα δικαστήρια δεν θα είναι η ελληνική Κυβέρνηση, θα είναι εκείνοι που θα αμφισβητήσουν μια κυριαρχική απόφαση της χώρας και του λαού, που είναι η απόφαση διαγραφής».