Σε κάθε περίπτωση η Ομάδα Εργασίας του Εurogroup σε συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) και την Κομισιόν θα αναλάβουν το δύσκολο έργο να ποσοτικοποιήσουν τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους. Αυτό θα πρέπει να γίνει το αργότερο μέχρι την επόμενη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, τον Οκτώβριο.
Σύμφωνα με τη δήλωση του Εurogroup o οδικός χάρτης για το χρέος προβλέπει μέτρα βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, υπό την εξής μορφή:
-Βραχυπρόθεσμα
Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να είναι έτοιμα μέχρι το φθινόπωρο, δεν έχουν κόστος για τους εταίρους, ούτε χρειάζεται για την υλοποίησή τους απόφαση των κοινοβουλίων τους. Τα σημαντικότερα είναι:
-Εξομάλυνση των αποπληρωμών, ώστε να είναι ισορροπημένες μέσα στον χρόνο, χωρίς να αλλάξει η τρέχουσα σταθμισμένη μέση λήξη.
-Μέτρα για τη μείωση του κινδύνου αύξησης των επιτοκίων, χωρίς να συνεπάγεται κανένα επιπλέον κόστος για τις άλλες χώρες.
-Μεσοπρόθεσμα
Το Eurogroup αναμένει να εφαρμόσει μια πιθανή δεύτερη δέσμη μέτρων μετά την επιτυχή υλοποίηση του ελληνικού μνημονίου. Αυτά τα μέτρα θα εφαρμοστούν εάν μια επικαιροποίηση της ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους καταδείξει αυτή την ανάγκη. Πρόκειται, κυρίως, για:
-Επιστροφή των κερδών της ΕΚΤ και των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν. Αφορά, αναδρομικά 1,8 δισ. ευρώ για το 2014 που είχε παγώσει η επιστροφή τους εξαιτίας της μη ολοκλήρωσης της αξιολόγησης το εν λόγω έτος. Θα επιστραφούν επίσης τα κέρδη από το 2017 και μετέπειτα, ενώ το συνολικό πόσο που θα δοθεί στη χώρα μας ανέρχεται σε 8 δισ. ευρώ.
-Πρόωρη εξόφληση δανείων του ΔΝΤ ή διμερών δανείων κρατών μελών προς την Ελλάδα, με τα 20 δισ. ευρώ που περίσσεψαν από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και βρίσκονται στην ΕΜΣ.
-Εάν είναι απαραίτητο, στοχευμένη αναδιαμόρφωση των δανείων του ΕΤΧΣ (δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης), μέσω επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής, καθώς και μείωση ή αναβολή των πληρωμών τόκων.
-Μακροπρόθεσμα
-Πρόβλεψη σε βάθος χρόνου ενός μηχανισμού έκτακτης ανάγκης για το χρέος που θα ενεργοποιείται για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους μακροπρόθεσμα, σε περίπτωση που προκύψει μια δυσμενής εξέλιξη.