ΜΕ ΜΕΓΕΘΟΣ της τάξεως περίπου του 1 τρισεκατομμυρίου ευρώ, ο επταετής προϋπολογισμός καλύπτει τις περισσότερες από τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων για τους αγρότες και τα έργα υποδομής. Πριν από την πανδημία, οι κυβερνήσεις συζητούσαν τον τρόπο με τον οποίο θα αντιδράσουν στην έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ενωση, η οποία αφαίρεσε μια καθαρή συνεισφορά στον προϋπολογισμό. Χώρες στη Νότια Ευρώπη υποστήριξαν ότι τα υπόλοιπα 27 κράτη θα πρέπει να αυξήσουν την εθνική συνεισφορά, η οποία επί του παρόντος ανέρχεται σε περίπου 1% του ΑΕΠ, για να αντισταθμίσουν την αποχώρηση της Βρετανίας. Ωστόσο, η Βόρεια Ευρώπη απέρριψε την άποψη αυτή, υποστηρίζοντας ότι μια μικρότερη Ευρωπαϊκή Ενωση χρειάζεται μικρότερο προϋπολογισμό. Τον Φεβρουάριο, οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής να φτάσουν την εθνική συνεισφορά στο 1,1% του ΑΕΠ.
ΤΩΡΑ ΠΟΥ Η ΗΠΕΙΡΟΣ βρίσκεται σε ύφεση, τα κράτη της Νότιας Ευρώπης θα έχουν περισσότερα επιχειρήματα για να απαιτήσουν μεγαλύτερο προϋπολογισμό για την προώθηση της ανάπτυξης. Για τα κράτη της Βόρειας Ευρώπης θα ήταν ευκολότερο να επεξεργαστούν μια μικρή αύξηση της εθνικής συνεισφοράς σε σχέση με άλλα μέτρα που έχει προωθήσει ο Νότος, όπως η έκδοση χρέους από κοινού (ή «κορονο-ομόλογο»), για τον μετριασμό του οικονομικού πλήγματος από την κρίση του COVID-19. Αλλά ακόμη και αν οι κυβερνήσεις του Βορρά δεχθούν μεγαλύτερη εθνική συνεισφορά, θα συνεχίσουν να πιέζουν για να την κρατήσουν σε όσο το δυνατόν πιο μετριοπαθές επίπεδο.
Η ΔΕΥΤΕΡΗ συζήτηση θα αφορά στο πώς θα πρέπει να δαπανηθούν τα χρήματα. Η Βόρεια Ευρώπη θέλει να απομακρύνει τις δαπάνες από πολιτικές όπως οι γεωργικές επιδοτήσεις και τα σχέδια υποδομής και να επικεντρωθούν σε τομείς όπως η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και η ψηφιοποίηση της οικονομίας της Ε.Ε. Ομως, χώρες της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης, που είναι καθαροί αποδέκτες των γεωργικών πόρων και των ταμείων συνοχής, θέλουν να διατηρήσουν τις δαπάνες σε αυτούς τους τομείς όσο το δυνατόν υψηλότερα. Υπό το πρίσμα της πανδημίας, οι νότιες και ανατολικές χώρες θα πιέσουν ακόμη περισσότερο για να διατηρήσουν αυτές τις επιδοτήσεις, προκειμένου να βοηθήσουν την ήπειρο να ανακάμψει. Η δυναμική υποστήριξη της Φον ντερ Λάιεν στα ταμεία συνοχής υποδηλώνει ότι ο Νότος και η Ανατολική Ευρώπη ενδέχεται να έχουν στο πλευρό τους την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά τη διάρκεια των προσεχών διαπραγματεύσεων για τις δαπάνες.
Καθυστερημένα σχέδια για το κλίμα;
Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ αναγκάζει ήδη την Ε.Ε. να αλλάξει τις πολιτικές της προτεραιότητες. Οι Βρυξέλλες παραδέχτηκαν πρόσφατα ότι αρκετές πρωτοβουλίες που σχετίζονται με την Πράσινη Συμφωνία -η οποία αποσκοπεί να καταστήσει την Ευρώπη ουδέτερη κλιματικά έως το 2050- θα πρέπει να αναβληθούν λόγω της κρίσης του COVID-19. Πρωτοβουλίες όπως το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για το Κλίμα (μια διαδικασία ανοικτών δημόσιων διαβουλεύσεων σχετικά με τις πράσινες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης) ή η Στρατηγική Farm to Fork («από το αγρόκτημα στο πιάτο», μια σειρά κατευθυντήριων γραμμών για να καταστεί η παραγωγή τροφίμων πιο βιώσιμη) έχουν μεταφερθεί στα τέλη του 2020, μαζί με το Σχέδιο Υπεράκτιων ΑΠΕ και τη Στρατηγική της Ε.Ε. για τη Βιοποικιλότητα το 2030. Στο μεταξύ, οι πολιτικές που περιλαμβάνουν τη νέα στρατηγική της Ε.Ε. για την προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος» και τη νέα στρατηγική της Ε.Ε. για τα δάση μεταφέρθηκαν στο 2021.
Ταμείο Ανάκαμψης: Ποια νέα έργα εντάσσονται στις χρηματοδοτήσεις του Ταμείου;
ΠΡΙΝ ΑΠΟ την υγειονομική κρίση, οι χώρες που εξαρτώνται από τον άνθρακα στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη επέκριναν την Πράσινη Συμφωνία, υποστηρίζοντας ότι η μετάβαση στις ΑΠΕ θα ήταν πολύ ακριβή για αυτές. Η παγκόσμια ύφεση θα τους δώσει επιπλέον επιχειρηματολογία για να επικρίνουν το σχέδιο και να πιέσουν τις Βρυξέλλες να εστιάσουν στην οικονομία αντί για το περιβάλλον. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επενδύσει σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο στην Πράσινη Συμφωνία, που σημαίνει ότι είναι απίθανο να εγκαταλείψει εντελώς το περιβαλλοντικό σχέδιο. Αλλά ο COVID-19 και η οικονομική ύφεση θα αναγκάσουν τις Βρυξέλλες να επιβραδύνουν την εφαρμογή της φιλόδοξης εμβληματικής πολιτικής τους.
Η μεγάλη εικόνα
ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ και υγειονομικές επιπτώσεις από την ευρωπαϊκή κρίση του COVID-19 αναγκάζουν την Ευρωπαϊκή Ενωση να επαναξιολογήσει τις πολιτικές της προτεραιότητες, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει την Ενωση να εγκαταλείψει τα σχέδια μείωσης των δαπανών σε ορισμένους τομείς, μετριάζοντας την ίδια στιγμή τις φιλοδοξίες της σε άλλους. Αυτό θα οδηγήσει σε συγκρούσεις μεταξύ των κυβερνήσεων του Βορρά και του Νότου, οι οποίες έχουν διαφορετικούς στόχους για τον επταετή προϋπολογισμό της Ενωσης. Ο προϋπολογισμός πρέπει να εγκριθεί ομόφωνα, πράγμα που σημαίνει ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να επιτύχουν συμβιβασμούς για την έγκριση των νέων σχεδίων αναφορικά με τις δαπάνες.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου