Γνωστός για τα αθάνατα φορέματά του που αναδεικνύουν το γυναικείο σώμα, ο Αζεντίν Αλαϊά εισήλθε στον κόσμο της μόδας τη δεκαετία του 1980. Παρουσίαζε τα ντεφιλέ του σύμφωνα με το δικό του χρονοδιάγραμμα, μακριά από τη φρενίτιδα των εβδομάδων μόδας, και χωρίς εντυπωσιασμούς.
«Σήμερα έφυγε ένας πολύ ταλαντούχος σχεδιαστής μόδας. Τον ήξερα για τη δουλειά του. Είναι ένα πολύ θλιβερό νέο», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο σχεδιαστής μόδας Πιερ Καρντέν.
Για τον πρώην υπουργό Πολιτισμού και πρόεδρο του Ινστιτούτου Αραβικής Μόδας (IMA) Τζακ Λανγκ, «ο Αζεντίν ήξερε καλύτερα από τον καθένα να αναδεικνύει τις γυναίκες. Τις αγαπούσε και εκείνες, σε ανταπόδοση, τον σέβονταν απεριόριστα», έγραψε στον λογαριασμό του στο Facebook και πρόσθεσε: «Ήταν ένας μάγος του ψαλιδιού και της ραπτικής.»
Η ιταλίδα γκαλερίστα Κάρλα Σοτσάνι, στενή φίλη του μεγάλου μόδιστρου, επιβεβαίωσε κι εκείνη από την πλευρά της τον θάνατό του στο Women’s Wear Daily, τη βίβλο των επαγγελματιών της μόδας.
Αλλεργικός στις μεθόδους προώθησης, αυτός ο μικροκαμωμένος διακριτικός άνδρας, απαράλλαχτα ντυμένος με ένα κινέζικο κοστούμι, είχε την πολυτέλεια να μην έχει ανάγκη τη δημοσιότητα. Τα σπάνια ντεφιλέ του πραγματοποιούνταν μπροστά σε μια μικρή επιτροπή στο ατελιέ του που ήταν παράλληλα και μπουτίκ στο Μαρέ.
Ο Αλαϊά επινοούσε τα ρούχα του σε τρεις διαστάσεις, χρησιμοποιώντας λίγο το σχέδιο. Έκανε πολλές υπερβάσεις, στην υψηλή ραπτική, αλλά επίσης στο πρετ-α-πορτέ, παρακάμπτοντας τις διαταγές της συστηματικής ανανέωσης κάθε σεζόν: συνέβαινε να προτείνει το ίδιο φόρεμα για δύο χρόνια στη σειρά.
Φοιτητής γλυπτικής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Τύνιδας, γιος αγροτών, άρχισε να εργάζεται σε ένα συνοικιακό ραφτάδικο. Φθάνοντας στο Παρίσι στα τέλη της δεκαετίας του 1950 εργάζεται για λίγο στον οίκο Ντιόρ και στον Γκι Λαρός.
Πολύ νεαρός αρχίζει να ντύνει τις γυναίκες του κόσμου των οποίων γίνεται συχνά ο έμπιστός τους. Γνωρίζει την Αρλετί, που θα γίνει μία από τις μούσες του, ακόμη και την Γκάρμπο.
Ο μόδιστρος συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στον ορισμό της γυναικείας σιλουέτας τη δεκαετία του 1980, επινοώντας το σώμα, το χυτό μαύρο καλσόν, τη φούστα με φερμουάρ στην πλάτη, σχέδια που αντιγράφονται ακατάπαυστα Τα φορέματά του, σαν δεύτερο δέρμα, είναι ταυτόχρονα προκλητικά και ξεχωριστά.
Οι διασημότητες τον αδράχνουν κυρίως η αγαλματένια Γκρέις Τζόουνς που ποζάρει φορώντας τις δημιουργίες του υπό τον φακό του Ζαν-Πολ Γκουντ. Το 1989 είναι εκείνος που παραγγέλνει στον Αλαϊά την τήβεννο-σημαία που φόρεσε η τραγουδίστρια Τζέσι Νόρμαν για το ντεφιλέ των 200 χρόνων της Γαλλικής Επανάστασης.
Το 2000 υπογράφει συμφωνία με την Prada, που θα του επιτρέψει να αναπτυχθεί, αλλά από την οποία θα αποδεσμευθεί επτά χρόνια αργότερα για να προσεγγίσει τον πολυτελή ελβετικό οίκο Richemont. Παρά την αλλαγή προσεταιρισμού, ο Αλαϊά δεν άλλαξε καθόλου τις συνήθειές του: εργαζόταν ακούραστα τη νύχτα υπό τον ήχο παλιών κινηματογραφικών ταινιών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ