Σύμφωνα με στοιχεία που φέρνει στο φως ο «Ε.Τ.», οι μόλις δύο επιτροπές που λειτουργούν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη δεν προλαβαίνουν να εξετάσουν το σύνολο των αστυνομικών, ενώ υπάρχουν άνδρες της Αστυνομίας που ενώ έχουν εμπλακεί σε σοβαρά περιστατικά με τραυματισμούς ή θανάτους δεν περνούν από τους ψυχολόγους. Το 3% των αστυνομικών που εξετάζεται από τις επιτροπές, που αποτελούνται από έναν ψυχίατρο και δύο ψυχολόγους, κρίνεται ακατάλληλο να φέρει όπλο και έτσι με απόφαση του Αρχηγείου μετατίθεται σε υπηρεσίες γραφείου. Αρμόδιες πηγές αναφέρουν ότι το 3% αφορά σε «σοβαρές περιπτώσεις» και πως σίγουρα το ποσοστό θα ήταν υψηλότερο αν γινόταν μία πιο ενδελεχής εξέταση.
Συγκεκριμένα από το 2009 που λειτουργούν οι επιτροπές όπλων μέχρι σήμερα έχουν εξεταστεί 16.500 αστυνομικοί στην Αττική, εκ των οποίων κρίθηκαν ακατάλληλοι οι 500. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν στην Αττική τουλάχιστον 4.000 ένστολοι που δεν έχουν περάσει ποτέ από τις επιτροπές όπλων, εκ των οποίων -κατ’ εκτίμηση με βάσει το παραπάνω ποσοστό ακαταλληλότητας- οι 120 φέρουν όπλο ενώ δεν θα έπρεπε.
Τα μέλη των επιτροπών, οι οποίες υπάγονται απευθείας στον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ., δουλεύουν σκληρά αλλά δεν προλαβαίνουν να εξετάσουν παραπάνω από 2.060 άνδρες το χρόνο στην Αττική. Και όλα αυτά συμβαίνουν σε μία περίοδο με πολλά περιστατικά ένοπλων συμπλοκών ανάμεσα σε αστυνομικούς και κακοποιούς, αλλά και αυτοκτονίες ενστόλων. Ακόμα και μετά από ένοπλες συμπλοκές υπάρχουν αστυνομικοί που δεν καλούνται από την υπηρεσία τους να περάσουν από τις επιτροπές.
Ο 30χρονος ειδικός φρουρός, ο οποίος δολοφόνησε 52χρονο οδηγό ταξί στην Καστοριά, παρότι είχε πυροβολήσει το καλοκαίρι του 2014 τον Νίκο Μαζιώτη στο κέντρο της Αθήνας, δεν πέρασε στη συνέχεια από τις επιτροπές όπλων της Αττικής, παρότι, σύμφωνα με τους ειδικούς, τέτοιου είδους σοβαρά περιστατικά μπορούν να έχουν επίδραση στην ψυχολογία του ενστόλου. Και αυτό μολονότι η συμπλοκή με τον Μαζιώτη έγινε αιτία για να μετατεθεί ο 30χρονος για υπηρεσιακούς λόγους ασφαλείας από την Αθήνα στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Καστοριά.
«Οταν έχουμε περιστατικά με τραυματισμούς ή θανάτους, είναι απαραίτητη η εξέταση. Για παράδειγμα, πριν από μία εβδομάδα δύο αστυνομικοί πυροβόλησαν ληστή σούπερ μάρκετ που απειλούσε ότι θα σκοτώσει μία υπάλληλο στο Καματερό. Δεν σημάνει ότι οι άνθρωποι αυτοί επειδή πυροβολούν είναι ακατάλληλοι. Σε καμία περίπτωση. Απλά χρειάζεται σίγουρα έλεγχος. Και για την κοινωνία και για τους ίδιους. Πρόκειται για συμβάντα που στιγματίζουν τη ζωή σου. Μην ξεχνάτε πόσες αυτοκτονίες ενστόλων είχαμε πέρυσι και φέτος. Μόλις τον Ιανουάριο αυτοκτόνησε άνδρας των ΜΑΤ στου Γκύζη. Πρόκειται για μία δύσκολη περίοδο, καθώς συντρέχουν και παράγοντες που δεν έχουν να κάνουν με την υπηρεσία, όπως είναι τα διογκωμένα προβλήματα που βιώνει ο καθένας στο σπίτι του», αναφέρει αστυνομική πηγή.
Χριστούγεννα στα χιονοδρομικά κέντρα της χώρας: Ποια είναι ανοιχτά και πώς λειτουργούν
Η εξέταση των αστυνομικών από τις επιτροπές όπλων χαρακτηρίζεται ως «φωτογραφία της στιγμής»: «Δεν σημαίνει ότι όσοι κρίνονται κατάλληλοι από τις επιτροπές είναι απαραίτητα εντάξει. Και αυτό διότι λόγω του όγκου δουλειάς οι επιτροπές κρίνουν ακατάλληλους μόνο τις πολύ σοβαρές περιπτώσεις. Επίσης χρειάζεται επανάληψη της εξέτασης κάθε πέντε χρόνια γιατί η ψυχική κατάσταση του καθένα μας μεταβάλλεται. Δεν σημαίνει ότι επειδή είναι ψυχικά υγιής κάποιος τώρα θα είναι και σε τρία χρόνια».
Σύμφωνα με το νόμο 3169/2003, «οι υγειονομικές επιτροπές της ΕΛ.ΑΣ. προχωρούν σε εξέταση για τον έλεγχο καταλληλότητας μέσα σε ένα έτος μετά τη συμπλήρωση πενταετίας από την αποφοίτηση των αστυνομικών από τις Σχολές Αστυφυλάκων και Αξιωματικών (…) Οι αστυνομικοί που δεν έχουν υποβληθεί σε ψυχοτεχνικές δοκιμασίες για την εισαγωγή τους στην Αστυνομία υποβάλλονται στις δοκιμασίες αυτές μέσα σε πέντε έτη από την έναρξη της ισχύος του νόμου (…) Οι αστυνομικοί που κρίθηκαν ακατάλληλοι έχουν δικαίωμα προσφυγής στην Επιτροπή Προσφυγών (…) Οι μη κατάλληλοι με απόφαση του αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας εκτελούν υπηρεσία για την οποία δεν κρίνεται απαραίτητη η οπλοφορία».
Το καλύτερο δυνατόν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, θα ήταν να υπάρχει σε κάθε αστυνομική υπηρεσία -ή τουλάχιστον στις μάχιμες όπως η Αμεση Δράση- ένας ψυχολόγος που θα μπορούσε να παρακολουθεί πιο στενά τους αστυνομικούς. Απαραίτητο κρίνεται, επίσης, να προχωρήσουν τα ψυχοτεχνικά τεστ που έχει προμηθευτεί η ΕΛ.ΑΣ., διαδικασία που φαίνεται ότι έχει «κολλήσει».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ
akalafatis@e–typos.com
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου