Η τραγωδία με τους τέσσερις φίλους που έχασαν τη ζωή τους στο Λουτράκι, φέρνει στο φως την επιμονή στο κυνήγι του χαμένου θησαυρού που σε αυτή την περίπτωση συνεχίστηκε μέχρι θανάτου.
Μόλις μία εβδομάδα πριν, περνούσαν το κατώφλι της ανακρίτριας τα μέλη μιας άλλης ομάδας που έσκαβε μανιωδώς σε ορεινές περιοχές της Πελοποννήσου ακόμα και την περίοδο της καραντίνας, συντάσσοντας ψεύτικα έγγραφα μετακίνησης.
Πέντε άτομα που συνελήφθησαν και αρκετά ακόμα που δεν έχουν εντοπιστεί συμμετείχαν, σύμφωνα με τη δικογραφία που αποκαλύπτει ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, «σε εγκληματική ομάδα με διακριτούς των μελών της ρόλους, με διαρκή δράση και με σκοπό την αποκόμιση παράνομου κέρδους, μέσω της παράνομης ανασκαφής ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας, της υπεξαίρεσης αρχαίων αντικειμένων και στη συνέχεια διακίνηση και εμπορία αυτών».
Αδικήματα
Η δικογραφία σχηματίστηκε για τα αδικήματα της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης και παράβαση της νομοθεσίας περί αρχαιοτήτων και της εν γένει πολιτιστικής κληρονομιάς, ενώ αίσθηση προκάλεσε στους αστυνομικούς το γεγονός ότι ετοίμαζαν και έγγραφα για τον κορονοϊό. «Η συμμετοχή μερικών κατηγορουμένων στις παράνομες αρχαιολογικές έρευνες-λαθρανασκαφές προκύπτει και από τη συνομιλία όπου οι Η. και Μ. συνομιλούν για τα έγγραφα κίνησης που συνέταξαν για τη μετάβασή τους στην περιοχή της Κανδήλας, προκειμένου να δικαιολογούν τη μετακίνησή τους, το διάστημα που ίσχυαν οι περιορισμοί κίνησης για την αποφυγή της εξάπλωσης της πανδημίας», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Οι αρχές έφτασαν στα ίχνη της σπείρας παρακολουθώντας τηλεφωνικές συνομιλίες για άλλη υπόθεση και διαπίστωσαν ότι τουλάχιστον από τον περασμένο Φεβρουάριο μέχρι τις 7 Μαΐου που έπεσε στα χέρια της Αστυνομίας, η ομάδα αυτή «όργωνε» ολόκληρες περιοχές της Αρκαδίας και της Κορινθίας με τον κατάλληλο εξοπλισμό προκειμένου να εντοπίσει τις πολυπόθητες λίρες.
«Την εν λόγω ομάδα διηύθυνε και κατηύθυνε ως αρχηγός ο υπό στοιχεία (1) κατηγορούμενος, ήτοι ο Η.Ι. που είτε οργάνωνε τις παράνομες ανασκαφές συμμετέχοντας σε άπασες ως επικεφαλής του επιχειρησιακού βραχίονα της ομάδας είτε υποστήριζε χρηματικά αυτές είτε τέλος παρέχοντας τον αναγκαίο εξοπλισμό και τα λοιπά μέσα», γράφει η δικογραφία.
Οσο έσκαβαν πάντως προσπαθούσαν να λαμβάνουν μέτρα προστασίας, όχι φυσικά από τον κορονοϊό αλλά από τους αστυνομικούς. Εκτός από αρχηγό η ομάδα είχε τσιλιαδόρους ενώ σε κάποιες περιπτώσεις στρατολογούνταν και κάτοικοι των περιοχών όπου γίνονταν οι έρευνες προκειμένου να βοηθήσουν. «Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επιλογής των σημείων, της πραγματοποίησης των ανασκαφών αλλά και μετά το πέρας αυτών, απέφευγαν να αναφέρουν το ακριβές σημείο που πραγματοποιούσαν τις παράνομες πράξεις τους, δεν πραγματοποιούσαν συνήθως τηλεφωνικές επικοινωνίες (εισερχόμενες-εξερχόμενες) με αποτέλεσμα να μην ενεργοποιούν κεραίες κινητής τηλεφωνίας, καθιστώντας αδύνατο τον ακριβή προσδιορισμό των σημείων ανασκαφής και δυσχεραίνοντας τον επ’ αυτοφώρω εντοπισμό τους και την πλήρη αποκάλυψη του έργου της εγκληματικής τους δράσης, ενώ παράλληλα, χρησιμοποιώντας τσιλιαδόρους και στρατολογώντας κατοίκους των περιοχών όπου δρούσαν, δημιουργούσαν στεγανά και ασφαλείς περιοχές δράσης». Στις συνομιλίες τους τα μέλη της ομάδας μιλούσαν με κωδικούς αποκαλώντας «κουβαδάκια» τα σημεία όπου θα άνοιγαν λάκκους.
Με… καταρρίχηση
Οι συλληφθέντες είχαν «σκανάρει» περιοχές κοντά στο Λουτράκι Κορινθίας αλλά και στην Αρκαδία, στην περιοχή Κανδήλα Τρίπολης, χρησιμοποιώντας κατάλληλα μηχανήματα ανασκαφής, ανιχνευτές μετάλλων και άλλα μηχανήματα ελέγχου του εδάφους. Οι έρευνες επαναλαμβάνονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα, ενώ έκαναν ακόμα και καταρρίχηση με ειδικό εξοπλισμό.
«Αποφάσισαν να αναβαθμίσουν τον εξοπλισμό τους με εργαλεία και υλικά πρόσφορα για αρχαιολογική έρευνα και ανασκαφή σε βάθος, καθώς προμηθεύτηκαν ζώνες, ιμάντες και κατάλληλα γάντια αναρρίχησης και καταρρίχησης, γεγονός που καταδεικνύει επαγγελματισμό, προγενέστερη γνώση και εμπειρία στη διενέργεια τέτοιου είδους παράνομης δραστηριότητας».
Για να προσεγγίσουν τις περιοχές που ερευνήθηκαν οι αστυνομικοί ζήτησαν τη βοήθεια του Ορειβατικού Συλλόγου Τρίπολης. Κατά τη διάρκεια της αστυνομικής επιχείρησης «εντοπίστηκαν δύο χώροι συνολικού εμβαδού περίπου έντεκα τετραγωνικών μέτρων, πρόσφατης διενέργειας λαθρανασκαφών και παράνομων αρχαιολογικών ερευνών, που είχαν πραγματοποιήσει οι συμμετέχοντες στην εγκληματική οργάνωση, σε απόκρημνη και δύσβατη, βραχώδη πλαγιά του όρους Κουτρουμάνα της Τοπικής Κοινότητας Κανδήλας του Δήμου Τρίπολης Αρκαδίας, σε ύψος περίπου τριάντα πέντε μέτρων από το έδαφος».
ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ ΤΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΟΙ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΟΙ
Απόστολος Λύτρας: «Δεν έψαχναν για αρχαία, αλλά…»
Στις καταθέσεις τους οι εμπλεκόμενοι αρνήθηκαν τις κατηγορίες. «Εξεταζόμενοι οι συλληφθέντες κατηγορούμενοι αρνήθηκαν τα σε βάρος τους και ισχυρίσθηκαν ότι παρακολουθούσαν έτερη ομάδα που πραγματοποιούσε λαθρανασκαφή στην περιοχή της Κανδήλας Δήμου Τρίπολης Αρκαδίας, η οποία εγκατέλειψε το σημείο προ διημέρου και δεδομένου ότι είχαν πληροφορίες για ύπαρξη θησαυρού στην περιοχή επιχείρησαν στο σημείο, εντόπισαν τον εξοπλισμό και ερεύνησαν την περιοχή με αρνητικό αποτέλεσμα».
Οι έρευνες γίνονταν με ανιχνευτή που είχε εφεύρει ένας από τους εμπλεκόμενους, όπως λέει στον «Ε.Τ.» ο δικηγόρος του Απόστολος Λύτρας. «Οπως ισχυρίστηκαν, έψαχναν μόνο για χρυσές λίρες που, ως φημολογούνταν από ηλικιωμένους κατοίκους, υπήρχαν στην περιοχή και όχι για αρχαία. Ο εντολέας μου είναι συνταξιούχος καθηγητής ηλεκτρονικός, κατείχε νόμιμα και με άδεια τον ανιχνευτή μετάλλων που βρέθηκε στην κατοχή του, τον οποίο είχε εφεύρει και κατασκευάσει. Δεν υπάρχουν ικανές ενδείξεις και δεν δύναται να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα της αρχαιοκαπηλίας για το οποίο κατηγορούνται», λέει ο κ. Λύτρας προσθέτοντας: «Σχετικά με τους τέσσερις νεκρούς στο Λουτράκι, ο εντολέας μου μου είπε ότι υπάρχουν πολλοί κίνδυνοι. Δεν είχαν όμως σχέση οι κατηγορούμενοι με τους νεκρούς».
Μετά τις απολογίες τους στην ανακρίτρια οι συλληφθέντες αφέθηκαν ελεύθεροι. Κάποιες από τις ομάδες που έψαχναν λίρες στην Πελοπόννησο πάντως είχαν έντονα ανταγωνιστική σχέση και στο παρελθόν είχαν ανταλλάξει ακόμα και πυροβολισμούς για εκφοβισμό, σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων των περιοχών όπου γίνονταν οι έρευνες.
Αποκαλυπτική συνομιλία μεταξύ δύο κατηγορουμένων
– Ελα, ρε ομορφόπαιδο.
– Ελα, τι έγινε;
– Ε, εγώ είμαι εδώ στο «κουβαδάκι».
– Ελα;
– Είμαι στο «κουβαδάκι» που βρήκατε.
– Α, ωραίος, ωραίος, έλα, ρε Γ., τώρα σε κατάλαβα γιατί δεν το ’χω βάλει το τηλέφωνο, ωραία, κάνε δουλειά σου.
– Το… αποθηκάκι είναι αυτό με τον τσιμεντόλιθο, από πίσω δεν λες;
– Ναι, αυτό είναι.
– Είναι αυτό που το βλέπω από την πίσω μεριά, στην πρώτη, στην πίσω είσοδο ήτανε το «κουβαδάκι» ή στην μπροστά;
– Οχι στην μπροστά, στην πίσω.
– Στην πίσω, μάλιστα, εκεί δείχνουν όλα.
– Κατάλαβες, εκεί που έχει ένα σωρό με ξύλα.
– Ναι, εκεί… (ακατάληπτο).
– Εκεί δεν είναι ο σωρός με τα ξύλα;
– Ηδη είναι και αποτύπωμα, ότι υπήρχαν, εκτός κι αν υπάρχει κάτι άλλο πιο μέσα.
– Δεν ξέρω, δεν ξέρω, για φάε τον τόπο γύρω γύρω, μ’ ακούς;
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής