Ωστόσο άφησε να εννοηθεί ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει την υφιστάμενη νομισματική πολιτική καθώς παραμένει ανέφικτος ο στόχος του πληθωρισμού. Στο πλαίσιο αυτό επιβεβαίωσε ότι η πολιτική της νομισματικής χαλάρωσης (QE) θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι το Δεκέμβριο, και άφησε να εννοηθεί ότι η ΕΚΤ δεν προτίθεται να προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων της πριν ολοκληρωθεί το συγκεκριμένο πρόγραμμα.
Νέα Υόρκη: Συνελήφθη ο άνδρας που έβαλε φωτιά σε γυναίκα σε συρμό του μετρό
Μιλώντας στο πλαίσιο της καθιερωμένης συνέντευξης Τύπου, ο επικεφαλής της ΕΚΤ άφησε να φάνει η δυσαρέσκειά του από την πρόσφατη κριτική που απηύθυνε πριν από λίγες ημέρες στην ασκούμενη νομισματική πολιτική ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. «Αποτελεί ειρωνεία να ακούς τέτοια σχόλια από αυτούς που έδωσαν μάχη για τη θεσμική κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ντράγκι. Σε ερώτηση για το κατά πόσο η προαναγγελθείσα οικονομική πολιτική της νέας αμερικανικής κυβέρνησης θα επηρεάσει τα δεδομένα της παγκόσμιας οικονομίας, ο επικεφαλής της ΕΚΤ διαπίστωσε ότι ο «κίνδυνος να προχωρήσει η κυβέρνηση Τραμπ σε μία εμπορική πολιτική προστατευτισμού έχει πλέον υποχωρήσει».
Αναφορικά με την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας οι προβλέψεις της ΕΚΤ είναι σαφώς πλέον πιο αισιόδοξες σε σύγκριση με το παρελθόν. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, η ανάπτυξη βελτιώνεται και τα πράγματα πηγαίνουν σαφώς καλύτερα. Μέχρι και το τέλος του 2016, υπενθύμισε ο ίδιος, η ΕΚΤ διαπίστωνε ότι η ανάκαμψη της οικονομίας ήταν επισφαλής και «εύθραυστη». Αντίθετα σήμερα φαίνεται, όπως είπε, να έχει ισχυροποιηθεί και να έχει γενικευθεί. Το ίδιο ωστόσο δεν συμβαίνει και με τον πληθωρισμό ο οποίος συνεχίσει να κινείται με επίπεδα πολύ χαμηλότερα από το στόχο του 2% -ή πλησίον αυτού- που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί στο μέτωπο της ανάκαμψης ο κ. Ντράγκι παραδέχθηκε ότι η οικονομία τα τελευταία χρόνια, εκτός από τους κερδισμένους, άφησε πίσω της και πολλούς χαμένους. Για το λόγο αυτό υπογράμμισε ότι είναι θα ήταν λάθος η οικονομική πολιτική να μη λαμβάνει υπόψη της «τις οικονομικές ανισότητες» που προκάλεσε η παγκοσμιοποίηση. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο υπογράμμισε ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές στην ευρωζώνη θα πρέπει να προχωρήσουν, υποστηρίζοντας ότι το σημαντικότερο πρόβλημα αποτελεί η χαμηλή παραγωγικότητα.