Η χθεσινή εκλογή ήταν αρκετά άνετη, δεδομένου ότι στηρίχθηκε από τις τρεις μεγαλύτερες πολιτικές ομάδες του σώματος. Η ψηφοφορία στην Ευρωβουλή ήταν ένα πρώτο τεστ της ανθεκτικότητας του «πακέτου» των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τα ευρωπαϊκά πόστα, το οποίο αμφισβητείται έντονα από τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές, που αισθάνονται «ριγμένοι».
Στη Γερμανία ο κυβερνητικός συνασπισμός, που ούτως ή άλλως δεν πήγαινε καλά, κινδυνεύει με κατάρρευση, δεδομένου ότι η καγκελάριος Μέρκελ δέχεται ομαδικά «πυρά» τόσο από τα δεξιά της όσο και από αριστερά. Οι δεξιοί Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας της προσάπτουν ότι εγκατέλειψε την υποψηφιότητα Βέμπερ και οι Σοσιαλδημοκράτες πνέουν μένεα εναντίον της καγκελαρίου γιατί δεν τους συμβουλεύτηκε προηγουμένως, ως όφειλε.
Το δύσκολο τεστ για τη νέα επιλεγείσα πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είναι μπροστά της, αφού στα μέσα του μήνα θα ζητήσει έγκριση από την Ολομέλεια της Ευρωβουλής – για να πάρει, δηλαδή, ψήφο εμπιστοσύνης. Πρέπει να υπερβάλει τον εαυτό της για να πάρει το «πράσινο φως» γιατί πολλοί σοσιαλιστές ευρωβουλευτές είναι έξαλλοι με την επιλογή αυτή θεωρώντας ότι αξιοκρατικά δεν είναι καλή. Στην πραγματικότητα, αντιδρούν γιατί αποκλείστηκε ο δικός τους υποψήφιος Φρανς Τίμερμανς. Χωρίς την ψήφο των σοσιαλιστών και με δεδομένο ότι οι Πράσινοι και η Αριστερά δεν θα την ψηφίσει, η νέα πρόεδρος θα χρειαστεί να πάρει ψήφους από τους ευρωσκεπτικιστές, τους λαϊκιστές και τους ακροδεξιούς για να εκλεγεί.
ΗΠΑ: Ο Τραμπ ανοίγει τον δρόμο για τα Ρομποταξί – Τρίβουν τα χέρια τους στην Tesla
Από εκεί και πέρα, η επιλογή της υπόλοιπης ομάδας, δηλαδή του Βέλγου πρωθυπουργού Σαρλ Μισέλ για τη θέση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Ισπανού υπουργού εξωτερικών Ζοζέπ Μπορέλ ως επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας και της Κριστίν Λαγκάρντ στην προεδρία της ΕΚΤ, έχει αποσπάσει σε γενικές γραμμές θετικά σχόλια.
Ειδικότερα, η επιλογή της Κριστίν Λαγκάρντ προκάλεσε στις αγορές από ικανοποίηση μέχρι ενθουσιασμό. Κι αυτό γιατί η κ. Λαγκάρντ ναι μεν είναι υπέρ της δημοσιονομικής πειθαρχίας, ωστόσο υποστηρίζει ταυτόχρονα και μια πιο παρεμβατική πολιτική της ΕΚΤ.
Για παράδειγμα, τάσσεται εδώ και πολύ καιρό υπέρ ενός τρίτου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης από την πλευρά της ΕΚΤ και γενικότερα της χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να αυξηθεί ο πληθωρισμός, ενώ έχει ταχθεί και υπέρ της επαναγοράς κρατικών ομολόγων.
Είναι προφανές ότι η ποσοτική χαλάρωση σε συνέχεια της πολιτικής Ντράγκι θα είναι ευεργετική για τις χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης, όπως η Ελλάδα, και αυτό φάνηκε χθες και από νέα ραγδαία υποχώρηση των επιτοκίων κρατικών ομολόγων. Η χώρα μας, εάν συνεχιστούν οι αναβαθμίσεις από τους οίκους τους επόμενους μήνες, θα μπορούσε να επωφεληθεί για πρώτη φορά από το νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης μέσω της άντλησης φτηνής ρευστότητας από τις τράπεζες.
Από την έντυπη έκδοση