Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενδίδοντας στις πιέσεις των χωρών του Βορρά της ευρωζώνης, αποφάνθηκε χθες ότι η Ισπανία και η Πορτογαλία δεν έλαβαν αποτελεσματικά μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος την περίοδο 2013-2015, ανοίγοντας με τον τρόπο αυτό το δρόμο για την επιβολή χρηματικών κυρώσεων στις δύο χώρες.
Σε εποχή πολλαπλών κρίσεων πολιτικών (προσφυγικό, Βrexit) και οικονομικών (πιέσεις σε τράπεζες) για την Ε.Ε., η χθεσινή απόφαση θεωρείται ακατανόητη, γιατί βαθαίνει ακόμη περισσότερο την κρίση. Κι αυτό παρά τη δραματική προειδοποίηση του Πορτογάλου πρωθυπουργού για τον κίνδυνο να αυξηθεί ο ευρωσκεπτικισμός στη χώρα του και αλλού.
Το επιχείρημα που επικαλέστηκε χθες ο επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί, ότι εάν δεν αποφασίζαμε θα μας κατηγορούσαν κάποιες χώρες και αν αποφασίζαμε κάποιες άλλες, έχει βάση, η Κομισιόν ως θεματοφύλακας της Συνθήκης πρέπει να κάνει τη δουλειά της. Θα ήταν, όμως, πειστικό εάν για το ίδιο ακριβώς παράπτωμα δεν είχε κλείσει πέρυσι τα μάτια για τη Γαλλία, κάτι που δείχνει ιδιαίτερη μεταχείριση των πιο ισχυρών.
Η χθεσινή απόφαση για την Ισπανία και την Πορτογαλία είναι η πιο προχωρημένη που έχει ληφθεί ποτέ, δεδομένου ότι ανοίγει δρόμο για την επιβολή κυρώσεων και είναι η πρώτη φορά που η διαδικασία αυτή φτάνει τόσο μακριά. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι στη βάση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας, οι δύο χώρες δεν έλαβαν αποτελεσματικά μέτρα για τη μείωση τόσο του ονομαστικού όσο και του διαρθρωτικού δημόσιου ελλείμματος.
Στην Ισπανία το ονομαστικό δημόσιο έλλειμμα το 2015 ανήλθε σε 5,1% του ΑΕΠ, ενώ ο στόχος ήταν να μειωθεί στο 4,2% του ΑΕΠ. Το διαρθρωτικό έλλειμμα μειώθηκε κατά 0,6% στη διάρκεια της τριετίας 2013-2015, ενώ στόχος ήταν η μείωση του κατά 2,7% του ΑΕΠ. Η Κομισιόν θεωρεί ότι οι αποκλίσεις είναι μεγάλες και στις δύο περιπτώσεις.
Στην Πορτογαλία, το ονομαστικό έλλειμμα ανήλθε το 2015 σε 4,4%, ενώ ο στόχος ήταν να μειωθεί κάτω του 3% του ΑΕΠ. Η μεγάλη απόκλιση οφείλεται εν μέρει και στη διάσωση μιας πορτογαλικής τράπεζας το 2015. Η μείωση του διαρθρωτικού ελλείμματος μέσα στην τριετία 2013-2015 ήταν της τάξης του 1,1% του ΑΕΠ, ενώ ο στόχος ήταν 2,5% του ΑΕΠ.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις θα υποβληθούν υπό μορφή συστάσεων στο Συμβούλιο Υπουργών ΕCOFIN, το οποίο θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα επιβεβαιώσει τη διαπίστωση της Επιτροπής.
Οι διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας προβλέπουν δύο είδη κυρώσεων στην παρούσα φάση, το πρώτο είναι η επιβολή χρηματικού προστίμου ύψους μέχρι 0,2% του ΑΕΠ και η αναστολή των χρηματοδοτήσεων από τα διαρθρωτικά ταμεία.
Αν το ΕCOFIN, που συνεδριάζει στις 12 Ιουλίου, υιοθετήσει τη διαπίστωση της Κομισιόν, τότε θα μεσολαβήσουν 10 μέρες διαβουλεύσεων με τις δύο χώρες, ώστε να ετοιμαστεί ένα νέο χρονοδιάγραμμα επίτευξης των στόχων. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, όπου ενεργό ρόλο θα παίξει και η Κομισιόν, θα κριθούν τα πάντα, δηλαδή η επιβολή προστίμου, η μείωσή του ή ακόμη και ο μηδενισμός του.
Σε ερώτηση προς τον κ. Μοσκοβισί γιατί πέρυσι τον Μάιο δόθηκε στη Γαλλία περισσότερος χρόνος (μέχρι το τέλος του 2016) για να επαναφέρει το έλλειμμα κάτω του 3% του ΑΕΠ, ο επίτροπος ισχυρίστηκε ότι για τη χώρα αυτή οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν αποφάνθηκαν. Φυσικά, το επιχείρημα αυτό δεν έπεισε κανέναν.
Ο Πορτογάλος πρωθυπουργός, Αντόνιο Κόστα, έστειλε τη Δευτέρα επιστολή στην Κομισιόν με την οποία την προειδοποίησε για τις επιπτώσεις της απόφασης στην κοινή γνώμη της Πορτογαλίας. «Η επιβολή κυρώσεων θα ήταν μια ενέργεια που δύσκολα θα κατανοούσε ο πορτογαλικός λαός, οποίος υποφέρει ακόμη από τη μεγάλη ύφεση των τελευταίων ετών και τα μέτρα λιτότητας», αναφέρει, προσθέτοντας ότι «ο κίνδυνος θα ήταν να αυξηθεί ο ευρωσκεπτικισμός».
Η χθεσινή εξέλιξη καταδεικνύει ότι ο Βορράς εξακολουθεί να ελέγχει πλήρως τις εξελίξεις, παρά το Βrexit και τους κινδύνους που έφερε και οι οποίοι επιβάλλουν αλλαγές στην Ε.Ε., ώστε να επαναπροσεγγίσει τους Ευρωπαίους πολίτες. Το Βερολίνο και οι δορυφόροι του έκαναν επίδειξη ισχύος στις κυβερνήσεις χωρών που σήμερα θεωρούνται οικονομικά «αδύναμοι κρίκοι» και οι οποίες προφανώς θα περίμεναν πως τα όσα συμβαίνουν σήμερα στην Ε.Ε. θα οδηγούσαν σε μια χαλάρωση της δημοσιονομικής προσπάθειας, ώστε να μη δεχθεί η ανάπτυξη καίριο πλήγμα.