Κατά το σκεπτικό του εισαγγελικού λειτουργού, σύμφωνα με δημοσίευμα της ιστοσελίδας της γερμανικής DW, «ακόμη κι αν η κύρια κατηγορουμένη Μπεάτε Τσέπε δεν ήταν ούτε μια φορά παρούσα στους φόνους, ακόμη κι αν δεν έριξε ούτε μια σφαίρα για να σκοτώσει τους οκτώ Τούρκους μετανάστες, τον Έλληνα Θεόδωρο Βουλγαρίδη και τη Γερμανίδα αστυνομικό, δεν συμμετείχε στη βομβιστική επίθεση της Κολωνίας και σε άλλα εγκλήματα, ήταν συναυτουργός». Ο εισαγγελέας σκιαγράφησε την Τσέπε ως ψυχρή υπολογίστρια, που αδιαφορούσε για τις ανθρώπινες ζωές και που το μόνο που την ενδιέφερε ήταν τα οικονομικά και ιδεολογικά της συμφέροντα.
Η ίδια η Μπ. Τσέπε άκουσε την πρόταση ποινής της Εισαγγελίας ανέκφραστα. Οι δύο σύντροφοί της στη νεοναζιστική οργάνωση NSU, -το λεγόμενο τρίο της NSU- αυτουργοί των 10 φόνων, αυτοκτόνησαν το 2011 μετά από ληστεία τράπεζας, ώστε να μην πέσουν στα χέρια της αστυνομίας. Συγκατηγορούμενοι της Τσέπε είναι και άλλοι τέσσερις υποστηρικτές της νεοναζιστικής οργάνωσης ΝSU, οι οποίοι έπαιξαν το ρόλο των βοηθών στην προετοιμασία εγκληματικών ενεργειών. Για τον ένα εξ αυτών, τον Ρολφ Βολέμπεν, η εισαγγελία ζήτησε φυλάκιση 12 χρόνων επειδή θεωρείται συνεργός. Ήταν αυτός που προμηθεύτηκε το όπλο Ceska για τους φόνους. Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, που διήρκεσε πάνω από 4 χρόνια, η Τσέπε παρακολουθούσε τα δρώμενα αμέτοχη. Μόνο το τελευταίο διάστημα και μέσω των συνηγόρων της έσπασε τη σιωπή της και παραδέχθηκε ότι έμαθε εκ των υστέρων για τις δολοφονίες, αλλά δεν συμμετείχε στις προετοιμασίες τους.
Η δίκη δεν τελειώνει εδώ, σημειώνεται στο ίδιο δημοσίευμα και επισημαίνεται πως τις επόμενες εβδομάδες θα ακολουθήσουν η αγόρευση της πολιτικής αγωγής και της υπεράσπισης πριν την ετυμηγορία του δικαστηρίου, σε μια δίκη που συντάραξε τα δικαστικά χρονικά της χώρας και κατέδειξε εγκληματικές παραλείψεις της πολιτείας για την εξιχνίαση της νεοναζιστικής οργάνωσης.