Σήμερα, λίγο πριν από την έναρξη των διαδικασιών για να ξεκινήσει το Brexit και έπειτα από μια σειρά εκλογικών αναμετρήσεων σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, η άποψη ότι οι λαϊκιστές επικρατούν δέχεται πολλές αντιρρήσεις. Κι ας μην είναι η Ε.Ε. στα καλύτερά της, με τις ανισότητες ανάμεσα σε Βορρά και Νότο να παραμένουν εμπόδιο στην ενοποίηση.
Οπως αποδείχθηκε σε πολλές περιπτώσεις, οι λαϊκιστές -με τη δεξιά ή την αριστερή μορφή- βλέπουν το άστρο τους να δύει, καθώς χάνουν τα λαϊκά ερείσματά τους τόσο εύκολα όσο τα κέρδισαν. Οταν η πολιτική αγγίζει τα βαθιά ζητήματα, τότε μένουν η συνθηματολογία και η ρητορεία. Αυτό φάνηκε περίτρανα στην περίπτωση των γαλλικών εκλογών, με τη Μαρίν Λεπέν, που κατακτούσε τα τελευταία χρόνια ακόμη και αριστερό κοινό καταγγέλλοντας την αδιαφορία της ελίτ απέναντι στα λαϊκά και τα μεσαία στρώματα, να μην πείθει.
Η νίκη του Εμανουέλ Μακρόν στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας και το μικρό ποσοστό που συγκέντρωσε το Εθνικό Μέτωπο στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών, την περασμένη Κυριακή, δείχνουν πως μετά το Brexit οι πολίτες της Ευρώπης είναι πιο υποψιασμένοι και απαιτητικοί. Στη Γαλλία, οι πολίτες προτιμούν να υποστηρίξουν ένα νεόκοπο κόμμα -τη «Δημοκρατία Εμπρός» του ευρωπαϊστή Μακρόν- παρά να στηριχθούν σε πολιτικούς που ακολουθούν τη στρατηγική του λαϊκισμού με υποσχέσεις και ρητορείες. Ο Μακρόν είπε σκληρές αλήθειες στην προεκλογική του εκστρατεία, μιλώντας για αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και πίστη σε ένα καλύτερο ευρωπαϊκό όραμα, την ώρα που οι αντίπαλοί του απέφευγαν να μιλήσουν για τα σοβαρά προβλήματα και τα ζητήματα που χρήζουν συγκεκριμένων απαντήσεων.
Στη Βρετανία, που η αντίληψη της ισχυρής χώρας εκτός της Ε.Ε. επικράτησε τα προηγούμενα χρόνια και εμπεδώθηκε από τον Νάιτζελ Φάρατζ, οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές ύστερα από την υπερψήφιση του Brexit. O Φάρατζ εξαφανίστηκε από το πολιτικό προσκήνιο αμέσως μετά το δημοψήφισμα στη Βρετανία και ακολούθησε η «εξαΰλωση» του κόμματός του Ukip που είχε εξαντλήσει τον πολιτικό του λόγο στο Brexit. Ακόμη και η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι, που θέλησε να ακολουθήσει το ευρωσκεπτιστικό ρεύμα και να ταχθεί υπέρ του σκληρού Brexit, δέχθηκε ισχυρό πλήγμα, με την απώλεια της αυτοδυναμίας του κόμματός της.
H ψήφος των Βρετανών υπέρ του Brexit και η άνοδος στην εξουσία του Ντόναλντ Τραμπ, του κατεξοχήν πολεμίου των συστημικών κομμάτων και των ελίτ -έστω και επιφανειακά- έδωσαν τροφή για σκέψη στους Ευρωπαίους, που είδαν τη ρηχότητα της πολιτικής και την απουσία οράματος στους υπέρμαχους του λαϊκισμού.
Ο Τραμπ απογοήτευσε πολύ γρήγορα τους ψηφοφόρους του, ξεχνώντας τις προεκλογικές εξαγγελίες και βυθίζοντας όλο και πιο πολύ την κυβέρνησή του σε ένα σκάνδαλο που θυμίζει τα χρόνια του Νίξον.
Μετά την Αυστρία, όπου οι πολίτες επέλεξαν να καταδικάσουν τους ακροδεξιούς λαϊκιστές του Νόρμπερτ Χόφερ στις προεδρικές εκλογές, η Ολλανδία άνοιξε το χορό των σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων του 2017, δίνοντας ένα παρόμοιο μήνυμα. Ο καταιγιστικός Χερτ Βίλντερς, συνοδοιπόρος της Λεπέν και του Φάρατζ, που εξάντλησε τα επιχειρήματά του στο μεταναστευτικό, στην ασφάλεια και τον κακό ευρωπαϊκό Νότο, δεν κατάφερε να κερδίσει σημαντικά ποσοστά.
Δεν ήταν μόνο οι ακροδεξιοί λαϊκιστές που υπέστησαν ήττες, παρά το γεγονός ότι με τα σοβαρά και υπαρκτά προβλήματα του μεταναστευτικού και της ασφάλειας μπορούσαν να αγγίξουν το μεγαλύτερο μέρος των Ευρωπαίων πολιτών χωρίς να κουραστούν ιδιαίτερα. Το ίδιο συνέβη και στους αριστερούς λαϊκιστές, όπως είναι οι Podemοs στην Ισπανία, που δεν είχαν την τύχη του ΣΥΡΙΖΑ να γευτούν την εξουσία.
Το αριστερό ισπανικό κόμμα διχάστηκε εσωτερικά, ενώ δεν έπεισε τους Ισπανούς, παρά την οικονομική κρίση και τα προβλήματα που είχαν εμφανιστεί στην προηγούμενη θητεία του Ραχόι. Το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα του Ραχόι σχημάτισε κυβέρνηση με την υποστήριξη των φιλελεύθερων, ενώ το Podemos αγωνίζεται να κρατηθεί ενιαίο και δέχεται πυρά για παράνομη χρηματοδότηση από τη Βενεζουέλα.
Στην Ιταλία, που διατηρεί την πρωτοτυπία της στην πολιτική, το «καθαρόαιμο» λαϊκιστικό «Κίνημα Πέντε Αστέρων» του κωμικού ηθοποιού Μπέπε Γκρίλο παραμένει το καταφύγιο των ανέστιων πολιτικά και των δυσαρεστημένων, ωστόσο, δείχνει όλο και περισσότερο τις αδυναμίες και τη ρηχότητά του. Στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές δέχθηκε μεγάλο στραπάτσο, καθώς οι υποψήφιοί του έχασαν σε όλες τις μεγάλες πόλεις, μεταξύ των οποίων την Πράμα και τη Γένοβα, γενέτειρα του Γκρίλο. Το κόμμα του υπέστη ήττα ακόμη και στο πάλαι ποτέ «προπύργιο» της Πάρμα, όπου το 2012 είχε καταγράψει την πιο ηχηρή νίκη και, ουσιαστικά, ξεκίνησε την πολιτική του πορεία.
Το παράδειγμα του Δήμου της Ρώμης, όπου πριν από δύο χρόνια εξελέγη με συντριπτικό ποσοστό η «Γκριλίνα» Βιρτζίνια Ράτζι, ήταν καθοριστικό για τους δημότες άλλων πόλεων. Η δημοτική Αρχή της Ρώμης θεωρείται πλήρως αποτυχημένη και η πρωτεύουσα έχει βυθιστεί σε χάος σκουπιδιών, κακοδιαχείρισης και σκανδάλων. Μπορεί οι δημοτικές εκλογές στην Ιταλία να μην παίζουν πάντοτε το ρόλο του προπομπού για τις εθνικές εκλογές, ωστόσο, το πιθανότερο είναι ότι θα επηρεάσουν την εμφάνισή του σε αυτές.
Αλίκη Κοτζιά
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής