Τη σημερινή συζήτηση προετοίμασαν χθες οι τεχνοκράτες (EWG) του Εurogroup, οι οποίοι έθεσαν στη διάθεση των υπουργών τις επιλογές, με πρώτη την αξιοποίηση των 410 δισ. ευρώ του, που διαθέτει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM).
Έκκληση Σεντένο στο Eurogroup για μεγάλο πακέτο ανάκαμψης
Ο πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο κάλεσε τους Ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών να «αναλάβουν μια ξεκάθαρη δέσμευση υπέρ ενός συντονισμένου και μεγάλης κλίμακας σχεδίου ανάκαμψης» ως απάντηση στην πανδημία του κορωνοϊού.
«Όλοι γνωρίζουμε ότι δεν είναι τώρα εποχή για συνηθισμένες πολιτικές», ανέφερε σε μαγνητοσκοπημένο μήνυμά του που αναρτήθηκε στο Twitter λίγο πριν από την έναρξη της συνεδρίασης του Eurogroup μέσω τηλεδιάσκεψης.
«Πρέπει να δείξουμε στους πολίτες μας ότι η Ευρώπη τούς προστατεύει. Γι’ αυτούς πρέπει να σταθούμε στο ύψος μας».
Τι λέει το Μαξίμου
Τηλεδιάσκεψη ενόψει της απογευματινής συνεδρίασης του Eurogroup είχε σήμερα Tρίτη ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τη συμμετοχή του Υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα και συναρμόδιων στελεχών.
Σύμφωνα με το Μαξίμου, η Ελλάδα προσέρχεται στη συνεδρίαση του Eurogroup υποστηρίζοντας την θέση που έχει εκφράσει ο Πρωθυπουργός μαζί με άλλους Ευρωπαίους ηγέτες για κοινή έκδοση ομολόγων ως έκφραση αλληλεγγύης προς τις χώρες που πλήττονται περισσότερο και σε υποστήριξη ενός κοινού ευρωπαϊκού οράματος.
Η Ελλάδα υποστηρίζει επίσης την πρόταση της Κομισιόν για ένα πρόγραμμα στήριξης της εργασίας και των ανέργων καθώς και την πρόταση για ενίσχυση των επιχειρήσεων μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (European Investment Bank).
Όσον αφορά τον ESM η χώρα μας θα προσέλθει στην συνεδρίαση με τη σταθερή της θέση πως μια λύση θα πρέπει να είναι κοινή και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της παρούσας συγκυρίας. Η ΕΕ σε αυτή την κρίση πρέπει να δείξει αποφασιστικότητα και αλληλεγγύη.
Τις πρώτες αποφάσεις για την από κοινού αντιμετώπιση των σοβαρών επιπτώσεων του κορωνοϊού στην πραγματική οικονομία αναμένεται να λάβουν σήμερα οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης, ενώ σημαντικό θα είναι να κρατηθεί ζωντανή για την επόμενη φάση η προοπτική έκδοσης κορωνοομόλογου.
Τη σημερινή συζήτηση προετοίμασαν χθες οι τεχνοκράτες (EWG) του Εurogroup, οι οποίοι έθεσαν στη διάθεση των υπουργών τις επιλογές, με πρώτη την αξιοποίηση των 410 δισ. ευρώ του, που διαθέτει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM).
Με άρθρο του ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας παρεμβαίνει στο κρίσιμο θέμα που ταλανίζει τώρα την ΕΕ και αφορά άμεσα την Ελλάδα, αυτό των κορωνοομολόγων.
Ο κ. Σταϊκούρας σημειώνει πως λόγω της αβεβαιότητας επιβάλλονται άμεσες και συνεκτικές λύσεις, ενώ τονίζει πως καμία χώρα δεν είναι αρκετά δυνατή ώστε να αντιμετωπίσει την πανδημία μόνη της.
Αναλυτικά το άρθρο του υπουργού Οικονομικών στην «Καθημερινή»:
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η πανδημία του κορωνοϊού θέτει υπό δοκιμασία το ανεκτίμητο αγαθό της υγείας και τα συστήματα – πρωτίστως τα δημόσια – που το υπηρετούν, τις αντοχές των κοινωνιών και των οικονομιών.
Στην Ευρώπη, οι επί μέρους κοινωνίες, βιώνουμε, με μικρότερο ή μεγαλύτερο κόστος, αυτή την τεράστια υγειονομική, κοινωνική και οικονομική κρίση, της οποίας η έκταση και οι επιπτώσεις είναι πολύ μεγαλύτερες απ’ ότι είχε αρχικά προβλεφθεί.
Οι έκτακτες, πρωτόγνωρες αυτές συνθήκες, και η αβεβαιότητα που τις συνοδεύει, επιβάλλουν άμεσες, δραστικές και συνεκτικές λύσεις, για την προάσπιση της δημόσιας υγείας και τη στήριξη των κοινωνιών και των οικονομιών.
Παράλληλα, και ένα βήμα πίσω από την αντιμετώπιση του αιτίου, απαιτείται να διαμορφωθούν οι συνθήκες για να κερδίσουμε όλοι μαζί – Κράτη, πολίτες και επιχειρήσεις – το κρίσιμο στοίχημα της στήριξης και επανεκκίνησης της οικονομίας στην εποχή μετά τον κορωνοϊό.
Η επίτευξη των παραπάνω στόχων προϋποθέτει ψυχραιμία, αποφασιστικότητα και δυναμισμό τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, όπως πράττει με επάρκεια η Ελληνική Κυβέρνηση από την αρχή της υγειονομικής κρίσης.
Καμία χώρα δεν είναι αρκετά ισχυρή και έτοιμη, ώστε να ανταπεξέλθει μόνη της στις τεράστιες επιβαρύνσεις που γεννά η πανδημία. Απολύτως ασφαλή και μόνιμα καταφύγια δεν υπάρχουν, ούτε για τα “βουβάλια” ούτε για τους “βατράχους”. Ο εχθρός είναι κοινός.
Επομένως, απαιτούνται κοινές λύσεις. Λύσεις ουσιαστικές, τολμηρές και ανάλογες με τη σοβαρότητα της κατάστασης, απαλλαγμένες από όρους, περιορισμούς και αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Είναι γεγονός ότι σε αυτή την κρίση, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έλαβαν σημαντικές και γρήγορες αποφάσεις, ενεργοποιώντας μέτρα, τόσο στο δημοσιονομικό πεδίο όσο και για την ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία. Οι δημοσιονομικοί στόχοι και περιορισμοί ήρθησαν, ώστε οι Κυβερνήσεις – μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας – να έχουν την αναγκαία ευελιξία για τη λήψη μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας και των επιπτώσεών της, ενώ το πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων και των δημοσίων συμβάσεων έγινε πιο ελαστικό.
Περαιτέρω, παρασχέθηκε ευελιξία στη χρήση και μεταφορά πόρων εντός και από τα διαρθρωτικά και περιφερειακά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ενεργοποιήθηκε το εργαλείο ενίσχυσης έκτακτης ανάγκης για τα συστήματα υγείας. Αντίστοιχα έπραξε και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο νομισματικό πεδίο. Διεύρυνε την επιλεξιμότητα εταιρικών χρεογράφων στο υφιστάμενο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και προχώρησε σε νέο, στοχευμένο πρόγραμμα, στο οποίο, για πρώτη φορά από το 2015, τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου είναι αποδεκτοί τίτλοι. Επιπρόσθετα, οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές διευκόλυναν την εποπτική και λογιστική αντιμετώπιση των ρυθμίσεων δανείων και την αναγνώριση του πιστωτικού κινδύνου για επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Είναι όμως σαφές ότι τα προαναφερθέντα, αν και ιδιαίτερα χρήσιμα, δεν αρκούν για μια δοκιμασία με τα χαρακτηριστικά της σημερινής. Είναι απαραίτητο, σε μια λογική πραγματικής αλληλεγγύης, να ριχτούν στη “μάχη” και άλλα ισχυρά “όπλα”.
Η επενδυτική πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη στήριξη των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης, των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και της αγοράς εργασίας με τη διάθεση πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία και – κυρίως – η πρόταση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για ένα πανευρωπαϊκό ταμείο εγγυήσεων, που, μέσω μόχλευσης, θα μπορούσε να κινητοποιήσει πρόσθετη χρηματοδότηση για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κινούνται στο σωστό δρόμο.
Το ίδιο ισχύει για την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη σύσταση ενός προσωρινού ταμείου για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας (SURE), καθώς και για τις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης για αξιοποίηση των πιστοληπτικών γραμμών για όλα ανεξαιρέτως τα κράτη-μέλη, με ευελιξία και προϋποθέσεις σχετιζόμενες αποκλειστικά με το εξωγενές και συμμετρικό σοκ της οικονομίας.
Εντούτοις, πανευρωπαϊκά, οι ανάγκες στην αδρανοποιημένη και χειμαζόμενη από την υγειονομική κρίση πραγματική οικονομία και στον παραγωγικό ιστό της, είναι πολύ μεγαλύτερες. Πιστεύω ότι απαιτείται μια κίνηση-καταλύτης, που θα προσφέρει ισχυρή ένεση ρευστότητας στις εθνικές και την ευρωπαϊκή οικονομία, με την έκδοση ενός κοινού ευρωπαϊκού αξιογράφου, το οποίο θα χρηματοδοτεί – μέσω πιθανόν ενός ταμείου αλληλεγγύης – τις ανάγκες για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και την ανάκαμψη της επόμενης μέρας, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου οδικού χάρτη, και θα αναζωογονήσει την εμπιστοσύνη των ευρωπαίων πολιτών στο όραμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Μια απόδειξη ότι έχουμε συνειδητοποιήσει όλοι μας, πως τα μεγάλα οράματα προσεγγίζονται με μεγάλες αποφάσεις και γενναίες πράξεις.
Πράγματι, τις προηγούμενες ημέρες, οι σχετικές διαβουλεύσεις ήταν πυκνές και σήμερα το Eurogroup καλείται να λάβει αποφάσεις, συνθέτοντας τις διαφορετικές προτάσεις που έχουν τεθεί στο τραπέζι. Αποφάσεις που θα πρέπει αφενός να εμφορούνται από την αξία της αλληλεγγύης, που αποτελεί την απαρχή της ευρωπαϊκής ιδέας και τη βάση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, και αφετέρου να μην είναι κατώτερες των περιστάσεων, ούτε να δείχνουν ατολμία και απροθυμία.
Αυτά περιμένουν όλοι οι πολίτες στην Ευρώπη.
Ο Πρωθυπουργός, η Ελληνική Κυβέρνηση και ο υπογράφων ως Υπουργός Οικονομικών, έχουμε την πεποίθηση ότι με δεδομένη την πρωτόγνωρη αιτία, την ένταση και τον συμμετρικό χαρακτήρα της παρούσας κρίσης, η ενδεδειγμένη απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από την ενίσχυση της σύγκλισης και συνοχής και την περαιτέρω ενδυνάμωση της οικονομικής αρχιτεκτονικής της Ευρώπης. Η αμοιβαιοποίηση χρέους, για να ξεπεραστούν η πανδημία και οι επιπτώσεις της, αποτελεί δείγμα κοινής ισχύος και επιβεβλημένης αλληλεγγύης μεταξύ ισότιμων εταίρων.
Σε ένα μήνα συμπληρώνονται 70 χρόνια από την ιστορική διακήρυξη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα. Σε αυτή, ο θεωρούμενος ως “πατέρας της Ευρώπης”, Ρομπέρτ Σουμάν είχε τονίσει ότι “η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί δια μιας, ούτε σε ένα συνολικό οικοδόμημα: θα διαμορφωθεί μέσα από συγκεκριμένα επιτεύγματα που θα δημιουργήσουν πρώτα μια πραγματική αλληλεγγύη”. Στην παρούσα δύσκολη περίοδο, είναι χρέος όλων των Ευρωπαίων, και πρωτίστως όσων μετέχουμε στη λήψη των κοινών πολιτικών αποφάσεων, η Ευρώπη να κατακτήσει την “πραγματική αλληλεγγύη” και να λειτουργήσει με ενότητα. Να πείσει ότι αποτελεί πλέον ένα στέρεο, συνεκτικό οικοδόμημα που προασπίζεται αποτελεσματικά τη ζωή, την υγεία και την ευημερία των πολιτών της.
Πιστεύω ότι όλοι μαζί, με υπευθυνότητα, σύνεση, μεθοδικότητα και τις κατάλληλες πρωτοβουλίες, θα τα καταφέρουμε!».
Reuters: Πιθανή συμφωνία για μέτρα ύψους μισού τρισ. ευρώ στο Eurogroup
Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης είναι πιθανόν να συμφωνήσουν σήμερα, Τρίτη, σε μέτρα ύψους άνω του μισού τρισ. ευρώ για την αντιμετώπιση του οικονομικού αντίκτυπου της επιδημίας του κορωνοϊού, αλλά να αναφέρουν ότι θα χρειαστούν περισσότερες συζητήσεις, όσον αφορά στα σχέδια για κοινή έκδοση χρέους.
Η Ιταλία και η Ισπανία, που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία, είναι και οι πιο επίμονες όσον αφορά στην ανάγκη έκδοσης ευρωομολόγων για τον περιορισμό της βαθιάς ύφεσης και τη χρηματοδότησή της ανάκαμψης.
Όμως, η Ολλανδία, η Γερμανία και αρκετές άλλες χώρες τάσσονται κατά της αμοιβαιοποίησης του χρέους και υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει ανάγκη δημιουργίας ευρωομολόγων τώρα, καθώς όλες οι χώρες της ευρωζώνης μπορούν ακόμη να δανείζονται φθηνά από την αγορά και έχουν αρθεί οι περιορισμοί της ΕΕ όσον αφορά στα ελλείμματα, λόγω της πανδημίας -ιδιαίτερα, δε, επειδή η σχετική διαδικασία θα πάρει χρόνια.
«Υπάρχει μεγάλο περιθώριο αλληλεγγύης με τα υπάρχοντα μέσα και θεσμούς. Πρέπει να αξιοποιήσουμε πλήρως τα εργαλεία αυτά και να αφήσουμε ανοικτό να κάνουμε περισσότερα. Ένα ισχυρό πακέτο διαμορφώνεται» δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ.
Οι υπουργοί εστιάζουν σε τρία ή τέσσερα μέτρα που μπορούν να ληφθούν άμεσα. Το πρώτο μέτρο θα είναι οι προληπτικές πιστωτικές γραμμές από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας έως το 2% του ΑΕΠ μίας χώρας, συνολικού ύψους 240 δισ. ευρώ. Οι γραμμές αυτές θα δίνονται με ελάχιστους όρους και εστίαση στα θέματα υγείας, για να καταλαγιάσουν οι ανησυχίες της Ιταλίας ότι θα της υπαγορευθεί η υλοποίηση οικονομικών μεταρρυθμίσεων.
Το δεύτερο μέτρο θα είναι μία συμφωνία για τη χορήγηση πρόσθετων εγγυήσεων ύψους 25 δισ. ευρώ στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ώστε αυτή να μπορέσει να αυξήσει τον δανεισμό της κατά 200 δισ. ευρώ, πέραν της αύξησής του κατά 40 δισ. ευρώ, που είναι ήδη σε εξέλιξη.
Το τρίτο μέτρο θα αφορά στη στήριξη του σχεδίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αντλήσει 100 δισ. ευρώ από την αγορά έναντι εγγυήσεων ύψους 25 δισ. ευρώ από τις 27 χώρες της ΕΕ, για να επιδοτεί μισθούς εργαζομένων, ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να μειώνουν τις ώρες απασχόλησης των εργαζομένων τους, αντί να τους απολύουν.
Οι υπουργοί μπορεί να λάβουν γνώση της γαλλικής πρότασης σχετικά με τη δημιουργία ενός κοινού ταμείου αλληλεγγύης της ΕΕ, που θα χρηματοδοτεί μακροπρόθεσμα μέτρα ανάκαμψης, ύψους αρκετών εκατοντάδων δισ. ευρώ, και θα αντλεί κεφάλαια με κοινό δανεισμό.
Ωστόσο, το σχέδιο αυτό, το οποίο έχει περιληφθεί στη λίστα που θα δοθεί στους ηγέτες της ΕΕ, είναι απίθανο να συγκεντρώσει ευρεία στήριξη, καθώς η αμοιβαιοποίηση του χρέους αποτελεί κόκκινη γραμμή για το στρατόπεδο, του οποίο ηγούνται η Ολλανδία και η Γερμανία.
«Σχετικά με την από κοινού ευθύνη όλων των χωρών, δεν αποτελεί έκπληξη ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις» δήλωσε υψηλόβαθμος αξιωματούχος που εμπλέκεται στην προετοιμασία του Eurogroup, προσθέτοντας: «Υπάρχει ξεκάθαρα ανάγκη για περισσότερη εργασία και συζητήσεις».