«Τυφλή-αόρατη» φωτιά στον κινητήρα, αναθυμιάσεις στην καμπίνα του οχήματος, «ζάλη» στον οδηγό, «ομαλές» προσκρούσεις στο προστατευτικό τοιχίο (τουλάχιστον 5 σε απόσταση 358 μέτρων), ακινητοποίηση, καύση στα σωληνάκια καυσίμου, διαρροή καυσίμου και πρόκληση πυρκαγιάς που τύλιξε στις φλόγες το πολυτελές τζιπ, είναι ένα ενδεχόμενο που ταιριάζει περισσότερο στους τεχνικούς συμβούλους της οικογένειας, Γιώργο Ραυτογιάννη και Νικόλαο Διαμαντή, οι οποίοι χθες το πρωί προέβησαν σε μία αυτοψία στον χώρο περιστατικού.
Ωστόσο έχουν ακόμη σημαντικά ερωτήματα για τα οποία ζητούν επιστημονικές απαντήσεις. Ποιά είναι αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα;
1ο ερώτημα: Πως υπήρξε τόσο ραγδαία εξάπλωση από τον εμπρόσθιο χώρο σε αυτόν των επιβατών;
2ο ερώτημα: Αφού σε 34 δευτερόλεπτα από την ακινητοποίηση δεν έγινε τίποτα, γιατί ο οδηγός έβαλε αλάρμ, και δεν προσπάθησε να κατέβει από την πόρτα του συνοδηγού;
Αναφορικά με το επικρατέστερο ενδεχόμενο ο κ. Ραυτογιάννης εκφράζει τους προβληματισμούς του: «Το θέμα είναι το εξής: Το καίγεται ένα σωληνάκι και δημιουργείται η διαρροή καυσίμου είναι εύκολο να το λέμε αλλά δεν δημιουργεί αυτή την έκταση πυρκαγιάς.
Ένα σωληνάκι έχει μία διατομή όπως το σωληνάκι που πίνουμε αναψυκτικό. Εάν αυτό το σωληνάκι και να το κόψεις και να βάλεις φωτιά η έκταση της φωτιάς δεν μπορεί να είναι ταχυτάτη και μέσα σε 40 δευτερόλεπτα, σε 34 να μην έχουμε ίχνος πυρκαγιάς και στα 40 να καίγεται ο άνθρωπος.
Αυτή η έκταση πρέπει να δικαιολογηθεί πως έγινε γιατί αν κάηκε το σωληνάκι σε προγενέστερο χρόνο δεν θα μπορούσε να κινηθεί το αυτοκίνητο, άρα είχε τροφοδοσία. Μετά, η ροή που βλέπουμε στην άσφαλτο σίγουρα έχουν καεί σωληνάκια και έχει καεί και ο κεντρικός πλαστικός σωλήνας που συνδέει το ρεζερβουάρ. Εκεί έχει αδειάσει όλο και καίγεται η άσφαλτος και καίγεται το αυτοκίνητο. Αυτό είναι δεδομένο ότι έχουμε διαρροή καυσίμου, το θέμα είναι που ξεκίνησε;».
Οι τεχνικοί σύμβουλοι μετά από περίπου τρεις ώρες αυτοψίας, συλλογής ευρημάτων και φωτογράφησης των επίμαχων σημείων εντόπισαν σημεία επαφής οχήματος στο διαχωριστικό τσιμεντένιο τοιχίο, τα οποία θα πρέπει να ελεγχθούν για την συμβατότητά τους με το αυτοκίνητο του εκδότη.
Διαπίστωσαν ότι το όχημα είχε ανέβει στο τοιχίο, επειδή αυτό δεν είναι κάθετο, αλλά έχει μία διόγκωση στο κάτω μέρος του προς τα έξω, εκεί ανέβαινε ο τροχός του αυτοκινήτου και άφηνε εντυπώματα του τροχού, τα οποία έχουν φωτογραφηθεί και θα ελεγχθεί αν τα πελματικά αυτά ίχνη είναι συμβατά με το αυτοκίνητο οπότε αν συνδεθούν και τα ίχνη με το συγκεκριμένο αυτοκίνητο και τις φθορές του στα αντίστοιχα σημεία τότε πλέον αυτά τα σημεία είναι εκείνα στα οποία προσέκρουε το όχημα σε συνδυασμό ότι σε κάθε ένα από τα σημεία αυτά και κατά μήκος αυτής της διαδρομής υπάρχουν και κομμάτια από αυτοκίνητα τα οποία περισυνελέγησαν και θα ελεγχθούν με το συγκεκριμένο όχημα, αν είναι από αυτό ή κάποιο άλλο.
«Ορισμένα ξέρουμε ότι είναι από αυτό, τα έχουμε αναγνωρίσει. Αλλά αυτή τη στιγμή δεν θα προχωρήσω παρακάτω μέχρι να ολοκληρώσουμε την έρευνα και εξετάσουμε και το όχημα» δήλωσε ο κ. Ραυτογιάννης.
Οι κ.κ. Διαμαντής και Ραυτογιάννης συμπλήρωσαν: «Οφείλαμε αφού υπήρχαν αυτά να τα συλλέξουμε, να τα καταγράψουμε, να τα φωτογραφίσουμε και από εκεί και πέρα εάν δούμε ότι είναι του οχήματος να τα παραδώσουμε στις ανακριτικές αρχές για περαιτέρω εξετάσεις από τα κρατικά εργαστήρια. Επειδή ο χρόνος πρόσκρουσης είναι πρόσφατος, δεν έχει μεσολαβήσει βροχή ή να έχει επικαθήσει σκόνη πάνω, επειδή υπάρχουν κομμάτια που ανήκουν στο συγκεκριμένο όχημα στα συγκεκριμένα σημεία μόνο από τυχαιότητα θα μπορούσε να είναι άλλα σημάδια, τα οποία δεν προϋπήρχαν, γιατί η Αττική Οδός καταγράφει τα σημεία απλά εκείνη τη στιγμή η κάμερα είχε γυρίσει αλλού, και δεν έχει καταγράψει κάποια πρόσκρουση».
Σύμφωνα με τους τεχνικούς συμβούλους οι «ομαλές» προσκρούσεις ξεκινούν 358 μέτρα πριν την ακινητοποίηση του οχήματος. Και στο σημείο ακινητοποίησης έχει προηγηθεί μία αντίστοιχη επαφή με τα ίδια εντυπώματα και συνεχίζει μέχρι το σημείο καύσης, περίπου 20 μέτρα που είναι η τελική επαφή.
Υπάρχουν σημεία που έχει ανέβει μόνο ο τροχός και σημεία που είναι ο τροχός και μικρή επαφή του οχήματος. Η κάμερα δείχνει μόνο το σημείο που έχει ανέβει μόνο ο τροχός τα τελευταία 20 μέτρα, σε ένα ύψος περίπου 5 εκατοστά στο κάτω μέρος του τοιχίου άρα δεν είναι και ορατό και δεν έχει δώσει και κλίση στο αυτοκίνητο. Συνολικά η κάμερα δείχνει τα τελευταία 50 μέτρα πριν την ακινητοποίηση καθώς υπάρχει ένα μεγάλο «τυφλό» σημείο κάτω από τη γέφυρα.
Ο κ. Διαμαντής εντόπισε πιο πριν πρόσκρουση με ίδιο εντύπωμα τροχού, ενώ υπάρχουν πιο πάνω στο τοιχίο και ξυσίματα που πρέπει να είναι από εμπρόσθιο αριστερό φτερό.
Σχετικά με τις εκτιμήσεις τους οι δύο τεχνικοί σύμβουλοι είπαν: «Δεν μπορούμε να κάνουμε οποιαδήποτε εκτίμηση, είναι επικίνδυνη, γιατί πρέπει να γίνει εξέταση των ευρημάτων αυτών, να ταιριάξουν με το αυτοκίνητο. Αν δεν δούμε και το αυτοκίνητο, τι ταιριάζει επάνω, τι φθορές φέρει, άλλα στοιχεία που πρέπει να δούμε, δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε κάποιο τελικό συμπέρασμα. Είναι πολύ νωρίς για να πούμε όπως και για την κατάσταση του οδηγού, τι έκανε, γιατί έφευγε, χτύπαγε ξανά. Τι σημαίνει αυτό; Το όχημα κινείτο, αν υπήρχε διαρροή καυσίμων, δεν θα μπορούσε να το κάνει γιατί δεν θα είχε καύσιμα. Αν είχε διακοπεί η ροή καυσίμων, είχε κοπεί το σωληνάκι θα είχε σταματήσει και ο κινητήρας».
Ο κ. Ραυτογιάννης εξηγεί: «Η διαρροή καυσίμου δικαιολογεί αυτή την καθυστέρηση ανάφλεξης γιατί από την καύση μιας ‘τυφλής’ φωτιάς έλιωσε ένα λαστιχένιο σωληνάκι, να έτρεξε λίγο καύσιμο και να πήρε, δεν δικαιολογείται όμως εύκολα η ταχύτατη εξάπλωση χωρίς επιταχυντές γιατί ο χώρος σε ένα αυτοκίνητο, ο κινητήρας από την καμπίνα χωρίζεται από ένα μεταλλικό χώρισμα, το τροπέτο.
Το νούμερο ένα ερώτημα είναι πως υπήρξε τόσο ραγδαία εξάπλωση από τον εμπρόσθιο χώρο σε αυτόν των επιβατών; Ερώτημα νούμερο δύο είναι αφού σε 30 δευτερόλεπτα από την ακινητοποίηση δεν έγινε τίποτα, γιατί ο οδηγός έβαλε αλάρμ, επιχείρησε να ανοίξει την πόρτα, δεν προσπάθησε να κατέβει από την πόρτα του οδηγού;
Δεν έκανε ούτε καν κίνηση να πηδήξει στο διπλανό κάθισμα; Αυτά είναι ερωτήματα χωρίς να σημαίνουν κάτι, τα οποία πρέπει να απαντηθούν γιατί αν δεν απαντηθούν τώρα που υπάρχουν τα στοιχεία θα αφήσουν σκιές που αύριο θα ερμηνεύονται ποικιλοτρόπως. Όποια και αν είναι η ερμηνεία τους θα πρέπει να έχει επιστημονική τεκμηρίωση και εργαστηριακά αποτελέσματα. Αν αυτά υπάρξουν θα περάσουμε σε μια ερμηνεία που θα οδηγεί κάπου».
«Μπορεί να είχε φωτιά στον κινητήρα που δεν είχε γίνει αντιληπτή και ορατή, να άρχισε να χάνει τον έλεγχο και να κάνει αυτές τις κινήσεις, το θέμα είναι αν είχε ζαλάδα, συνέπεσε με την ταχύτατη εξέλιξη της πυρκαγιάς, να γίνουν όλα αυτά και να καεί κιόλας και ο συγκεκριμένος. Είναι ένα ερωτηματικό, όχι ότι δεν γίνεται αλλά αρκεί να το διαπιστώσουμε και να έχει ευρήματα που να το επιβεβαιώνουν, όπως και τοξικολογικά ευρήματα» συμπληρώνει ο κ. Ραυτογιάννης.
Και οι δύο τεχνικοί σύμβουλοι δηλώνουν εμφατικά: «Εμείς θέλουμε να δούμε τι έγινε δεν δημιουργούμε εγκληματικές προσεγγίσεις. Ερμηνεύουμε ευρήματα επιστημονικά με τεκμηρίωση αν και εφόσον αυτή υπάρχει. Τώρα που υπάρχουν τα στοιχεία, γιατί αύριο δεν θα υπάρχουν και ο καθένας θα μπορεί να βγει και να πει ότι θέλει, καλό είναι λοιπόν τώρα που υπάρχουν να επιλυθούν όλες οι αμφιβολίες που μπορεί να δημιουργηθούν για το τι έγινε και αν είναι δυστύχημα να υπάρξει 100% από όλες τις πλευρές και από εμάς. Να μην λένε οι μισοί είναι έτσι και άλλοι μισοί είναι αλλιώς. Ότι πούμε θα υπάρχει εύρημα για να το πούμε άρα αυτό το εύρημα θα έχει μία και μόνη ερμηνεία δεν θα μπορεί να έχει άλλη».
Πηγή: www.thetoc.gr