Ο ρόλος του θυρεοειδούς, ως γνωστόν, είναι η έκκριση ορμονών οι οποίες ρυθμίζουν πλήθος σωματικών λειτουργιών, όπως είναι η αναπνοή, η θερμοκρασία του σώματος, οι καρδιακοί παλμοί, η πέψη και κυρίως οι μεταβολικές λειτουργίες του οργανισμού.
Θυρεοειδής και ορμόνες
Οι ορμόνες που παράγει είναι δύο: η Τ3 (τριιωδοθυρονίνη) και η Τ4(θυροξίνη), ενώ η ορμόνη διέγερσης θυρεοειδούς (TSH), η οποία παράγεται και ελευθερώνεται στην κυκλοφορία του αίματος από την υπόφυση, ελέγχει την παραγωγή αυτών των θυρεοειδικών ορμονών. Παράγει επίσης και την καλσιτονίνη, μια ορμόνη που ρυθμίζει τον μεταβολισμό του ασβεστίου.
Όταν οι ορμόνες… χάνουν την ισορροπία τους
Η ανισορροπία των ορμονών Τ3 και Τ4 οδηγεί είτε σε υποθυρεοειδισμό είτε σε υπερθυρεοειδισμό, δύο παθήσεις με συμπτώματα που μπορούν να επηρεάσουν σχεδόν ολόκληρο τον οργανισμό. Τα γενικά συμπτώματα του υποθυρεοειδισμού περιλαμβάνουν δυσκοιλιότητα, σκληρότητα του δέρματος, μη φυσιολογικούς κύκλους της εμμήνου ρύσεως, τραχιά φωνή, πόνο στις αρθρώσεις και τους μυς, αύξηση του βάρους, χαμηλό μεταβολικό ρυθμό, ενώ τα συμπτώματα υπερθυρεοειδισμού είναι η σημαντική απώλεια βάρους, οι διαταραγμένοι κύκλοι ύπνου, οι υπερδραστήριοι ιδρωτοποιοί αδένες και ο ακανόνιστος εμμηνορροϊκός κύκλος.
«Tissue is the issue»: Ο δρόμος προς την εξατομίκευση της ογκολογικής θεραπείας
Οι ασθενείς είναι δύσκολο να υποπτευθούν ότι για όλα αυτά τα συμπτώματα μπορεί να ενοχοποιείται ένα και μόνο όργανο. Μια απλή εξέταση αίματος όμως θα μπορούσε, σε αρκετές περιπτώσεις, να τους απαλλάξει από τις αλλεπάλληλες επισκέψεις σε γιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων.
Οι βασικές εξετάσεις που πρέπει να κάνετε
Συγκεκριμένα, ο καλύτερος τρόπος ελέγχου της λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα είναι, αρχικά, η μέτρηση των επιπέδων της TSH.
- Τα υψηλά επίπεδά της υποδηλώνουν ότι ο θυρεοειδής υπολειτουργεί, εξαιτίας ενός υφιστάμενου προβλήματος που επηρεάζει άμεσα τον θυρεοειδή (πρωτοπαθής υποθυρεοειδισμός).
- Αντίθετα, τα χαμηλά επίπεδα TSH φανερώνουν έναν αδένα που παράγει υπερβολική θυρεοειδική ορμόνη (υπερθυρεοειδισμός) ή κάποια ανωμαλία στην υπόφυση, η οποία εμποδίζει την παραγωγή αρκετής ποσότητας TSH (δευτεροπαθής υποθυρεοειδισμός).
Άλλες, συμπληρωματικές εξετάσεις
- Συνδυασμός των αιματολογικών εξετάσεων TSH και FT4(ελεύθερης θυροξίνης). καθορίζει με ακρίβεια τον τρόπο λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα. Η αυξημένη TSH με χαμηλή FT4 προδίδει πρωτογενή υποθυρεοειδισμό, ενώ όταν και οι δύο τιμές είναι χαμηλές δευτεροπαθή υποθυρεοειδισμό. Αντιθέτως, τα χαμηλά επίπεδα TSH σε συνδυασμό με αυξημένη FT4 υποδεικνύει υπερθυρεοειδισμό.
- Εξέταση της Τ3.Πραγματοποιείται για να δώσει επιπλέον πληροφορίες όταν ο ασθενής έχει διαγνωστεί με υπερθυρεοειδισμό, καθώς όσοι πάσχουν από τη νόσο έχουν αυξημένα επίπεδα της συγκεκριμένης ορμόνης.
- Μέτρηση των επιπέδων θυρεοειδικών αντισωμάτων.Μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση της αιτίας των προβλημάτων του θυρεοειδούς. Η συγκέντρωση διαφορετικών θυρεοειδικών αντισωμάτων αυξάνεται σε ορισμένες διαταραχές όπου το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού επιτίθεται στον θυρεοειδή αδένα.
- Μέτρηση της θυρεοσφαιρίνης (Tg). Ζητείται συχνότερα σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί σεχειρουργική επέμβαση για καρκίνο του θυρεοειδούς (θηλώδες, θυλακιώδες και Hurthle cell καρκίνωμα), προκειμένου να παρακολουθείται η μετεγχειρητική πορεία τους. Η εξέταση δεν εκτελείται για τον έλεγχο της λειτουργίας του θυρεοειδή, αλλά ούτε εντοπίζει τον καρκίνο στον αδένα προτού αυτός αφαιρεθεί.
Ο έλεγχος λοιπόν της υγείας του θυρεοειδή αδένα βοηθά στη αναγνώριση της αιτίας πλήθους συμπτωμάτων και καλό είναι να εντάσσεται στον καθιερωμένο αιματολογικό έλεγχο όλων, και ιδιαίτερα των εγκύων, καθώς η ορμονική «έκρηξη» που συντελείται στον οργανισμό τους αυξάνει την πιθανότητα να επηρεάσει και τις ορμόνες του θυρεοειδούς.