Εάν τα αποτελέσματα των αρχικών εξετάσεων για καρκίνο του προστάτη κριθούν ύποπτα (αυξημένα επίπεδα PSA ή παθολογική δακτυλική εξέταση) τότε η διενέργεια περεταίρω εξετάσεων είναι επιβεβλημένη. Και φυσικά η πρώτη εξέταση που πρέπει να γίνει είναι η βιοψία του προστάτη.
Πώς διενεργείται η βιοψία του προστάτη
Κατά την εκτέλεση της βιοψίας, εισέρχεται μια κεφαλή υπερήχων μέσα στο ορθό. Καθοδηγούμενο από τις εικόνες της κεφαλής των υπερήχων, μπορεί να ελέγχει κάθε ύποπτη περιοχή. Κατόπιν μια λεπτή βελόνα κατευθύνεται σε αυτές τις περιοχές του προστάτη. Ένας ειδικός μηχανισμός ελατηρίου προωθεί τη βελόνα αυτόματα μέσα στον προστάτη και αποκόπτει ένα πολύ λεπτό κομμάτι ιστού. Η όλη διαδικασία λήψης του ιστοτεμαχιδίου διαρκεί κλάσματα του δευτερολέπτου και γι’ αυτό είναι ελάχιστα επώδυνο.
Εάν στο διορθικό υπερηχογράφημα βρεθεί μια παθολογική περιοχή, θα ληφθεί βιοψία από αυτή την περιοχή. Εάν δεν βρεθεί κάποιο παθολογικό σημείο, τότε θα πρέπει να ληφθούν 12 ή περισσότερες βιοψίες από διαφορετικές περιοχές του προστάτη. Πολύ μεγάλοι σε μέγεθος προστάτες μπορεί να χρειαστούν περισσότερες από 12 βιοψίες προκειμένου να υπάρχει μια επαρκής τυχαιοποιημένη εικόνα του προστάτη για τον σίγουρο αποκλεισμό ενός καρκίνου.
«Διαβάζοντας» το αποτέλεσμα της βιοψίας
Η γνωμάτευση της βιοψίας που γίνεται από τον παθολογοανατόμο, ο οποίος έχει εξειδικευτεί στη διάγνωση του καρκίνου και άλλων παθολογικών βλαβών των ιστών, δείχνει συνήθως ένα από τα ακόλουθα τρία δεδομένα:
- Αρνητική, χωρίς δηλαδή κάποια ένδειξη καρκίνου. Μερικές φορές μπορεί να δείξει στοιχεία προστατίτιδας. Τις περισσότερες όμως φορές περιγράφονται στοιχεία υπερπλασίας και ορισμένα άλλα ευρήματα που δεν έχουν σχέση με τον καρκίνο.
- Παρουσία της λεγόμενης ενδοεπιθηλιακής προστατικής νεοπλασίας- εκφραζόμενο με τα αρχικά του αγγλικού όρου «ΡΙΝ».
- Θετική, οριστική δηλαδή παρουσία καρκίνου του προστάτη.
Η σημασία του δείκτη ΡΙΝ
ΕΟΔΥ - κορονοϊός: 531 νέες εισαγωγές, 7 διασωληνώσεις και 27 θάνατοι την τελευταία εβδομάδα
Σχετικά με το ΡΙΝ είναι απαραίτητο να διακριθεί αν πρόκειται για χαμηλού ή υψηλού βαθμού.
- Στην περίπτωση του χαμηλού βαθμού ΡΙΝ συνιστάται μόνο παρακολούθηση του ασθενούς.
- Το υψηλού βαθμού ΡΙΝ θεωρείται ως προ-καρκινική βλάβη, με πιθανότητα περίπου 50% να αναπτυχθεί καρκίνος. Εδώ, η παρακολούθηση είναι προσεκτικότερη και σε περίπτωση που παράλληλα αυξάνει το ΡSΑ επαναλαμβάνεται η βιοψία.
- Η υψηλόβαθμη PIN συνυπάρχει με καρκίνο του προστάτη σε ποσοστό που κυμαίνεται από 50-85%, ενώ η χαμηλόβαθμη ΡΙΝ μόνο σε ποσοστό 20%.
Βαθμός κακοήθειας
Εάν μια βιοψία προστάτη επιβεβαιώσει την παρουσία καρκίνου, το επόμενο βήμα είναι ο καθορισμός βαθμού επιθετικότητας ή κακοήθειας του συγκεκριμένου καρκίνου. Με άλλα λόγια εκτιμάται το πόσο ταχέως επεκτείνεται ο καρκίνος του προστάτη, αργά (σε χρόνια) ή γρήγορα (σε μήνες). Μελετώνται τα ληφθέντα ιστοτεμάχια και συγκρίνονται με εκείνα των φυσιολογικών προστατικών κυττάρων. Όσο περισσότερο διαφέρει ένα καρκινικό κύτταρο από τα φυσιολογικά, τόσο περισσότερο κακοήθης και επιθετικός είναι ο καρκίνος και τόσο πιο γρήγορα μπορεί να εξαπλωθεί και να δώσει μεταστάσεις. Τα καρκινικά κύτταρα μπορεί να διαφέρουν στο σχήμα και στο μέγεθος. Μερικά κύτταρα μπορεί να είναι επιθετικά, άλλα όμως όχι. Ο παθολογοανατόμος καθορίζει τις δύο μεγαλύτερες περιοχές που περιέχουν καρκινικά κύτταρα. Σε αυτές τις περιοχές ελέγχονται οι πλέον επιθετικές μορφές των καρκινικών κυττάρων.
Επιπλέον εξετάσεις για τον υπολογισμό της εξάπλωσης του καρκίνου
Εφόσον έχει διαγνωστεί καρκίνος του προστάτη απαιτούνται επιπλέον εξετάσεις για τον καθορισμό του βαθμού εξάπλωσης του καρκίνου.
- Σπινθηρογράφημα οστών. Εάν υπάρχει η υποψία επέκτασης της νόσου στα οστά (συνήθως όταν το PSA είναι μεγαλύτερο από 15 ή 20 ng/mL), τότε διενεργείται το σπινθηρογράφημα οστών. Στο σπινθηρογράφημα οστών λαμβάνεται μια εικόνα του σκελετού για τον καθορισμό της επέκτασης του καρκίνου στα οστά. Ο καρκίνος του προστάτη μπορεί να κάνει μεταστάσεις στα οστά, όχι μόνο σε αυτά που βρίσκονται κοντά στον προστάτη, όπως είναι τα οστά της πυέλου και της κατώτερης σπονδυλικής στήλης.
- Αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας. Η αξονική τομογραφία δείχνει εγκάρσιες τομές του σώματος. Μπορεί να διαγνώσει διογκωμένους λεμφαδένες ή άλλες παθολογικές καταστάσεις σε διάφορα όργανα, αλλά δεν μπορεί να ξεχωρίσει εάν αυτά τα προβλήματα οφείλονται σε καρκίνο. Γι’ αυτόν τον λόγο η αξονική τομογραφία είναι χρήσιμη μόνο όταν συνδυάζεται με άλλες εξετάσεις.
- Μαγνητική τομογραφία. Δίνει μια λεπτομερή εγκάρσια εικόνα του σώματος χρησιμοποιώντας μαγνητικά ραδιοκύματα. Η μαγνητική τομογραφία συμβάλλει στην ανίχνευση πιθανών μεταστάσεων στους λεμφαδένες και στα οστά. Παρουσιάζει τους ίδιους περιορισμούς όπως και η αξονική τομογραφία. Το πλεονέκτημά της σε σχέση με την αξονική είναι η έλλειψη έκθεσης σε ακτινοβολία.
- Βιοψία λεμφαδένων. Εάν βρεθούν διογκωμένοι λεμφαδένες στην αξονική ή στη μαγνητική τομογραφία, μια βιοψία των λεμφαδένων μπορεί να καθορίσει εάν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί στους λεμφαδένες. Η βιοψία των λεμφαδένων μπορεί είτε να αποτελέσει και μέρος μιας επέμβασης ολικής αφαίρεσης του προστάτη (ριζική προστατεκτομή) είτε να πραγματοποιηθεί ξεχωριστά από τη ριζική προστατεκτομή.