Κατά προτίμηση ο εμβολιασμός θα πρέπει να ολοκληρώνεται τουλάχιστον τέσσερις έως έξι εβδομάδες πριν τηυν έναρξη του ετήσιου επιδημικού κύματος της γρίπης στην Ελλάδα (από τα μέσα έως το τέλος Νοεμβρίου), σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών. Ο αντιγριπικός εμβολιασμός γενικά περιλαμβάνει μόνο μία δόση του εμβολίου ετησίως. Το αντιγριπικό εμβόλιο μπορεί να χορηγηθεί και την ίδια ημέρα με το εμβόλιο κατά του κορονοϊού -αλλά σε διαφορετικά ανατομικά σημεία- όπως και οποιαδήποτε άλλη ημέρα πριν και μετά το εμβόλιο κατά του κορονοϊού.
O Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ενθαρρύνει τις υγειονομικές Αρχές να προχωρούν στον ετήσιο προληπτικό εμβολιασμό έναντι της γρίπης και τονίζει τη σημασία του εμβολιασμού για τα άτομα που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για σοβαρή νόσο και δυσμενή έκβαση, όπως οι ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας, τα άτομα με συνυπάρχουσες χρόνιες παθήσεις ή/και ανοσοκαταστολή, καθώς και οι έγκυες.
Οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (παθολόγος, καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής), Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (τ. πρύτανης ΕΚΠΑ, καθηγητής Θεραπευτικής-Ογκολογίας-Αιματολογίας, διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής), αναφέρουν ότι στη χώρα μας οι συστάσεις αντιγριπικού εμβολιασμού για τη φετινή περίοδο περιλαμβάνουν κατά προτεραιότητα πληθυσμιακές ομάδες με αυξημένο κίνδυνο για σοβαρή νόσο ή/και επιπλοκές, σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών. Σε αυτές τις ομάδες περιλαμβάνονται άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω, βρέφη και παιδιά έξι μηνών έως πέντε ετών και ενήλικες με χρόνια συστηματικά νοσήματα και ανοσοκαταστολή, έγκυες, άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία, υγειονομικοί υπάλληλοι, κλειστοί πληθυσμοί όπως στρατόπεδα, καταστήματα κράτησης, άτομα που έρχονται σε επαφή με πτηνά ή χοίρους, καθώς και φροντιστές ατόμων υψηλού κινδύνου.
Συνολικά, για την περίοδο 2024-2025 θα κυκλοφορήσουν έξι διαφορετικά τετραδύναμα εμβόλια για ενδομυική χορήγηση, δύο εκ των οποίων είναι ενισχυμένα και απευθύνονται σε άτομα 60 ετών και άνω, ως ακολούθως:
Vaxigrip Tetra QIVe 15 mcg από κάθε αντιγόνο, από έξι μηνών
Fluarix Tetra QIVe 15 mcg από κάθε αντιγόνο, από έξι μηνών
Influvac-subUnit Tetra QIVe 15 mcg από κάθε αντιγόνο, από έξι μηνών
Flucelvax Tetra QIVc 15 mcg από κάθε αντιγόνο, από δύο ετών
Efluelda QIV-HD 60 mcg από κάθε αντιγόνο, από 65 ετών
Fluad Tetra aQIV 15 mcg από κάθε αντιγόνο+ανοσοενισχυτικό MF59, από 65 ετών
Με τον όρο ανοσοκαταστολή αναφερόμαστε στη δυσλειτουργία ή καταστολή της φυσιολογικής λειτουργίας ενός ή περισσοτέρων στοιχείων της φυσικής ή/και επίκτητης ανοσίας, όπως σημειώνουν οι ειδικοί του ΕΚΠΑ. Μπορεί είτε να οφείλεται σε συστηματικά νοσήματα π.χ. λοίμωξη HIV είτε να είναι αποτέλεσμα θεραπευτικών χειρισμών που γίνονται με στόχο την αντιμετώπιση σοβαρών νοσημάτων, όπως ο καρκίνος.
Τα άτομα σε ανοσοκαταστολή δεν πρέπει να εμβολιάζονται με εμβόλια που περιέχουν ζώντες εξασθενημένους ιούς. Τα εμβόλια θα πρέπει να χορηγούνται πριν από την προγραμματισμένη ανοσοκαταστολή, εάν είναι εφικτό. Ειδικά τα αδρανοποιημένα εμβόλια θα πρέπει να χορηγούνται τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν από την προγραμματισμένη ανοσοκαταστολή. Η ανοσολογική απόκριση στον εμβολιασμό μπορεί να είναι μειωμένη σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως όταν πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια λήψης συγκεκριμένων χημειοθεραπευτικών φαρμάκων ή σε άτομα που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση μυελού των οστών.
Η βιβλιογραφία δείχνει ότι ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με παράγοντες που στοχεύουν τα Β-λεμφοκύτταρα έχουν μειωμένη ανοσολογική απόκριση στον εμβολιασμό έως και έξι μήνες από την τελευταία χορήγηση της θεραπείας. Ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση μυελού των οστών πρέπει να εμβολιάζονται με το αντιγριπικό εμβόλιο εφόσον έχουν παρέλθει τρεις έως έξι μήνες από τη μεταμόσχευση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου αναμένεται πτωχή ανοσολογική απόκριση στον εμβολιασμό, μπορεί να συστήνεται αναμνηστικός εμβολιασμός για ενίσχυση της ανοσολογικής απόκρισης, ανά περίπτωση και πάντα σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού.
Τέλος, σημειώνεται η ανάγκη εμβολιασμού των φροντιστών και του στενού οικογενειακού και κοινωνικού περίγυρου των ασθενών σε ανοσοκαταστολή.