Η μελέτη (μετα-ανάλυση), η πιο ολοκληρωμένη του είδους της μέχρι σήμερα, έλαβε υπόψη της και αξιολόγησε 83 έρευνες που έγιναν μεταξύ 1980-2018 και αφορούσαν συνολικά περίπου 3.000 ανθρώπους. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρήση ιατρικών κανναβινοειδών για ψυχικές διαταραχές δεν είναι δυνατό να δικαιολογηθεί με βάση τα έως τώρα δεδομένα, καθώς δεν είναι βέβαιη η αποτελεσματικότητα τους, ενώ παράλληλα είναι γνωστοί οι κίνδυνοι των εν λόγω ουσιών.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Λουίζα Ντέγκενχαρντ του Πανεπιστημίου της Νέας Νότιας Ουαλίας στο Σίδνεϊ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ψυχιατρικής “The Lancet Psychiatry”, βρήκαν μόνο κάποιας χαμηλής ποιότητας στοιχεία ότι η φαρμακευτική τετραϋδροκανναβινόλη (THC) μπορεί να επιφέρει μια μικρή βελτίωση στα συμπτώματα του άγχους σε ασθενείς με χρόνιους πόνους και χρόνιες παθήσεις όπως η πολλαπλή σκλήρυνση. Από την άλλη όμως, η φαρμακευτική THC επιδείνωσε τα αρνητικά συμπτώματα της ψύχωσης, ενώ δεν βελτίωσε άλλες ψυχικές διαταραχές.
Αποχαιρετήστε τη χρονιά… στα κιλά σας
Τα ιατρικά κανναβινοειδή περιλαμβάνουν την ιατρική κάνναβη, τα φαρμακευτικά κανναβινοειδή και τα συνθετικά παράγωγα τους. Σε όλο τον κόσμο οι ουσίες αυτές γίνονται σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό διαθέσιμες για ιατρικούς σκοπούς, μεταξύ των οποίων για ψυχικές διαταραχές. Όμως παράλληλα εντείνονται οι επιστημονικές ανησυχίες για τις πιθανές παρενέργειες των κανναβινοειδών, καθώς, μεταξύ άλλων, υπάρχουν σαφή στοιχεία ότι η μη ιατρική κάνναβη μπορεί να αυξήσει τη συχνότητα της κατάθλιψης, του άγχους και των ψυχωτικών συμπτωμάτων.
«Εωσότου υπάρξουν στοιχεία από τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές, δεν μπορούν να δοθούν κλινικές οδηγίες για τη χρήση των ιατρικών κανναβινοειδών στις ψυχικές διαταραχές. Στις χώρες όπου αυτές οι ουσίες είναι ήδη νόμιμες, οι γιατροί και οι ασθενείς πρέπει να έχουν επίγνωση για τα περιορισμένα στοιχεία, καθώς και για τους κινδύνους των κανναβινοειδών. Όσοι αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν ιατρικά κανναβινοειδή, πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά τόσο για θετικές όσο και για αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία τους», δήλωσε η δρ Ντέγκενχαρντ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ