Ο Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο, όπως ήταν ολόκληρο το όνομά του, έφυγε από τη ζωή σήμερα Πέμπτη (29/12/2022), σε ηλικία 82 ετών, χάνοντας την πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο.
Την είδηση του θανάτου του μετέδωσαν τα διεθνή πρακτορεία και επιβεβαίωσε ο ατζέντης του, Τζο Φράγκα.
Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Σάντος, είχαν αρχίσει από το Σάββατο (24/12) οι προετοιμασίες για την κηδεία του, καθώς όπως μετέδωσαν τοπικά μέσα ενημέρωσης, τοποθετήθηκε ένα χρυσό φέρετρο στο κέντρο του γηπέδου της ομάδας όπου μεγαλούργησε ο θρυλικός άσος.
Γύρω από το στάδιο υπήρξε κινητικότητα, με φορτηγά να μεταφέρουν προστατευτικά κιγκλιδώματα. Όλα θα ήταν έτοιμα προκειμένου να ακολουθήσει λαϊκό προσκύνημα από όλη την Βραζιλία.
Πελέ: Τα δύσκολα παιδικά χρόνια
Ο Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου του 1940 στην πόλη Τρες Κορασόες (πορτογαλικά Βραζιλίας : Três Corações, στα ελληνικά σημαίνει: Τρεις Καρδιές) της πολιτείας Μίνας Ζεράις της Βραζιλίας, 300 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Ρίο ντε Τζανέιρο. Πατέρας του ήταν ο Ζοάο Ράμος ντο Νασιμέντο, γνωστός ως Ντοντίνιο, ελπιδοφόρος ποδοσφαιριστής αγωνιζόμενος ως κεντρικός επιθετικός, που ένας σοβαρός τραυματισμός στα 23 του (λίγους μήνες πριν τη γέννηση του μικρού), τον κράτησε μακριά από τη μεγάλη καριέρα. Αναγκάστηκε έτσι να αγωνιστεί σε μικρές ομάδες, ωστόσο υπήρξε ο μέντορας του διάσημου γιου του. Ήταν το πρώτο παιδί από τα τρία της οικογένειας και βαφτίστηκε Έντισον προν τιμή του εφευρέτη Τόμας Έντισον και στη συνέχεια αφαιρέθηκε το «ι» από το όνομα.
Το προσωνύμιο Πελέ του το κόλλησε ένας συμμαθητής του στο σχολείο και μάλιστα ήταν η αφορμή για να τιμωρηθεί ο μικρός Έντσον με τρεις ημέρες αποβολή, καθώς τσακώθηκε με τον μικρό που του έβγαλε το παρατσούκλι. Υπάρχουν δύο εκδοχές για το τι πραγματικά σημαίνει και είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος επιμένει πως δεν γνωρίζει πως προέκυψε. Η πρώτη εκδοχή είναι πως μία ημέρα που έπαιζε ποδόσφαιρο, στα χωράφια του Τρες Κορασόες με τους φίλους του, με μία αυτοσχέδια μπάλα φτιαγμένη με πανιά και χαρτιά, κάποια στιγμή βρήκε πεταμένη κοντά σε σταθμό του τρένου μία παλιά, ξεφούσκωτη, χαλασμένη, αλλά δερμάτινη μπάλα. Έκτοτε προέκυψε και το pele που σήμαινε δέρμα σε πολλές λατινογενείς γλώσσες. Η άλλη εκδοχή είναι πως το όνομα αυτό του το κόλλησαν όταν ο ίδιος αποκαλούσε λανθασμένα τον αγαπημένο παίκτη του «Μπιλέ» ως «Πιλέ», τερματοφύλακα της Βάσκο ντα Γκάμα. Ο ίδιος έχει δηλώσει πως το όνομα Πελέ δεν ήταν της αρεσκείας του και δεν υποδηλώνει κάτι στην πορτογαλική γλώσσα. Ωστόσο πολύ αργότερα ένας θεολόγος του είπε ότι η λέξη αυτή υπάρχει στη Βίβλο και στα εβραϊκά σημαίνει θαύμα, γεγονός που άλλαξε την άποψή του για το όνομα.
Τα παιδικά χρόνια ήταν φτωχικά με το μικρό Έντσον να παίζει μπάλα γεμίζοντας τις κάλτσες του με χαρτιά μη δυνάμενη η οικογένεια να του αγοράσει παπούτσια (αργότερα, τα παιχνίδια χωρίς παπούτσια έγιναν γνωστά ως pelada, που πιστεύεται ότι πήραν το όνομά τους από τον Πελέ). Η οικογένεια μετακόμισε σε μεγαλύτερη πόλη, στο Μπαουρού στην πολιτεία του Σάο Πάολο στα μέσα Σεπτεμβρίου του 1945, όπου ο πατέρας του συνέχισε να παίζει ποδόσφαιρο στην τοπική ομάδα της δεύτερης κατηγορίας Lusitana FC μετέπειτα Bauru Atletico Clube. Στα έκτα του γενέθλια ένας από τους παίκτες της ομάδας του πατέρα του του δώρισε μια δερμάτινη μπάλα και αυτή ήταν η πρώτη φορά που κλωτσούσε μια πραγματική μπάλα. Ο πατέρας του ήθελε ο γιος να ακολουθήσει τα χνάρια του και να διδαχτεί τα μυστικά της στρογγυλής θεάς (σε αντίθεση με τη μητέρα του Δόνα Σελέστε), γράφοντας παράλληλα τον γιο του σε τοπικές ομάδες νέων από την ηλικία των 11 ετών (Sete de Setembro, Canto do Rio, Sao Paulinho, Ameriquinha) και όταν είδε τα προσόντα του τον παρότρυνε λέγοντάς του ότι «εσύ γεννήθηκες για να παίξεις ποδόσφαιρο». Για να βοηθηθεί οικονομικά και να μπορέσει να αγοράσει δική του μπάλα, δούλευε σε καταστήματα τσαγιού ως υπάλληλος και γυάλιζε παπούτσια έξω από τους κινηματογράφους ήδη από την ηλικία των επτά ετών, αν και ο ίδιος δεν είχε ακόμα δικά του. Σχολείο κατάφερε να πάει μόνο μέχρι την τέταρτη τάξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Στην αρχή της εφηβείας του γνωρίζει τον πρώην διεθνή Βραζιλιάνο ποδοσφαιριστή της δεκαετίας του 1930 Βαλντεμάρ ντε Μπρίτο, που ανέλαβε να δημιουργήσει την ομάδα νέων της Μπαουρού (Baquinho), κάτι που υλοποιήθηκε με τον πρώτο αγώνα το Σεπτέμβριο του 1953. Στην ομάδα νέων έπαιξε για περίπου δύο χρόνια εντυπωσιάζοντας από το δεύτερο αγώνα και κερδίζοντας δύο τίτλους στις διοργανώσεις νέων της πόλης (1954, 1955), ενώ την επόμενη χρονιά η ομάδα διαλύθηκε.[58] Στο Μπαουρού τον ονόμασαν el sapeca (το θαύμα). Οι ποδοσφαιρικές επιδόσεις του μικρού αρχίζουν προοδευτικά να ξεχωρίζουν στην τοπική αθλητική κοινότητα και ο Μπρίτο πεπεισμένος ότι ο μαθητής του «θα γίνει κάποτε ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής του κόσμου» πείθει εντέλει την οικογένεια Νασιμέντο να επιτρέψει στο 15χρονο ποδοσφαιρικό φαινόμενο να εγκαταλείψει την πατρική εστία. Παράλληλα στα μέσα της εφηβείας του έπαιξε για μια ομάδα εσωτερικού ποδοσφαίρου που ονομαζόταν Ράντιουμ και είχε δημιουργηθεί από νέους της ομάδας της Μπαουρού. Το ποδόσφαιρο σάλας (futsal-φούτσαλ) μόλις είχε αρχίσει να γίνεται δημοφιλές στη χώρα και σύμφωνα με τον ίδιο, το ποδόσφαιρο σάλας παρουσίαζε δύσκολες προκλήσεις, ήταν πολύ πιο γρήγορο από το ποδόσφαιρο στο γρασίδι και οι παίκτες αναγκάζονται να σκέφτονται γρηγορότερα, αφού όλοι είναι σε κοντινές αποστάσεις στο γήπεδο. Ο Πελέ αναγνώρισε ότι το ποδόσφαιρο εσωτερικού χώρου τον βοήθησε να σκεφτεί καλύτερα και πιο γρήγορα. Επιπλέον, του επέτρεψε να παίξει με ενήλικες όταν ήταν περίπου 14 ετών. Σε ένα από τα τουρνουά στα οποία συμμετείχε, αρχικά θεωρήθηκε πολύ νέος για να παίξει, αλλά τελικά έγινε ο κορυφαίος σκόρερ του διαγωνισμού, παραδεχόμενος αργότερα ότι αυτό του έδωσε μεγάλη αυτοπεποίθηση. Ο Πελέ και η ομάδα του κέρδισαν το πρώτο πρωτάθλημα το 1955.
https://www.youtube.com/watch?v=XUOIJ4aFj5g
Oκτώ μήνες ποινή φυλάκισης με αναστολή και πρόστιμο για τον πρώην παίκτη του Παναθηναϊκού Τζιμπρίλ Σισέ
Πελέ: Η αγαπημένη του Σάντος
Έτσι έφτασε στη Σάντος στις 8 Αυγούστου 1956, μία πόλη-λιμάνι 200.000 κατοίκων στην πολιτεία του Σάο Πάολο και αγωνίστηκε στην ομάδα νέων της πόλης (Σάντος Φουτεμπόλ Κλούμπε), σημειώνοντας πολλά γκολ, ενώ συμμετείχε και σε φιλικούς αγώνες της ανδρικής ομάδας. Έμενε στο οικοτροφείο του σωματείου και προτού κλείσει τα 16 του, στις 7 Σεπτεμβρίου 1956 έκανε το ντεμπούτο του με την ομάδα ανδρών της Σάντος σε φιλικό αγώνα με την Κορίνθιανς Σάντο Αντρέ (Corinthians Santo André, 7–1) μπαίνοντας σαν αλλαγή και σκοράροντας μία φορά στο 81ο λεπτό το έκτο γκολ της ομάδας. Στη Σάντος τον αποκαλούσαν αρχικά Gasolina (βενζίνη), ένα ψευδώνυμο που του έδωσαν για την ταχύτητά του.
Ο τραυματισμός του Βάλτερ Βασκονσέλος (Válter Vasconcelos) το Δεκέμβριο του 1956, βασικού στελέχους της ομάδας που φορούσε το νούμερο 10, του έδωσε την ευκαιρία να αγωνιστεί στη βασική ενδεκάδα από τις αρχές της επόμενης χρονιάς φορώντας το νούμερό του. Στις 26 Απριλίου 1957 σημείωσε το πρώτο του τέρμα σε επίσημο αγώνα, στη συνάντηση Σάντος – Σάο Πάολο 3–1 για το τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο. Στις 9 Ιουνίου 1957 σκόραρε το πρώτο του χατ τρικ σε φιλικό αγώνα με τη Φαμπρίλ Εσπόρτε Κλούμπε (Fabril Esporte Clube – τέσσερα τέρματα), ο νεότερος παίκτης στον κόσμο που πέτυχε χατ τρικ σε επίσημο αγώνα, ρεκόρ που κράτησε για τέσσερις δεκαετίες. Το πρώτο γκολ στο Πρωτάθλημα Παουλίστα ήρθε την τρίτη αγωνιστική (14 Ιουνίου) απέναντι στην Πιρασικάμπα (XV de Piracicaba) στην εντός έδρας νίκη με 5–3. Υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο στις 25 Ιουνίου 1957, ενώ μέχρι τότε αμοιβόταν με άτυπο συμφωνητικό. Έτσι καθιερώθηκε στη βασική ενδεκάδα και ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος Παουλίστα ήδη από την πρώτη χρονιά με 36 γκολ, ενώ είχε και 14 τελικές πάσες (ασίστ). Ο τίτλος του πρώτου σκόρερ κατακτήθηκε και την επόμενη χρονιά (1958) με 58 τέρματα (πέντε από τα οποία στον αγώνα απέναντι στην Ιπιράνγκα Φουτεμπόλ Κλούμπε – Ypiranga Futebol Clube- την 1η Οκτωβρίου, πέντε «καρέ» και τρία χατ τρικ[83]) σε 38 αγώνες, επίδοση που παραμένει ακατάρριπτο ρεκόρ μέχρι σήμερα και διεθνής με την εθνική Βραζιλίας σε ηλικία μόλις 16 ετών, 10 μόνο μήνες από το ντεμπούτο του σε συλλογικό επίπεδο. Στις 26 Φεβρουαρίου 1958, σε αγώνα με την Αμέρικα Ρίο ντε Τζανέιρο για τον πρώτο γύρο του τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο, ο Πελέ σημείωσε τέσσερα γκολ στο τελικό 5–3 και ο δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας Νέλσον Ροντρίγκες (1912–1980) εντυπωσιασμένος από την απόδοση του έφηβου ακόμα ποδοσφαιριστή τον χαρακτήρισε «βασιλιά» (Ο Rei), τίτλος που αργότερα δόθηκε και από τους Ευρωπαίους.
Ένας ακόμα τίτλος πρώτου σκόρερ συμπλήρωσε την επόμενη χρονιά, έχοντας ήδη και τον πρώτο τίτλο του πρωταθλήματος Παουλίστα το 1958, το δε 1959 σημείωσε συνολικά σε 103 επίσημους και φιλικούς αγώνες 127 τέρματα, σε χρόνια που δεν υπήρχε επαρκής ιατρική υποστήριξη και η διαδοχή των αγώνων δεν επέτρεπε χρόνο αποθεραπείας από μικροτραυματισμούς. Αγωνίστηκε με πέντε διαφορετικές ομάδες και η επίδοση αναγνωρίζεται ως ρεκόρ για ένα ημερολογιακό έτος (υπηρετούσε στρατιωτική θητεία ενός έτους εκείνη τη χρονιά πετυχαίνοντας 14 γκολ με την επίλεκτη ομάδα των Ενόπλων Δυνάμεων). Στο πρωτάθλημα Παουλίστα του 1959 ο Πελέ σκόραρε 45 τέρματα (πρώτος σκόρερ για τρίτη συνεχή χρονιά) και η ομάδα 155 σε 41 συναντήσεις, ένα ακόμα ακατάρριπτο ρεκόρ για το σύλλογο, χωρίς μάλιστα να κατακτήσει και τον τίτλο του πρωταθλήματος δίνοντας έμφαση περισσότερο στην επιθετική της απόδοση. Το μόνιμο ντουέτο πυρός για μία δεκαετία ήταν οι Πέπε και Κουτίνιο, με τον πρώτο να αγωνίζεται πλάγια αριστερά, ενώ ο δεύτερος ήταν ο κεντρικός επιθετικός. Ο Πελέ αγωνιζόταν σε πιο ελεύθερο ρόλο περιφερειακού επιθετικού, στα πορτογαλικά της Βραζιλίας ponta de lança, επιθετικός που όμως γυρίζει και πίσω για δημιουργήσει μία νέα προσπάθεια της ομάδας. Το τρίο θεωρείται από τα καλύτερα στην ιστορία του αθλήματος και κέρδισε μαζί 19 επίσημους συλλογικούς τίτλους. Το 1959 ο Πελέ αγωνίστηκε με την πολιτειακή ομάδα του Σάο Πάολο στο Διαπολιτειακό Πρωτάθλημα της Βραζιλίας (Campeonato Brasileiro de Seleções Estaduais), διοργάνωση θεωρούταν η σημαντικότερη της Βραζιλίας μέχρι τότε κατακτώντας τον τίτλο και σημειώνοντας έξι τέρματα.
Η Σάντος δεν ήταν ένας από τους μεγαλύτερους συλλόγους της Βραζιλίας όταν ο νεαρός Πελέ πήγε στην ομάδα. Το γήπεδό της Βίλα Μπελμίρο είχε χωρητικότητα μόνο 25.000 θεατές και είχε κατακτήσει μέχρι τότε δύο τίτλους πρωταθλήματος Παουλίστα, το 1955 και ένα στο μακρινό 1935. Το πρωτάθλημα Παουλίστα κυριαρχούταν από την Κορίνθιανς με 15 τίτλους και τη Σάο Πάολο με 11. Η κατάκτηση του δεύτερου συνεχόμενου τίτλου το 1956 έδειξε ότι ήταν η ανερχόμενη δύναμη του ποδοσφαίρου της χώρας. Ο σύλλογος δεν ήταν οικονομικά εύρωστος, είχε ένα νεανικό και ταλαντούχο σύνολο και η παρουσία του εκκολάπτοντα αστέρα οδήγησε την ομάδα αρχικά στην κορυφή της χώρας με την κατάκτηση του Πρωταθλήματος Παουλίστα το 1958 και του τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο για πρώτη φορά στην ιστορία της το 1959, τίτλο που κατέκτησε άλλες τρεις φορές. Το 1960, η Σάντος κατακτά το Καμπεονάτο Παουλίστα και πάλι αρχίζοντας μια πενταετή κυριαρχία στο θεσμό, ενώ ο Πελέ ήταν πρώτος σκόρερ για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά με 30 τέρματα σε 33 αγώνες. Όταν ο Πελέ έκλεισε τα 20 χρόνια του είχε σημειώσει 355 τέρματα, αριθμός ασύγκριτος με οποιονδήποτε άλλο ποδοσφαιριστή πριν ή μετά από αυτόν.
Τα επιτεύγματα αυτά και μετά τα Παγκόσμια Κύπελλα του 1958 και του 1962, οδήγησαν αρκετές ομάδες του Ευρώπης να προσφέρουν μεγάλα ποσά για να αγοράσουν το εξαιρετικά ταλαντούχο παίκτη με σημαντικότερους διεκδικητές τη Ρεάλ Μαδρίτης, τη Γιουβέντους και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το πρώτο συμβόλαιό του έληξε εννέα ημέρες μετά τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1958 και πρώτη η Ίντερ κατάφερε να αποσπάσει την υπογραφή συμβολαίου, αλλά ο Άντζελο Μοράτι (πρόεδρος της Ίντερ 1955–68) αναγκάστηκε να τον απογοητεύσει μετά από επίθεση που υπέστη ο πρόεδρος της Σάντος από εξαγριωμένους οπαδούς, οι οποίοι μάλιστα πυρπόλησαν τα γραφεία του σωματείου. Ωστόσο, το 1961, η κυβέρνηση του προέδρου Ζάνιου Κουάντρους (έχοντας λάβει μέτρα χαμηλής δημοτικότητας) εκμεταλλεύτηκε τη δημοσιότητα του Πελέ και τον κήρυξε «εθνικό θησαυρό» για να αποφύγει οποιαδήποτε πιθανή μεταγραφή. Επιπλέον το βραζιλιάνικο πρωτάθλημα ήταν υψηλού επιπέδου τη δεκαετία του 1960 (ίσως και υψηλότερου από τα ευρωπαϊκά) με τους εγχώριους κορυφαίους ποδοσφαιριστές που αναδείχθηκαν πρωταθλητές κόσμου να αγωνίζονται στη χώρα και σημαντικοί ξένοι όπως οι Ελίας Φιγκερόα, Λουίς Αρτίμε, Λαδισλάο Μαζουρκιέβιτς να μεταγράφονται σε βραζιλιάνικους συλλόγους.
Το 1961 ήταν ίσως η καλύτερη χρονιά στην καριέρα του κερδίζοντας το Πρωτάθλημα Παουλίστα για μία ακόμη φορά, ενώ ο ίδιος ήταν πρώτος σκόρερ με 46 τέρματα (κατά άλλες πηγές 47) σε μόνο 26 αγώνες που συμμετείχε. Η ομάδα σημείωσε 113 τέρματα σε 30 αγώνες πρωταθλήματος (25 νίκες) και σε συνολικά 104 επίσημους και φιλικούς αγώνες 338 τέρματα, 110 από τα οποία του Πελέ. Σε μία από τις πιο ιστορικές νίκες του συλλόγου απέναντι στη Φλαμένγκο για το Τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο (11 Μαρτίου, 1–7), ο Πελέ ήταν και πάλι πρωταγωνιστής με χατ τρικ. Εκείνη τη χρονιά κυκλοφόρησε και η πρώτη βιογραφία του στη Βραζιλία. Πελέ και Σάντος ήταν οι πρωταγωνιστές στο Taça Brasil (Τάσα Μπραζίλ, στην κυριολεξία: Κύπελλο Βραζιλίας) που είχε τη θέση του εθνικού πρωταθλήματος της Βραζιλίας από το 1961. Δημιουργήθηκε μετά την εκκίνηση του Κόπα Λιμπερταδόρες, της πρώτης διοργάνωσης που πραγματοποιήθηκε το 1960.
Η Βραζιλία δεν είχε μέχρι τότε ισχύον εθνικό πρωτάθλημα συλλόγων και το άθλημα περιοριζόταν σε πολιτειακά πρωταθλήματα και στα Τουρνουά Ρίο – Σάο Πάολο. Ωστόσο, η Βραζιλία έπρεπε να έχει δύο εκπροσώπους για το νέο Κύπελλο της Νότιας Αμερικής, οπότε η Συνομοσπονδία της χώρας ίδρυσε το Taça Brasil, διοργάνωση που είδε τους πολιτειακούς πρωταθλητές τους προηγούμενου έτους να συγκρούονται. Για την πρώτη διοργάνωση, 16 πρωταθλητές ανταγωνίστηκαν σε διπλούς αγώνες μέχρι τους τελικούς ανά περιοχή. Στη συνέχεια, οι τέσσερις πρωταθλητές ανταγωνίστηκαν για δύο θέσεις στους ημιτελικούς, όπου προκρίνονταν μόνο οι πρωταθλητές από το Ρίο ντε Τζανέιρο και το Σάο Πάολο. Το 1960 η Σάντος αντιμετωπίζει την Μπαΐα στον τελικό. Έχοντας κερδίσει εκτός έδρας με γκολ του Πελέ, επιστρέφει στην έδρα της και χωρίς τον τραυματία αστέρα της χάνει και μαζί και το τίτλο. Στη διοργάνωση του 1961, ο Πελέ σημείωσε χατ τρικ και η Σάντος πήρε τη ρεβάνς από τη Μπαΐα στον τελικό, μπροστά σε 18.662 θεατές στο Πακαέμπου, μικρό πλήθος σε σύγκριση με εκείνο του πρωταθλήματος Παουλίστα. Ο Πελέ τελείωσε ως κορυφαίος σκόρερ της διοργάνωσης με 9 τέρματα σε πέντε παιχνίδια, ενώ εκείνη τη χρονιά σημείωσε τη δεύτερη καλύτερη επίδοση της καριέρας του με συνολικά 112 τέρματα σε 75 επίσημους και φιλικούς αγώνες. Η Σάντος στη συνέχεια επιβλήθηκε στη σκηνή της Βραζιλίας, όπου περισσότεροι από 100.000 θεατές συγκεντρώθηκαν στο Στάδιο Μαρακανά για τον τελικό της χρονιάς του 1962 μεταξύ Σάντος και Μποταφόγκο. Στον αγώνα που διεξήχθη στις 2 Απριλίου, ο Πελέ σκόραρε δύο φορές στο 5–0 με αντίπαλο την ομάδα του Γκαρίντσα. Στη συνάντηση ήταν εντυπωσιακή η ομάδα του κορυφαίου Βραζιλιάνου, σε μία συνάντηση που χαρακτηρίστηκε ο «αγώνας του αιώνα» στη Βραζιλία, καθώς οι δύο τους θεωρούνταν οι ισχυρότερες που είχαν παρουσιαστεί στην ιστορία του αθλήματος της χώρας. Στον πρώτο αγώνα η Μποταφόγκο είχε νικήσει με 3–1.
Η Σάντος ήταν σαρωτική στον διαγωνισμό και κερδίζει τον τίτλο πέντε φορές διαδοχικά μεταξύ 1961 και 1965, επίδοση ρεκόρ που δεν έχει καταρριφθεί ακόμα. Το 1962 ο Πελέ δεν τερμάτισε πρώτος σκόρερ για ένα γκολ λιγότερο. Σημείωσε δύο τέρματα και στα δύο παιχνίδια με τη Μπαΐα την επόμενη χρονιά (1963, 6–0 εντός έδρας και 0–2 εκτός) και το σωματείο κέρδισε και πάλι τον τίτλο. Ο Πελέ τερμάτισε πρώτος σκόρερ για δεύτερη φορά στη διοργάνωση με 12 γκολ. Μεταξύ 1961 και 1963 η Σάντος σκόραρε σε 73 συνεχόμενα επίσημα παιχνίδια σε όλες τις διοργανώσεις σημειώνοντας 245 τέρματα, από τα οποία 85 ο Πελέ, έχοντας 51 νίκες, 14 ισοπαλίες και 9 ήττες. Η επίδοση είναι η τρίτη καλύτερη όλων των εποχών στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Στις 19 Ιανουαρίου 1964 ο Πελέ αντικατέστησε τον τερματοφύλακα ο οποίος είχε αποβληθεί, στον ημιτελικό με την Γκρέμιο. Για περίπου πέντε λεπτά, αφού είχε σημειώσει τρία γκολ και το αποτέλεσμα ήταν 4–3 υπέρ της Σάντος, έπαιξε με τη νούμερο ένα φανέλα και έκανε δύο σωτήριες επεμβάσεις διατηρώντας το μέχρι τότε αποτέλεσμα. Η πρώτη φορά που κλήθηκε να φορέσει τη φανέλα με το νούμερο ένα ήταν σε ένα χαμηλής σημασίας αγώνα πρωταθλήματος της πολιτείας του Σάο Πάολο με αντίπαλο τη Μίνοους Κομέρσιαλ (Minnows Comercial). Έχοντας ήδη σκοράρει, έπαιξε στο τέρμα για 20 λεπτά στο δεύτερο ημίχρονο και δε δέχθηκε γκολ. Χρειάστηκε τέσσερις συνολικά φορές να αγωνιστεί σαν τερματοφύλακας καθώς οι αλλαγές σε επίσημους αγώνες δεν επιτρέπονταν τότε. Σημείωσε χατ τρικ με αντίπαλο την Φλαμένγκο στον τελικό. Συνολικά σημείωσε 33 γκολ σε 30 αγώνες στη διοργάνωση του Taça Brazil.
Το 1962 η ομάδα κέρδισε την πρώτη θέση στον όμιλο της στο Κόπα Λιμπερταδόρες και στον ημιτελικό απέκλεισε την Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα της Χιλής. Στον τελικό αντιμετώπισε την κάτοχο του τίτλου Πενιαρόλ. Ο Πελέ σκόραρε δύο φορές (30 Αυγούστου, αποτέλεσμα 3–0) σε τρίτο αγώνα που ήταν επαναληπτικός και έγινε στο Μπουένος Άιρες (λόγω επεισοδίων και διακοπής της δεύτερης συνάντησης στη Βραζιλία, σε αυτούς τους δύο αγώνες δεν είχε συμμετάσχει) και η Σάντος έγινε ο πρώτος βραζιλιάνικος σύλλογος που κατέκτησε το τρόπαιο. Την ίδια χρονιά, ο Πελέ σημείωσε 37 γκολ και ήταν πρώτος σκόρερ και τροπαιούχος με την ομάδα στο Καμπεονάτο Παουλίστα και το Taça Brazil και η Σάντος έγινε η πρώτη ομάδα στην ιστορία που κατέκτησε τρεμπλ. Το 1963 η Σάντος κέρδισε πάλι το Κόπα Λιμπερταδόρες απέναντι στη Μποταφόγκο στον ημιτελικό (1–1 και 4–0 με χατ τρικ του Πελέ στο Μαρακανά) και τη Μπόκα Τζούνιορς στον τελικό με δύο νίκες, τη δεύτερη στο Μπουένος Άιρες στις 11 Σεπτεμβρίου με 2–1 με νικητήριο τέρμα του Πελέ. Η Σάντος έγινε (και παραμένει) η μόνη βραζιλιάνικη ομάδα που κέρδισε τον τίτλο μέσα στην Αργεντινή.
Τις δύο επόμενες χρονιές, ο Βραζιλιάνικος σύλλογος έφτασε μέχρι τους ημιτελικούς του Κόπα Λιμπερταδόρες, ενώ το 1966, το 1967 και το 1969 είχε προκριθεί αλλά αρνήθηκε να συμμετάσχει προτιμώντας τις περιοδείες φιλικών αγώνων ανά τον κόσμο που ήταν οικονομικά πιο προσοδοφόρες. Ο Πελέ ήταν πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης του 1965 με 8 τέρματα και έκλεισε την πορεία του ως πρώτος σκόρερ στην ιστορία του θεσμού με 17 τέρματα σε 15 συναντήσεις (σύμφωνα με τη FIFA). Το 1964 και το 1965 ο Πελέ είναι και πάλι πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα Παουλίστα με τον σύλλογο να κατακτά τους τίτλους. Στις 21 Νοεμβρίου 1964, στον αγώνα Σάντος – Μποταφόγκο ντε Ριμπεϊράο Πρέτο (Botafogo de Ribeirão Preto, αποτέλεσμα 11–0), ο Πελέ σκόραρε οκτώ φορές (ένα γκολ με πέναλτι), σημειώνοντας νέο ρεκόρ σε παιχνίδι του πρωταθλήματος Παουλίστα, το οποίο προηγουμένως ανήκε στον Αρτούρ Φριντενράιχ με επτά γκολ και είχε σημειωθεί το 1928. Ο αγώνας ήταν για την 25η αγωνιστική του πρωταθλήματος Παουλίστα και διεξήχθη στη Βίλα Μπελμίρο μπροστά σε 9.437 θεατές. Δεν υπάρχει καταγραφή των γεγονότων σε φιλμ παρά μόνο εικόνες, όπως συχνά συμβαίνει με επιτεύγματα του Βραζιλιάνου. Το αξιοπερίεργο είναι ότι ο αντίπαλος τερματοφύλακας θεωρήθηκε ο καλύτερος παίκτης της ομάδας του και βραβεύτηκε. Τέσσερα γκολ σημείωσε ο κορυφαίος Βραζιλιάνος σε ένα από τα συγκλονιστικότερα παιχνίδια στην ιστορία του σωματείου στις 6 Δεκεμβρίου 1964 με αντίπαλο την Κορίνθιανς στο Πακαέμπου, που έληξε με θρίαμβο της Σάντος με 7–4. Το 1965 ήταν και η δεύτερη πιο παραγωγική ημερολογιακή χρονιά του σε επίσημους αγώνες έχοντας πετύχει 73 τέρματα, από τα 49 στο πολιτειακό πρωτάθλημα Παουλίστα σε 28 αγώνες, η δεύτερη καλύτερη επίδοσή του στη διοργάνωση.
Νικώντας δύο ισχυρότατες ευρωπαϊκές ομάδες τη Μπενφίκα (1962) και τη Μίλαν (1963) στους τελικούς του Διηπειρωτικού Κυπέλλου συμπεριλαμβανομένης μιας νίκης με σκορ 5–2 εκτός έδρας απέναντι στη Μπενφίκα με χατ τρικ του κορυφαίου βραζιλιάνου, αντιμετώπισε και επιχειρήματα σχετικά με τα πλεονεκτήματα του ποδοσφαίρου της Νότιας Αμερικής.
Το 1961 Σάντος και Μπενφίκα είχαν συναντηθεί στα πλαίσια του τουρνουά του Παρισιού και σε ένα εντυπωσιακό παιχνίδι οι Βραζιλιάνοι νίκησαν με 6–3 με δύο γκολ του Πελέ. Η συνάντηση δε της Λισσαβόνας (11 Νοεμβρίου 1962) ήταν και η πρώτη εμφάνιση σε επίσημο αγώνα του Πελέ σε επίπεδο συλλόγων στην Ευρώπη, οι πρωταθλητές Πορτογαλίας φάνταζαν πανίσχυροι στην έδρα τους ελπίζοντας να ανατρέψουν το πενιχρό προβάδισμα με 3–2 που είχαν οι Βραζιλιάνοι με δύο γκολ του Πελέ στον πρώτο αγώνα αλλά βρέθηκαν να χάνουν με 5–0 μετά από 77 λεπτά αναμέτρησης. Το 0–2 έπειτα από εντυπωσιακή ατομική προσπάθεια που τη χαρακτήριζε η μεγάλη ταχύτητα και το άψογο τελείωμα θεωρείται ως ένα από τα καλύτερα γκολ της σταδιοδρομίας του. Ο Πελέ δήλωσε ότι ήταν το καλύτερο παιχνίδι της καριέρας του.
Ο τερματοφύλακας της Μπενφίκα, Κόστα Περέιρα, είπε μετά το παιχνίδι: «Έφτασα ελπίζοντας να σταματήσω έναν σπουδαίο άνθρωπο, αλλά έφυγα πεπεισμένος ότι είχα νικηθεί από κάποιον που δεν γεννήθηκε στον ίδιο πλανήτη με τους υπόλοιπους από εμάς». Η νίκη αυτή ήρθε στον εορτασμό των 50 χρόνων της ομάδας, η οποία κέρδισε παγκόσμιο θαυμασμό θεωρούμενη ως όχι μόνο η καλύτερη του κόσμου αλλά και στις καλύτερες όλων των εποχών, βασιζόμενη στην αρχή «αν οι αντίπαλοι βάλουν ένα γκολ, εμείς θα βάλουμε τρία». Με αυτό το τρόπαιο η Σάντος έγινε ο πρώτος σύλλογος στην ποδοσφαιρική ιστορία που κατέκτησε τέσσερις επίσημους τίτλους σε μία χρονιά. Η γαλλική εφημερίδα L’Équipe τη σύγκρινε με τη Ρεάλ Μαδρίτης των προηγούμενων ετών και τη Χόνβεντ Βουδαπέστης των αρχών της δεκαετίας του 1950, ο δε Βιττόριο Πότσο προπονητής της δύο φορές πρωταθλήτριας κόσμου Ιταλίας δήλωσε ότι «αυτή η ομάδα είναι αήττητη και μόνο σε φιλικό αγώνα θα μπορούσε να χάσει, ενώ με τον Πελέ σε τέτοια φόρμα, η ομάδα δεν έχει καμία σχέση». Το 1963 ο Πελέ σημείωσε τα δύο γκολ στο Μιλάνο (16 Οκτωβρίου, ήττα με 4–2) αλλά τραυματίστηκε και δεν έπαιξε στον επαναληπτικό που κρίθηκε στην παράταση υπέρ των λατιναμερικάνων. Έχοντας πετύχει 7 τέρματα παραμένει πρώτος σκόρερ στην ιστορία του Διηπειρωτικού Κυπέλλου. Στα δύο αυτά χρόνια ο Πελέ κατέκτησε 9 από τους 10 συλλογικούς τίτλους που η ομάδα συμμετείχε χάνοντας μόνο το Πρωτάθλημα Παουλίστα του 1963. Σημείωσε 172 τέρματα σε 124 αγώνες μεταξύ του Ιανουαρίου του 1961 και του Δεκεμβρίου του 1962, ενώ μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου του 1962 σκόραρε σε 20 διαδοχικά παιχνίδια συμπεριλαμβανομένων φιλικών.
Η κατάκτηση της πρωτιάς του κόσμου σε συλλογικό επίπεδο ήρθε με τον Πελέ στην καλύτερη φόρμα της καριέρας του, κάτι που δεν έχει γίνει ευρέως ιστορικά γνωστό. Η χρυσή εποχή του Πελέ και της Σάντος προηγήθηκε της εποχής των διεθνών μέσων μαζικής ενημέρωσης και η πρόσβαση του υπολοίπου κόσμου ήταν εξαιρετικά περιορισμένη. Ο Πελέ βρίσκεται στην κορυφή της ιστορίας του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, ωστόσο, είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την πρόοδο της ομάδας, σε βαθμό που αυτή να αποκαλείται «Η Σάντος του Πελέ» (ισπανικά: El Santos de Pelé). Μιας ομάδας όπου ο σεβασμός στα συστήματα και ο συντονισμός των αμυντικών κινήσεων ήταν δευτερεύοντα με το θέαμα να είναι ο κύριος στόχος. Ο χαρακτηρισμός «λευκό μπαλέτο» (πορτογαλικά: Ο Balé Branco) που της δόθηκε προέρχονταν από τις περίτεχνες ενέργειες των ποδοσφαιριστών της και τους εντυπωσιακούς συνδυασμούς τους.
Η ομάδα διατήρησε τον ίδιο προπονητή από το 1954 έως το 1966 (Λούλα – από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν το σύστημα 4–2–4), τον καλύτερο Βραζιλιάνο τερματοφύλακα (Ζιλμάρ), και σημαντικούς παίκτες σε όλες τις γραμμές, όπως τους Ζίτο και τους Κλοντοάλντο και Κάρλος Αλμπέρτο Τόρες από το 1966. Τη διετία 1966–67 η αποχώρηση της πρώτης γενιάς πρωταγωνιστών έφερε επανακαθορισμό του τρόπου παιχνιδιού της ομάδας με ενίσχυση της άμυνας, γεγονός που σταδιακά ελάττωσε την παραγωγικότητα του Πελέ αλλά αύξησε τη δημιουργικότητά του. Τα δύο αυτά χρόνια υπήρξε κάμψη γνωρίζοντας τη μεγαλύτερη ήττα του από την Κρουζέιρο στον τελικό του πρωταθλήματος με 6–2.
Συναγερμός για τη Σάντος – «Ήρθε ο Πελέ»
Πριν εισαχθούν οι ηπειρωτικοί διαγωνισμοί, ήταν συνηθισμένο για μεγάλες ομάδες να περιοδεύσουν σε άλλες χώρες. Στην πρώτη περιοδεία του 1959 η ομάδα έπαιξε 14 παιχνίδια σε 42 ημέρες στην Κεντρική και Νότια Αμερική με τον Πελέ να σημειώνει 15 γκολ. Η δημοφιλία του Βραζιλιάνου παίκτη αυξήθηκε κατακόρυφα σε όλο τον πλανήτη. Οι σημαντικότεροι σύλλογοι των χωρών αυτών αγωνιζόταν σε αυτές τις συναντήσεις στοχεύοντας πάντα στη νίκη απέναντι στη μεγάλη αντίπαλο του κορυφαίου ποδοσφαιριστή του κόσμου. Για πολλές από αυτές τις ομάδες και τους παίκτες τους η επιτυχής αντιμετώπισή του ήταν μέχρι και η σημαντικότερη στιγμή στην καριέρα τους. Σε ορισμένα δε από αυτά υπήρχε σκληρή αντιμετώπιση, ενώ συχνά συνέβαινε τα παιχνίδια αυτά να είναι κάθε δεύτερη μέρα για τη Σάντος χωρίς περιθώρια ξεκούρασης. Στη δεύτερη περιοδεία του 1959 που ξεκίνησε στη Βουλγαρία έπαιξε σε 22 αγώνες σε 14 χώρες αποκομίζοντας 13 νίκες, 5 ισοπαλίες και 4 ήττες, σε διάστημα ενάμισι μηνός. Ο Πελέ σημείωσε 23 τέρματα. Απέναντι στις ευρωπαϊκές ομάδες, ο Πελέ πέτυχε 204 τέρματα σε 195 εμφανίσεις, έχοντας αναλογία γκολ ανά αγώνα 1,05, υψηλότερο από το μέσο όρο του συνόλου των φιλικών συναντήσεων (0,95) αλλά και των επίσημων αγώνων (0,92). Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συνάντηση με τη Ρεάλ Μαδρίτης το 1959, τότε τέσσερις φορές πρωταθλήτρια Ευρώπης που έγινε στο Σαντιάγκο Μπερναμπέου μπροστά σε 110.000 θεατές και έληξε με 5–3 υπέρ της «βασίλισσας» της Ευρώπης του Αλφρέδο Ντι Στέφανο (που δεν σημείωσε γκολ, ο Πελέ ένα). Μετά τον αγώνα ο πρόεδρος της Ρεάλ έκανε πρόταση (την πρώτη από τις τρεις) στον Βραζιλιάνο βλέποντάς τον ως διάδοχο του 33χρονου Ντι Στέφανο αλλά ο Πελέ αρνήθηκε. Οι εντυπωσιακές του εμφανίσεις στη Γαλλία την ίδια χρονιά οδήγησαν την L’Équipe να γράψει ότι «Έχουμε δει τώρα το ανώτατο έργο τέχνης. Ο Πελέ διεισδύει στους αντιπάλους του, όπως η νοβοκαΐνη μέσα στους ιστούς ενός άρρωστο». Ο σύλλογος επισκέφθηκε πολυάριθμες χώρες χωρίς ποδοσφαιρική παράδοση και πολλές υποανάπτυκτες συμμετέχοντας και σε διεθνή τουρνουά στα πλαίσια προετοιμασίας των ομάδων εν όψει των υποχρεώσεών τους. Οι περιοδείες αυτές ήταν οικονομικά προσοδοφόρες για το σωματείο που πληρώνονταν με χαμηλότερα ποσά (έως και πέντε φορές) αν δεν συμμετείχε ο κορυφαίος αστέρας της και έτσι μπόρεσε να τον διατηρήσει στις τάξεις της και υλικά ικανοποιημένο. Αξιομνημόνευτο είναι το φιλικό παιχνίδι στα πλαίσια διεθνούς τουρνουά στη Χιλή, όπου η Σάντος αντιμετώπισε τη δευτεραθλήτρια κόσμου Εθνική Τσεχοσλοβακίας στις 16 Ιανουαρίου 1965 μπροστά σε 80.000 θεατές που απόλαυσαν ένα εντυπωσιακό θέαμα στη νίκη του βραζιλιάνικου συλλόγου με 6–4 με τρία γκολ του Πελέ. Σε φιλικό αγώνα της Εθνικής Βραζιλίας απέναντι στη Δυτική Γερμανία (1963) οκτώ από την ενδεκάδα της εθνικής ήταν παίκτες της Σάντος, ενδεικτικό της ισχύος της ομάδας.
Το καλοκαίρι του 1961, τα μέλη της Σάντος κάνουν το υπερατλαντικό ταξίδι και έρχονται στην Ευρώπη για μια σειρά φιλικών αγώνων. Ο Πελέ είχε τραυματιστεί σε φιλικό αγώνα στο Μεξικό και δεν ταξίδεψε με την ομάδα, η οποία κέρδισε τη Μπάγερν Μονάχου με 3–2 αλλά το γήπεδο ήταν γεμάτο κατά το ήμισυ και οι διαμαρτυρίες των αντιπάλων συλλόγων έντονες για την απουσία του κορυφαίου ποδοσφαιριστή, ο οποίος κέρδισε στο μεταξύ χρόνο θεραπείας και ενσωματώθηκε στην ομάδα. Στην Ιταλία η Σάντος προσκλήθηκε για να γιορτάσει την 100ετή επέτειο ενοποίησης της Ιταλίας. Μπροστά από 60.000 άτομα, νίκησαν την πρωταθλήτρια Γιουβέντους με 2–0 στο Τορίνο, ενώ τρεις ημέρες αργότερα τη Ρόμα στο Ολυμπιακό Στάδιο με 5–0 με 80.000 θεατές. Τρεις ημέρες αργότερα, η Ίντερ έχασε και αυτή καθαρά με 4–1 μπροστά σε 110.000 θεατές. Ο Πελέ σημείωσε τέσσερα γκολ κατά των ιταλικών ομάδων. Δεν έχασε και από καμία άλλη: Βασιλεία, Βόλφσμπουργκ, Αντβέρπ, Ρασίνγκ Παρί (δύο φορές), Λιόν, Εθνική Ισραήλ, Καρλσρούη, Μπενφίκα. Οι εντυπωσιακές του εμφανίσεις οδήγησαν τον γαλλικό τύπο να τον χαρακτηρίσει ως «βασιλιά του ποδοσφαίρου» πριν κλείσει τα 21 του χρόνια (αν και η πρώτη απόδοση του χαρακτηρισμού «βασιλιάς» ήταν το 1958 μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο από το γαλλικό περιοδικό Paris Match). Ένας από τους σταθμούς της Σάντος, θα γίνει αργότερα και η Ελλάδα και στις 27 Ιουνίου η βραζιλιάνικη ομάδα προσγειώθηκε στο Αεροδρόμιο του Ελληνικού. Δίνει τρεις φιλικούς αγώνες νικώντας την Α.Ε.Κ. με 3–0 (ένα γκολ του Πελέ) και τον Π.Α.Ο. με 3–2 (ένα γκολ του Πελέ), ενώ χάνει (μετά από 16 αγώνες) από τον Ολυμπιακό στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας με 2–1. Η επιτυχία, έμελλε να συνοδεύει τον Ολυμπιακό στο πέρασμα των χρόνων, αφού έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του, μέσω του ύμνου της ομάδας.
Ο ενθουσιασμός των φιλάθλων με την παρουσία του Πελέ οδηγούσε συχνά σε εκδηλώσεις υπερβολής, καθώς η φήμη του τον είχε καταστήσει ως το μεγαλύτερο είδωλο στην ιστορία του αθλήματος νωρίς κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του. Στην πατρίδα του με κάθε σειρά από νέες φανέλες για την ομάδα, ο σύλλογός του έχει παραγγείλει 20 επιπλέον φανέλες με τον αριθμό δέκα – με τον οποίο αγωνιζόταν. Μετά τα περισσότερα παιχνίδια, οι οπαδοί έκλεβαν τη φανέλα ως αναμνηστικό. Στις 25 Ιανουαρίου 1962 σε φιλικό αγώνα με την Αλιάνσα Λίμα στο Περού ο προπονητής αντικατέστησε τον Πελέ στο ημίχρονο, αλλά οι επιθετικές αποδοκιμασίες των Περουβιανών φιλάθλων τον υποχρέωσαν να τον επαναφέρει γρήγορα στον αγωνιστικό χώρο. Ένα πρωί στο αεροδρόμιο του Καράκας η ομάδα του έπρεπε να περιμένει τέσσερις ώρες μέσα στο αεροπλάνο μέχρι να αποσυρθούν οι φίλαθλοι επαρκώς για να αποβιβαστεί. Στο Μιλάνο, ένα πλήθος αλληλοσυγκρούστηκε για να τον δει από κοντά, ενώ ο Πελέ κρυβόταν πίσω από έναν μεγάλο στύλο φοβισμένος, περιμένοντας την ευκαιρία να τρέξει σε ένα αυτοκίνητο. Στην Ακτή Ελεφαντοστού 15.000 Αφρικανοί σχημάτισαν ανθρώπινη αλυσίδα στο δρόμο από το αεροδρόμιο προς την πόλη του Αμπιτζάν, πανηγυρίζοντας έξαλλα καθώς ο ήρωάς τους πέρασε σε ένα ανοικτό αυτοκίνητο, κρατώντας τα χέρια του πάνω από το κεφάλι θριαμβευτικά. Σε περιοδεία της Σάντος το 1968 στη Νότια Αμερική είναι μέχρι εκείνη τη στιγμή 1–1, όταν ο διαιτητής του φιλικού αγώνα με την Ολυμπιακή ομάδα της Κολομβίας επικυρώνει γκολ για την Κολομβία παρά το προφανές οφσάιντ, οι διαμαρτυρίες των Βραζιλιάνων έχουν ως αποτέλεσμα την αποβολή δύο από αυτών, με το δεύτερο να είναι ο Πελέ. Οι εξαγριωμένοι φίλαθλοι πετούν ότι βρίσκουν μπροστά τους προς το διαιτητή φωνάζοντας ότι πλήρωσαν για να τον δουν να παίζει. Ο διαιτητής υπό αστυνομική προστασία έφυγε από τον αγωνιστικό χώρο και με την απειλή επέκτασης των επεισοδίων το παιχνίδι επαναρχίζει με νέο διαιτητή και τον Πελέ να αγωνίζεται κανονικά ξανά. Ο αγώνας έληξε με 4–2 υπέρ της Σάντος με το τελευταίο τέρμα από τον Πελέ. Στο Τρινιντάντ και Τομπάγκο στις 5 Σεπτεμβρίου 1972 υπήρχαν σοβαρές αναταραχές και άρματα μάχης στους δρόμους στο φιλικό παιχνίδι με την εθνική ομάδα της χώρας. Αλλά η αντιπροσωπεία δεν προέβλεψε την αντίδραση του πλήθους στο γκολ του Πελέ στο 43ο λεπτό. Οι θαυμαστές εισέβαλαν στο γήπεδο και γύριζαν στους δρόμους της πόλης μεταφέροντας τον Βραζιλιάνο στους ώμους τους. Θα χρειαστεί αρκετή ώρα για να σωθεί και ο αγώνας να τελειώσει εκεί.
Το 1969 στη δεύτερη από τις τρεις περιοδείες στην Αφρική, οι δύο παρατάξεις που πολεμούσαν στον εμφύλιο πόλεμο στη Νιγηρία συμφώνησαν σε 48ωρη εκεχειρία για να δουν το παιχνίδι της Σάντος σε ένα φιλικό στο Λάγος με τη Νιγηριανή ομάδα Stationary Stores FC που διεξήχθη στις 26 Ιανουαρίου. Τον αγώνα παρακολούθησαν 25.000 θεατές και έληξε ισόπαλος 2–2 με δύο τέρματα του Πελέ. Η ακριβής τεκμηρίωση των γεγονότων αποτελεί δύσκολη υπόθεση λόγω της κατάστασης της χώρας εκείνη την εποχή και την έλλειψη επαρκούς αρχειακού υλικού. Παρά τη δημοσίευση του γεγονότος σε μεγάλα διεθνή μέσα ενημέρωσης αρκετά χρόνια αργότερα, υπάρχουν ενδείξεις ότι η κατάπαυση του πυρός ίσως να αφορούσε το φιλικό αγώνα της Σάντος με την Εθνική Νιγηρίας που διεξήχθη στο Μπενίν, κοντά στα σύνορα με τη Μπιάφρα, στις 4 Φεβρουαρίου (λίγες μέρες αργότερα και απρογραμμάτιστα) και που έληξε με νίκη της βραζιλιάνικης ομάδας με 2–1 χωρίς ο Πελέ να σκοράρει. Η εκεχειρία έγινε για να έχουν την ευκαιρία να τον παρακολουθήσουν όσοι δεν είχαν τη δυνατότητα στον πρώτο αγώνα του Λάγος συμπεριλαμβανομένων των κατοίκων της αποκλεισμένης περιοχής. Η δεύτερη άποψη είναι αυτή που υπάρχει και ως επίσημη στην ιστοσελίδα της Σάντος. Ο ιστορικός του συλλόγου Guilherme Nancimento υποστηρίζει ότι το 1969 είχε προηγηθεί βραχύβια κατάπαυση του πυρός στα σύνορα μεταξύ Δημοκρατίας του Κονγκό και Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό για τη μεταφορά της ομάδας υπό προστασία από τη μία πρωτεύουσα στην άλλη, γεγονός ελάχιστα γνωστό σε σχέση με τον εμφύλιο της Νιγηρίας. Τα στοιχεία αυτά ήταν η εντυπωσιακότερη μαρτυρία ότι η φιγούρα του Πελέ ξεπέρασε τα αθλητικά όρια περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον αθλητή στον πλανήτη, εισάγοντας στην ιστορία ένα από τα μεγαλύτερα είδωλα.
Πελέ: Τα απίστευτα κατορθώματά του και τα ακατάρριπτα ρεκόρ
Tο 1968 η Σάντος είναι ξανά στην κορυφή με την κατάκτηση του πρωταθλήματος Παουλίστα με τον Πελέ να σημειώνει 17 τέρματα και συνολικά 55 σε 73 συναντήσεις, πέφτοντας σε αναλογία τερμάτων ανά αγώνα κάτω από το 1,00. Η ομάδα κατέκτησε και το τουρνουά Ρομπέρτο Γκόμες Πεδρόσα (Torneio Roberto Gomes Pedrosa ή ακόμα γνωστό ως Τάσα ντε Πράτα – Taça de Prata [236]) που αντικατέστησε το τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο και το Taça Brazil έχοντας ρόλο εθνικού πρωταθλήματος νικώντας στον τελικό τη Βάσκο ντα Γκάμα με 2–1 με νικητήριο γκολ του Πελέ. Στα τέλη του 1968 η ΟΥΕΦΑ και η Ποδοσφαιρική Συνομοσπονδία Νοτίου Αμερικής (CONMEBOL) δημιούργησαν το Διηπειρωτικό Σούπερ Κύπελλο (Intercontinental Supercup), μίας διοργάνωσης που συγκέντρωσε τους νικητές του Διηπειρωτικού Κυπέλλου από την έναρξη της διοργάνωσης. Το τουρνουά διεξήχθη σε δύο φάσεις με πρώτες τις συναντήσεις μεταξύ των συλλόγων της Νότιας Αμερικής. Με ένα γκολ από τον Πελέ η Σάντος νίκησε τη Ράσινγκ με 2–0 τον Νοέμβριο του 1968 και μετά την Πενιαρόλ στο Μαρακανά, έδρα που συχνά χρησιμοποιούσε η Σάντος σε τέτοιου επιπέδου συναντήσεις. Στις επαναλήψεις η Σάντος νίκησε τη Ρασίνγκ και έχασε από την Πενιαρόλ αλλά προκρίθηκε στον τελικό. Στην ευρωπαϊκή πλευρά, η Ρεάλ Μαδρίτης, αρνήθηκε τη συμμετοχή αφήνοντας την Ίντερ για τον τελικό. Η τελευταία συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο Μιλάνο στις 24 Ιουνίου 1969 και βρίσκει νικητή με 1–0 και σούπερ τροπαιούχο το βραζιλιάνικο σύλλογο. Η διοργάνωση δεν είχε συνέχεια στο μέλλον, αν και την επόμενη χρονιά διοργανώθηκε ξανά, και ο Πελέ σημείωσε δύο γκολ.
Στις 27 Μαΐου 1971, στο Στάδιο Λουζνικί της Μόσχας, συμμετείχε στο αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του Λεβ Γιασίν, τον οποίο θεωρούσε «μεγάλο τερματοφύλακα και άνθρωπο με μεγάλη γενναιοδωρία» θεωρώντας τον το «για πάντα νούμερο ένα». Το 1973 κέρδισε τον τελευταίο τίτλο με τη Σάντος, το πρωτάθλημα Παουλίστα με περιπετειώδη τρόπο μοιράζοντας τον με τη Πορτουγκέσα, ενώ ο ίδιος αναδείχθηκε για 11η φορά πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος. Στις 4 Νοεμβρίου εκείνης της χρονιάς σημείωσε ένα από τα ωραιότερα γκολ του με αντίπαλο την Πορτουγκέσα (3–2). Την ίδια χρονιά αναδείχθηκε καλύτερος ποδοσφαιριστής στη Νότια Αμερική στο νεοσύστατο τότε βραβείο που διοργάνωσε η εφημερίδα El Mundo της Βενεζουέλας. Στις 19 Δεκεμβρίου του 1973 συμμετείχε στον αποχαιρετιστήριο αγώνα προς τιμή του Γκαρίντσα σημειώνοντας ένα από τα δύο γκολ της Βραζιλίας στη νίκη της επί της Μικτής Κόσμου με 2–1. Με τον τέως συμπαίκτη του συνδεόταν με φιλία και αλληλοσεβασμό.
Το 1974, μετά από 19 χρόνια με τη Σάντος, ο Πελέ αποφάσισε να αποσυρθεί από το ποδόσφαιρο έχοντας κερδίσει 10 τίτλους Πρωταθλήματος Παουλίστα, έξι Πρωταθλήματα Βραζιλίας στη σειρά από το 1961 ως 1965 (με τη μορφή του Taça Brazil που είχε αυτό το ρόλο) και ένα το 1968 με τη μορφή του τουρνουά Ρομπέρτο Γκόμες Πεντρόσα, τρία τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο, δύο Κόπα Λιμπερταδόρες, δύο Διηπειρωτικά Κύπελλα και ένα Σούπερ Διηπειρωτικό Κύπελλο. Τα τελευταία του δύο γκολ του για την ομάδα τα σημείωσε στις 22 Σεπτεμβρίου 1974 απέναντι στη Γκουαρανί (2–2) για το πρωτάθλημα Παουλίστα. Το τελευταίο παιχνίδι του με την ομάδα ήταν στην έδρα της απέναντι στην Πόντε Πρέτα για το πρωτάθλημα Παουλίστα στις 2 Οκτωβρίου 1974 που έληξε με νίκη της γηπεδούχου με 2–0. Ο Πελέ έπαιξε 21 λεπτά εξαιτίας ενός μικρού τραυματισμού, και αποχώρησε αποθεώμενος από τους 20.258 θεατές της συνάντησης. Σε ατομικό επίπεδο είχε 11 πρωτιές ως κορυφαίου σκόρερ του πρωταθλήματος Παουλίστα, επίδοση που παραμένει ακατάρριπτο ρεκόρ, ενώ κατέχει τις τέσσερις καλύτερες επιδόσεις στην ιστορία του θεσμού, ο μόνος που ξεπέρασε τα 40 τέρματα σε μία χρονιά.[96][251] Μεταξύ 1957 και 1970, ήταν κορυφαίος σκόρερ σε έξι διαφορετικές διοργανώσεις, στο Πρωτάθλημα Παουλίστα, το τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο, το Taça Brazil, το Κόπα Λιμπερταδόρες, το Διηπειρωτικό Κύπελλο και το Πρωτάθλημα Ένοπλων Δυνάμεων της Βραζιλίας. Σε τρεις περιπτώσεις, ήταν πρώτος σκόρερ περισσότερες από μία φορές. Σημείωσε 643 τέρματα σε 659 επίσημους αγώνες (660 σύμφωνα με την ανακοίνωση της RSSSF – 2021) με τη Σάντος, ρεκόρ κόσμου για παίκτη σε ένα σύλλογο σύμφωνα με τη FIFA που καταρρίφθηκε το 2020. Συμπεριλαμβανομένων των φιλικών αγώνων το γενικό σύνολο σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του συλλόγου είναι 1.091 τέρματα από οποία τα 567 σε αγώνες πρωταθλημάτων[257] με 467 στο Πρωτάθλημα Παουλίστα. Η RSSSF αναγνωρίζει ως σύνολο τερμάτων τα 1.089. Το σύνολο των αγώνων με το βραζιλιάνικο σύλλογο ήταν 1.116 παιχνίδια, όμως μόνο 210 από αυτά ήταν στο γήπεδο της Σάντος, το Βίλα Μπελμίρο μεταφέροντας τα πιο σημαντικά της παιχνίδια στα μεγάλα γήπεδα της χώρας. Ήταν πρώτος σκόρερ της ομάδας σε 16 από τις 18 χρονιές τις οποίες αγωνίστηκε. Η αποχώρηση του Πελέ ακολουθήθηκε από σοβαρή εξασθένηση της ομάδας: την τελευταία τετραετία της παρουσίας του (1971–74), η Σάντος ήταν κατά μέσο όρο στην τρίτη θέση του Καμπεονάτο Παουλίστα (και ένας τίτλος) και στην έκτη θέση του Καμπεονάτο Μπραζιλέιρο. Την επόμενη τετραετία (1975–78), έπεσε κατά μέσο όρο στην έβδομη θέση του Καμπεονάτο Παουλίστα και μόλις στην 23η θέση του Καμπεονάτο Μπραζιλέιρο.
Πελέ: Τα γκολ που έγραψαν ιστορία
Σύμφωνα με τον ίδιο τον Πελέ, το καλύτερο γκολ του ήταν αυτός που σημείωσε στο στάδιο Ρουά Ζαβαρί στις 2 Αυγούστου 1959 σε έναν αγώνα του πρωταθλήματος Παουλίστα με αντίπαλο την Ατλέτικο Γιουβέντους. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει καμία οπτική καταγραφή αυτού του παιχνιδιού, παρά μόνο λίγες φωτογραφίες, το γκολ ανακατασκευάστηκε με κινούμενη εικόνα υπολογιστή κατόπιν αιτήματος του ίδιου του Πελέ. Μέχρι τη στιγμή της επίτευξης του τέρματος ο Πελέ προκαλούνταν από τους οπαδούς των αντιπάλων μέχρι την επίτευξη του αριστουργηματικού τέρματος. Μετά το γκολ, «ο βασιλιάς» πανηγύρισε με μια σφιχτή γροθιά του ενός χεριού του στον αέρα, ένας τρόπος εορτασμού που από τότε καθιέρωσε.
Προς τιμή του γκολ αυτού τον Αύγουστο του 2006 τοποθετήθηκαν μία προτομή και μία πλάκα έξω από το Ρουά Ζαβαρί.
Στις 5 Μαρτίου του 1961, ο Πελέ σημείωσε το λεγόμενο «γκολ ντε πλάκα» (Gol de placa – τέρμα για πλακέτα): ένα γκολ εναντίον της Φλουμινένσε στο 41ο λεπτό της συνάντησης του Τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο, που θεωρήθηκε τόσο εντυπωσιακό που τοποθετήθηκε μία πλάκα με αφιέρωση ως το πιο όμορφο τέρμα που σημειώθηκε ποτέ στο στάδιο Μαρακανά. Ήταν μια ατομική προσπάθεια του Βραζιλιάνου διάρκειας άνω του ενός λεπτού που διέσχισε απόσταση σχεδόν 70 μέτρων, ξεπέρασε έξι αντιπάλους προτού αποφύγει και τον τερματοφύλακα και ευστόχησε, μία εντυπωσιακή αλληλουχία που προκάλεσε μια μόνιμη επευφημία διάρκειας σχεδόν δύο πλήρων λεπτών από όλους τους θεατές που ήταν παρόντες, ακόμη και από τους αντιπάλους, σε ένα φαινόμενο που δεν είχε παρατηρηθεί προηγούμενα στο Μαρακανά. Ήταν το 1–0 στον αγώνα και το 371ο τέρμα του θρυλικού ποδοσφαιριστή. Ο αγώνας έληξε με 3–1 υπέρ της Σάντος. Και αυτό το γκολ σημειώθηκε χωρίς τηλεοπτική καταγραφή.
Τον Απρίλιο του 1975 ταξίδευσε στη Βηρυτό για να συμμετάσχει σε φιλικό αγώνα μεταξύ της Nejmeh και μιας ομάδας του Λιβάνου με επίλεκτους παίκτες πρώτης εθνικής της χώρας. Όταν έφτασε ο Πελέ, πλήθη μπλοκάρουν τους δρόμους για να τον δουν. Την ημέρα του παιχνιδιού, 40.000 θεατές γέμισαν το γήπεδο από νωρίς το πρωί. Στον αγώνα ο Βραζιλιάνος σημείωσε δύο γκολ. Το παιχνίδι του Πελέ στο Λίβανο θεωρείται μία από τις κορυφαίες στιγμές του λιβανέζικου ποδοσφαίρου. Μια εβδομάδα αργότερα ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος.
Πελέ: Ο θρύλος των τεσσάρων Μουντιάλ
Ο Πελέ είναι εκείνος που τα βιβλία της ιστορίας του ποδοσφαίρου θα τον μνημονεύουν ως τον ποδοσφαιριστή με τις περισσότερες νίκες στο Παγκόσμιο Κύπελλο, αφού τρεις φορές πανηγύρισε την κατάκτησή του.
Την πρώτη φορά, σε ηλικία μόλις 17 ετών, ανακηρύχθηκε πρωταθλητής στο τουρνουά της Σουηδίας, το 1958, όπου εντυπωσίασε, σκοράροντας ακόμη και στον τελικό, κόντρα στη διοργανώτρια ομάδα (5-2).
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στη Χιλή και σε ηλικία 21 ετών, κέρδισε το δεύτερο τίτλο, αν κι ένας τραυματισμός στη βουβωνική χώρα στο δεύτερο ματς της διοργάνωσης τον ανάγκασε στη συνέχεια να μείνει μακριά από τους αγώνες και παρόλο που προσπάθησε, δεν μπορούσε να παίξει. Στον τελικό η Βραζιλία νίκησε με 3-1 την τότε Τσεχοσλοβακία.
Το 1970, στο Μεξικό, έφτασε στο τρίτο του Παγκόσμιο Κύπελλο και στην απόλυτη αποθέωσή του, σημειώνοντας μάλιστα το πρώτο από τα τέσσερα γκολ που η Βραζιλία πέτυχε στον τελικό, επικρατώντας με 4-1 της Ιταλίας.
Πελέ: Οι τρεις γάμοι και τα παιδιά του
Ο Πελέ, παντρεύτηκε την Ροσιμέρι Τσίμπι, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά (Εντίνιο, Τζένιφερ, Κέλι), καθώς και με την τραγουδίστρια Ασίρια Νασιμέντο, μητέρα των διδύμων Ζόσουα και Σελέστε, ενώ είχε επίσης μια κόρη από την πρώην οικονόμο του Ανίζια Μασάντο, τη Σάντρα Αράντες, η οποία πέθανε το 2006. Λίγο πριν συμπληρώσει 76 χρόνια ζωής νυμφεύθηκε στην Γκαραούχα, στην ακτή του Σάο Πάολο, την 50χρονη επιχειρηματία ιαπωνικής καταγωγής Μάρσια Σιμπέλε Αόκι, με την οποία διατηρούσε σχέση από το 2010 και είχε γνωρίσει στο ασανσέρ πολυκατοικίας του Σάο Πάολο, όπου και ζούσαν.
Ο ΠΕΛΕ ΣΕ… ΑΡΙΘΜΟΥΣ:
ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ
ΜΕ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ 722 ΑΓΩΝΕΣ 676 ΓΚΟΛ 27 ΤΙΤΛΟΙ
Πρωτάθλημα Paulista 407 465 10 (Σάντος)
Τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο 53 48 4 (Σάντος)
Πρωτάθλημα Βραζιλίας 172 102 6 (Σάντος)
Copa Libertadores 15 14 2 (Σάντος)
Copa Intercontinental 3 7 2 (Σάντος)
Recopa Sudamericana 2 1 1 (Σάντος)
Recopa International 1 0 1 (Σάντος)
Supercopa Sudamericana 5 2
NASL* 64 37 1 (Κόσμος Νέας Υόρκης)
ME THN ΕΘΝΙΚΗ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ 91 ΑΓΩΝΕΣ 77 ΓΚΟΛ 3 ΤΙΤΛΟΙ
Μουντιάλ (πορκριματικά) 6 6 –
Μουντιάλ 14 12 3
Copa America 6 8 0
Άλλοι αγώνες 65 51 –
ΑΤΟΜΙΚΟΙ ΤΙΤΛΟΙ
Πρώτος σκόρερ Paulista τελική φάση 3
Πρώτος σκόρερ Paulista 7
Πρώτος σκόρερ Κυπέλλου Βραζιλίας 3
Ιδανική ενδεκάδα NASL 2
MVP NASL 1
* Από το 1961 έως το 1968 το πρωτάθλημα Βραζιλία έφερε τις ονομασίες Taca Brasil (31 αγώνες-31 γκολ-5 τίτλοι) και Torneio Roberto Gomes Pedrosa (57-37-1)
** North American Soccer League
***Οι αριθμοί προέρχονται από την ισπανική εφημερίδα Μarca