Η παράσταση «The Music Critic» σε σύλληψη και δημιουργία του βιολιστή, συνθέτη, παραγωγού και ηθοποιού Αλεξέι Ιγκούντεσμαν αποτελεί ένα σαρδόνιο μείγμα από τις χειρότερες αλλά και πιο απροσδόκητες μουσικές κριτικές που γράφτηκαν ανά τους αιώνες για μερικούς από τους σπουδαιότερους κλασικούς συνθέτες όλων των εποχών. Ο Τζον Μάλκοβιτς ερμηνεύει το ρόλο του κακού κριτικού που πιστεύει ότι η μουσική του Μπετόβεν, του Σοπέν, του Προκόφιεφ και τόσων άλλων είναι απλώς κουραστική και θλιβερή.
Ο ίδιος ο δημιουργός του έργου, Αλεξέι Ιγκούντεσμαν, ανέφερε στη συνέντευξη τύπου, που πραγματοποιήθηκε χθες με αφορμή την παράσταση, ότι κάθε φράση του έργου του, είναι παρμένη από πραγματικές κριτικές που έχουν διατυπωθεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Μιλώντας για την παράσταση, ο Αμερικανός ηθοποιός είπε πως «είναι για όλους. Για το λιγότερο μυημένο κοινό αλλά και για όσους αγαπούν τη μουσική». Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τον ίδιο, κλείνει το μάτι σε όσους εμπλέκονται με το χώρο της δημιουργίας, καθώς ακόμα και αυτοί θα πρέπει να ξέρουν ότι αυτό που θα παρουσιάσουν στο κοινό μπορεί και να μην αρέσει. «Το “The Music Critic” μας υπενθυμίζει ότι μια ιδέα που βγαίνει στην δημόσια σφαίρα μπορεί να μην αγαπηθεί αμέσως».
ΤΙ ΔΙΑΒΑΣΑ
Στο ερώτημα κατά πόσο στη σύγχρονη εποχή η κριτική μπορεί να επηρεάσει στο βαθμό που επηρέαζε στο παρελθόν τους ανθρώπους, καθώς σήμερα όλοι μπορούν να εκφράσουν μία άποψη, γράφοντας μια ανεπίσημη κριτική στα κοινωνικά δίκτυα, ο ίδιος απάντησε πως «στην ουσία αυτός ο “εκδημοκρατισμός” της κριτικής, είναι κάτι που έχει αποδυναμώσει την ισχύ της».
«Λυπάμαι που η κριτική έχει χάσει κάπως σήμερα το κύρος της, αν και μερικές φορές βρίσκω διασκεδαστική την εφευρετικότητα κάποιων ανώνυμων σχολίων στο διαδίκτυο» συμπλήρωσε, ενώ αναφέρθηκε και στις κακές κριτικές που έχει ακούσει ο ίδιος. «Δεν θεωρώ πως βρίσκομαι σε κάποιου είδους διαμάχη με τους κριτικούς, αυτοί κάνουν τη δουλειά τους που είναι να πληροφορούν το κοινό για κάτι που είδαν, άκουσαν ή αισθάνθηκαν κι εγώ τη δική μου που είναι να δημιουργήσω κάτι όπως πρέπει. Αυτό που μ’ ενδιαφέρει είναι να κάνω την δουλειά μου όσο το δυνατόν καλύτερα και όπως πιστεύω εγώ, ανεξαρτήτως αν αρέσει ή όχι» τόνισε. Σημείωσε δε ότι καμία κριτική δεν τον έχει βοηθήσει στην καριέρα του καθώς από τριών ετών έμαθε από τον πατέρα του ότι «κάθε απόφαση που παίρνω στην ζωή μου θα πρέπει να είναι δική μου και κανενός άλλου».
«Δεν ξέρω αν έμαθα ποτέ κάτι από μία κακή κριτική. Μία κακή κριτική είναι μάλλον απίθανο να εντοπίσει το ίδιο το πρόβλημα, αν και μπορεί να είναι ακριβής ως προς την ύπαρξη του προβλήματος. Και αυτό, όχι γιατί πιστεύω πως οι κριτικοί δεν είναι αρκετά ικανοί ή τους λείπει το ενδιαφέρον για το εκάστοτε έργο. Είναι σαν να ζητήσει κάποιος από εμένα να διαβάσω σανσκριτικά. Δεν ξέρω να το κάνω. Και σίγουρα, μπορείς να πεις ότι δεν με ενδιαφέρει να μάθω οπότε γιατί να προσπαθήσω; Έχω πολλή δουλειά, δεν μπορώ να εξαρτώ τον εαυτό μου από την κάθε άποψη. Έχω ήδη πολλές απόψεις ο ίδιος» δήλωσε.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τύπου ο Αμερικανός ηθοποιός απάντησε λακωνικά, αλλά θετικά σε σχετική ερώτηση για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα («θα συμφωνούσα με την επιστροφή»).
Το «The Music Critic», εκτός από κακές κριτικές για μερικούς από τους σπουδαιότερους συνθέτες κλασικής μουσικής, περιλαμβάνει και μια φρικτή κριτική για τον ίδιο τον Μάλκοβιτς για ένα μουσικό έργο που είχε παίξει πριν μερικά χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, η οποία τιτλοφορείται «Το βασανιστήριο του Μάλκοβιτς» και ο ηθοποιός, ως κριτικός αυτή τη φορά, τη διαβάζει στο τέλος της παράστασης. «Όταν διάβασα την συγκεκριμένη κριτική στην αρχή προβληματίστηκα αλλά στη συνέχεια δεν μπορούσα να σταματήσω να γελάω. Το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό ήταν πως ήταν κρίμα που ο πατέρας μου δεν ζούσε για να τη διαβάσει. Θα χαιρόταν πολύ, διότι θα επιβεβαίωνε όλη του τη θεωρία για εμένα από τότε που ήμουν μικρό παιδί».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ