Την είδηση του θανάτου της Καλής Καλό, έκανε γνωστή ο Σπύρος Μπιμπίλας με ανάρτησή του στα social media:
«Εφυγε πριν λίγο, απο κοντά μας, σημερα που ειναι η μερα της γυναικας, η υπέροχη Καλή Καλό η πρωταγωνίστρια της επιθεώρησης των δεκαετιών 40 50 60 με την τόσο πολυτάραχη ζωή σημαδεμένη από συγκλονιστικά γεγονότα όπως η ίδια αναφέρει στην αυτοβιογραφία της “όσα πήρε ο άνεμος”,με κοινωνικούς αγώνες, με εντονη συνδικαλιστική δράση στο σωματειο των ηθοποιών και στο Τασεη.. Το τελευταιο δεκαμηνο με ενεργειες του ΤΑΣΕΗ κι εμου προσωπικά που με τιμησε με την φιλία της μεταφέρθηκε στο γηροκομείο αθηνών όπου ολο το προσωπικό την περιποιήθηκε απο την πρωτη στιγμή με πολλη αγάπη και φροντίδα και για αυτό τους ευχαριστούμε θερμά μέσα από την καρδιά μας για όλο το κοινωνικό έργο που επιτελούν με τόση ευθύνη.. Καλό ταξίδι γλυκειά Καλή μου…» έγραψε σχετικά.
Μόλις λίγα 24ωρα πριν, ο Σπύρος Μπιμπίλας είχε βρεθεί καλεσμένος στην εκπομπή του Μάνου Νιφλή στο ONE, όπου είχε μιλήσει για την Καλή Καλό και τις δύσκολες στιγμές της στο Γηροκομείο Αθηνών.
«Ένα σπουδαίο όνομα του παρελθόντος είναι η Καλή Καλό. Είναι 98 ετών αυτή τη στιγμή, έχει περάσει μία ζωή με θέατρα και σχολεία δικά της. Μία ζωή πολυτάραχη και αυτή τη στιγμή έμεινε μία γηραιά κυρία με μία μικρή σύνταξη. Βρίσκεται στο Γηροκομείο Αθηνών αλλά δεν είναι καλά πια. Κι άλλοι παλιοί ηθοποιοί είναι έτσι, έχουν μείνει χωρίς κανέναν συγγενή», ανέφερε ο Σπύρος Μπιμπίλας.
Ποια ήταν η Καλή Καλό
Η Καλλιόπη Δαμβέργη (Αθήνα 20 Δεκεμβρίου 1926, 8 Μαρτίου 2024), γνωστή με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Καλή Καλό, ήταν Ελληνίδα ηθοποιός του θεάτρου.
Η Καλλιόπη γεννήθηκε στην Αθήνα αλλά η καταγωγή της είναι από το Ρέθυμνο. Μητέρα της ήταν η Χρύσα, κόρη του στρατηγού Γ. Καλοχριστιανάκη, υπασπιστή του Βενιζέλου, επίσης ηθοποιός και μια χειραφετημένη για την εποχή γυναίκα. Πατέρας της ήταν ο Νίκος Δαμβέργης, της οικογένειας των φαρμακοβιομηχάνων.
Η πρώτη παρουσία της Καλής σε θεατρική παράσταση ήταν σε ηλικία μόλις τριών ετών, στη Δασκαλίτσα του Ντάριο Νικκοντέμι, μετά από απόφαση της Μαρίκας Κοτοπούλη, στο θέατρο της οποίας έπαιζε η μητέρα της. Ο πρώτος πραγματικός της ρόλος όμως ήταν σε ηλικία 5 ετών, ειδικά γραμμένος για αυτή από τον Σπύρο Μελά στο έργο του Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται, όπου σημείωσε μεγάλη επιτυχία παίζοντας δίπλα στον Βασίλη Λογοθετίδη και στο ζεύγος Μουσούρη στο θέατρο «Αλίκη».
Στη δισκογραφία, με τον Στέλιο
Τόση ήταν η επιτυχία, ώστε ο Αττίκ έστειλε τον διευθυντή της «Μάντρας» του, Χρ. Δημητρόπουλο, να ζητήσει από τη μητέρα της συνεργασία. Και όταν αυτή έδωσε τη συγκατάθεσή της, εκείνος έγραψε της «Μπέμπας» τραγούδια και παρλάτες, τη δίδαξε ηθοποιία, της έδωσε το ψευδώνυμο «Καλή Καλό» και την εμφάνισε σε παραστάσεις του.
Παράλληλα, μαθήτευε επί πολλά χρόνια στη σχολή κλασικού μπαλέτου του Βασιλικού (σήμερα Εθνικού) Θεάτρου και άλλες. Σχηματιζόταν έτσι μια εικόνα της ως παιδιού-θαύματος, κάτι σαν τη Σίρλεϊ Τεμπλ της Ελλάδας, ωστόσο το διαζύγιο της μητέρας της και ο πόλεμος με την Κατοχή διέκοψαν αυτή την εξέλιξη, καθώς μητέρα και κόρη άρχισαν να περιοδεύουν με «μπουλούκια» στην επαρχία για την επιβίωσή τους. Η μεταπολεμική ένταξή της στο ΚΚΕ οδήγησε στη σύλληψή της το 1947 από το θέατρο, ενώ εμφανιζόταν στην επιθεώρηση «Το παρδαλό κατσίκι», και στον εκτοπισμό της επί εξάμηνο στην Ικαρία.
Μετά την επιστροφή από την εξορία, που συμπίπτει με την ενηλικίωσή της, η Καλή Καλό δημιούργησε τον δικό της θίασο (1950) και ερμήνευσε ρόλους σε όλα τα είδη του θεάτρου, δηλαδή βαριετέ, επιθεώρηση, οπερέτα, ελεύθερο θέατρο, και πρόζα. Συνεργάστηκε μεταξύ άλλων με τους Μινωτή, Κυβέλη, Μιράντα Μυράτ, Κατράκη, Τραϊφόρο, Χριστόφορο Νέζερ, Αυλωνίτη, Μαυρέα, Κοκκίνη, Σταυρίδη, Καλουτά, Ρένα Ντορ και Ρένα Βλαχοπούλου. Επίσης πρωταγωνίστησε στο Εθνικό Θέατρο και στο ΚΘΒΕ, παίζοντας έργα των Μπρεχτ, Πιραντέλλο και άλλων. Το γεγονός ωστόσο ότι δεν την ενδιέφερε ο κινηματογράφος, κι έτσι έπαιξε μόνο σε 4 κινηματογραφικές ταινίες, συνετέλεσε στο να είναι σχεδόν άγνωστη στις νεότερες γενεές. Στο τέλος της σταδιοδρομίας της εμφανίσθηκε και σε λίγες τηλεοπτικές σειρές.
Εκτός από τη θεατρική της σταδιοδρομία, η Καλό έμαθε μόνη της ξένες γλώσσες και ακολούθησε πανεπιστημιακές σπουδές στην παιδοψυχολογία στη Λωζάνη, και πιο συγκεκριμένα στα συστήματα των Μοντεσσόρι, Ντεκρολύ και Πεσταλότσι. Είναι, μάλιστα, δημιουργός των «Πρότυπων Εκπαιδευτηρίων Καλής Δαμβέργη».
Συγγραφικό έργο
Το 1998 η Καλή Καλό δημοσίευσε την αυτοβιογραφία της, με τον τίτλο Όσα δεν πήρε ο άνεμος και υπότιτλο «Η αυτοβιογραφία μιας θεατρίνας» (εκδ. Άγρα, 275 σελ.). Το βιβλίο αναμνήσεων με τίτλο Περίπατος ψυχής στην Αθήνα του κάποτε… του τώρα… του τότε… (Εκδ. Οίκος Α.Α. Λιβάνη, 95 σελ.) κυκλοφόρησε το 2011.
Προσωπική ζωή
Η ηθοποιός πραγματοποίησε τρεις γάμους: Τον πρώτο ανήλικη, το 1945, με τον φοιτητή τότε της Σχολής Ικάρων Γιώργο Μαμαλάκη, που σκοτώθηκε ένα έτος αργότερα, προτού γεννηθεί η κόρη τους Γιούλη. Το 1957 παντρεύτηκε τον Δημήτρη Βαλμά, τον οποίο είχε γνωρίσει σε περιοδεία στη Σύρο, και με τον οποίο έζησαν στη Θεσσαλονίκη (το εκεί «Στρατιωτικό Θέατρο» τώρα φέρει το όνομά της). Τέλος, από το 1959 έως το 1979 ήταν παντρεμένη με τον πλοίαρχο Κώστα Καρανικόλα, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Χρήστο. Αλλά σε ηλικία 13 ετών ο Χρήστος τραυματίσθηκε σοβαρά από έκρηξη σε πείραμα χημείας και, παρά το ότι η μητέρα του ξόδεψε όλη της την περιουσία για να θεραπευθεί, απεβίωσε το 1988, σε ηλικία 27 ετών. Για χρόνια μετά την απώλεια του γιου της, η ηθοποιός είχε αποτραβηχτεί στην Αστυπάλαια.
Από τις προσωπικότητες που την «κράτησαν στα γόνατά τους» μωρό (Κώστας Βάρναλης, Γεώργιος Παππάς, Λιλή Ιακωβίδου, Βεάκης, Λουντέμης, Παντελής Χορν κ.ά.), η Καλή Καλό διατήρησε στενή γνωριμία και φιλία με τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο μέχρι τον θάνατό του.