«Εμείς δεν μπορούμε να σχολιάσουμε δικαστικές αποφάσεις», ήταν η εισαγωγική αναφορά του, με την ταυτόχρονη διευκρίνιση: «Πάντως, το αποτέλεσμα πόρρω απέχει από την προσδοκία για τη λεγόμενη δίκαιη τιμωρία τέτοιων άδικων πράξεων».
Σε κάθε περίπτωση, συνέχισε, «η κυβέρνηση δεν μπορούσε να κάνει πολλά, καθ’ ότι είναι πάγια αρχή του Δικαίου ότι για τον κατηγορούμενο επικρατεί πάντοτε ο επιεικέστερος νόμος, όχι ο νόμος που έχει ψηφισθεί τώρα». Και, θύμισε αμέσως μετά ότι «εμείς αυστηροποιήσαμε τον Ποινικό Κώδικα εκ των υστέρων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν αυτά τα αδικήματα με επαρκέστερο, κατά τη γνώμη μας, τρόπο, με δικαιότερο τρόπο στο ζήτημα της ποινής».
«Εμείς, ως παράταξη, έχουμε μία βασική αρχή και αυτή είναι ότι δεν πιστεύουμε ότι πρέπει να ανακατευόμαστε στις ποινικές υποθέσεις, δεν πιστεύουμε ότι πρέπει να χειραγωγούμε τη δικαιοσύνη, δεν πιστεύουμε ότι πρέπει να υπαγορεύουμε τις ποινικές υποθέσεις. Η δουλειά μας, ως κυβέρνηση, είναι να διαμορφώνουμε ένα επαρκές θεσμικό πλαίσιο, αυτό που νομίζουμε καλύτερο για τον χειρισμό και την αντιμετώπιση εν γένει του εγκλήματος και σε αυτό εμπίπτουν και τα ειδικότερα που συζητάμε τώρα, (δουλειά της κυβέρνησης) είναι να δημιουργήσει διοικητικώς επαρκείς συνθήκες προκειμένου να λειτουργεί η δικαιοσύνη», διαβεβαίωσε ο υπουργός Επικρατείας.
«Η κυβέρνηση δεν μπορεί να βαθμολογεί τους δικαστές αλλά μπορεί και έχει διαμορφώσει ένα θεσμικό πλαίσιο, ώστε να αξιολογούνται οι δικαστές. Η βαθμολογία είναι εσωτερικό ζήτημα του δικαστικού σώματος», σημείωσε υπενθύμιζοντας την πρόσφατη απόλυση δικαστών επειδή «δεν αντεπεξήρχοντο στα καθήκοντά τους».
Επαναλαμβάνοντας, εξάλλου, ότι επί ημερών της σημερινής κυβέρνησης ο Ποινικός Κώδικας αυστηροποιήθηκε, ο κ. Βορίδης δήλωσε ότι αν σήμερα διατυπωνόταν κατηγορία εμπρησμού εξ’ αμελείας, αυτή «σήμερα θα δικαζόταν ως κακούργημα. Αν γινόταν αυτό σήμερα, τότε η ποινή των τριών ετών για ανθρωποκτονία εξ αμελείας θα εκτίετο πραγματικά, θα έμπαινε στη φυλακή».
«Η αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα έγινε σε τρεις διαδοχικές νομοθετικές παρεμβάσεις, προκειμένου να φθάσουμε στο επίπεδο που θέλουμε. Από την πρώτη ημέρα έχει ξεκινήσει αυστηροποίηση με την αλλαγή πολλών πραγμάτων στο ΣΥΡΙΖΑϊκό Ποινικό Κώδικα. Υπήρξε και μια δεύτερη φάση περαιτέρω αυστηροποίησης και τώρα η τρίτη φάση τής ακόμη μεγαλύτερης αυστηροποίησης του Ποινικού Κώδικα», τόνισε.
Δημοσκόπηση GPO: Πρωτιά της ΝΔ με 25,8% - Δεύτερο το ΠΑΣΟΚ, πέμπτος ο ΣΥΡΙΖΑ - Στο 1,5% το κόμμα Κασσελάκη
Όμως, όπως επεσήμανε, «σε αυτές τις παρεμβάσεις, και στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για να είναι οι νομοθετικές προβλέψεις δικαιότερες και πιο κοντά σε μια ορθή απονομή δικαιοσύνης, είμαστε μόνοι μας. Τις αλλαγές αυτές η κυβέρνηση τις έκανε μόνη της». Και τούτο γιατί, όπως επιχειρηματολόγησε, οι επίμαχες διατάξεις καταψηφίσθηκαν από αυτούς που ήταν υπεύθυνοι και υπόλογοι πολιτικά, από αυτούς που θα έπρεπε να είναι κατ’ εξοχήν ευαισθητοποιημένοι.
Σε αυτό το σημείο, ο υπουργός Επικρατείας έκανε μία ιστορική αναδρομή: «Το Μάτι γίνεται το 2018 και οι επιεικείς ποινές για τον Ποινικό Κώδικα -δεν λέω ότι σχετίζονται με το Μάτι, δεν ήταν εκεί η παρέμβαση που έκαναν, στην ποινική μεταχείριση για την ανθρωποκτονία από αμέλεια- η προσέγγιση ενός επιεικέστερου Ποινικού Κώδικα έγινε το 2019».
Δηλαδή, «αντί το Μάτι να λειτουργήσει, όπως λειτούργησε σε εμάς, αντί να οδηγήσει σε ένα αποτελεσματικότερο πλαίσιο που θα αποδίδει δικαιοσύνη, τότε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, αυτήν του επιεικέστερου Ποινικού Κώδικα».
Παράλληλα, έκανε εκτενή αναφορά στο θέμα των αρμοδιοτήτων, εκεί όπου «έχουν γίνει πολλά περισσότερα πράγματα από εκεί που βρισκόμασταν. Ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετώπισε η ποινική δίωξη, είναι, όταν έχεις τέτοια αδικήματα αμέλειας, ποια είναι η περιγραφή του καθήκοντος για τον κρατικό αξιωματούχο».
Ειδικότερα, «δεν χρειάζεται μια γενική αρμοδιότητα, χρειάζεται να υπάρχει ένα σχέδιο για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών που να περιγράφει με λεπτομέρεια τις υποχρεώσεις κάθε εμπλεκομένου. Εκείνη την εποχή που δεν υπάρχει το 112, που δεν υπάρχουν σχέδια διαφυγής, υπάρχει μια γενική διάχυση ευθύνης», υπογράμμισε.
«Έχουμε κάνει άλματα στο πεδίο της πολιτικής προστασίας, όχι μόνο επιχειρησιακά αλλά και θεσμικά. Υπάρχουν με ακρίβεια σχέδια, περιγράφεται τι πρέπει να κάνει ο καθένας. Όταν έχεις ακριβή περιγραφή των καθηκόντων, τότε ξέρεις ποιος δεν έκανε τη δουλειά του και ποια είναι αυτή. Και αν γινόταν (η δουλειά αυτή), αν θα επήρχετο ζημιογόνο αποτέλεσμα ή όχι. Τότε δεν είχε τίποτε. Είχες μια Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, η οποία στεγαζόταν σε ένα ετοιμόρροπο κτήριο», πρόσθεσε.
Τέλος, για τα τραγικά γεγονότα του 2018, ο υπουργός Επικρατείας κατηγόρησε την προηγούμενη κυβέρνηση για «προσπάθεια αποφυγής των πολιτικών ευθυνών και αυτό είναι το πολιτικό σκέλος».