Αναλυτικά, «αυτό που βιώνουμε, δεν είναι μια αύξηση τιμών… Μητσοτάκη ή της κυβέρνησης, αλλά μια αύξηση τιμών που έχει προκληθεί λόγω και της γεωπολιτικής κρίσης, λόγω και της πανδημίας που προκάλεσε αναταραχή στις διεθνείς οικονομίες», επιχειρηματολόγησε εισαγωγικά ο υπουργός Επικρατείας.
Και, αναλύοντας την κυβερνητική αντίδραση, η οποία θα κινηθεί σε τρεις διαφορετικές περιόδους και επίπεδα, εν πρώτοις «θα ρυθμίσουμε το παρελθόν, δηλαδή για τις υπερβάλλουσες επιβαρύνσεις από τον Δεκέμβριο ως και τον Μάιο τα νοικοκυριά θα αποζημιωθούν μέσα από έναν αλγοριθμικό τύπο και μια πλατφόρμα όπου ο καθένας θα μπορεί να βάλει εύκολα τα στοιχεία του. Με μια αποζημίωση έως 600 ευρώ, και όχι 600 ευρώ όπως κάποιοι πάνε να θολώσουν τα νερά», ξεκαθάρισε ο ‘Α. Σκέρτσος με την ταυτόχρονη διευκρίνιση ότι «τώρα που η οικονομία έχει αποδείξει ότι πάει καλύτερα, πηγαίνουμε και αποζημιώνουμε και τις υψηλότερες καταναλώσεις άνω των 300 κιλοβατωρών».
Ταυτοχρόνως, με βάση τις κατευθύνσεις που θα δώσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, «θα δούμε και τι έχει συμβεί με τα λεγόμενα υπερέσοδα των παραγωγών ενέργειας». Όπως εξήγησε, «μιλάμε για υπερέσοδα γιατί πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι υπήρξαν και σημαντικές εκπτώσεις από τους παραγωγούς και τους προμηθευτές, επίσης έχουν υπάρξει ζημιές από τα σταθερά τιμολόγια που είναι διαμορφωμένα προ της κρίσης. Με απόλυτο σεβασμό στα πορίσματα της Ρ.Α.Ε. θα επιβάλουμε ένα έκτακτο τέλος, ουσιαστικά ένα μέρισμα αλληλεγγύης των παραγωγών ενέργειας. Σε αυτήν τη δύσκολη συγκυρία πρέπει να βάλουν κι αυτοί το χέρι στην τσέπη», τόνισε εξηγώντας πως η κάλυψη του κόστους θα γίνει από τρεις πηγές: τον κρατικό προϋπολογισμό, τα έσοδα από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ταμείο ρύπων) και τα έσοδα από αυτό το έκτακτο τέλος.
Ενώ, όπως αποκάλυψε κλείνοντας τη σχετική απάντηση, «το πόρισμα της Ρ.Α.Ε έχει κοινοποιηθεί, από ό,τι γνωρίζω, αργά την Παρασκευή ή σήμερα, αλλά δεν έχει ακόμη αναλυθεί, δεν έχει διαβαστεί. ‘Αρα θα πρέπει να δούμε τι λέει το πόρισμα και μέσα στην εβδομάδα θα επανέλθει η κυβέρνηση με τα συμπεράσματά της».
«Μια παράταξη που δουλεύει για όλους τους Έλληνες»
Η ραδιοφωνική συνέντευξη ξεκίνησε, ωστόσο, από το Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, που ήταν «ένα Συνέδριο ζωντανό, δημοκρατικό, ανοιχτό, ανέδειξε την πολυσυλλεκτικότητα που χαρακτηρίζει αυτήν τη στιγμή την παράταξη που κυβερνά τη χώρα. Είναι μια ευρύχωρη παράταξη που υπηρετεί πολιτικές πατριωτικές, ευρωπαϊκές, βαθιά λαϊκές, κοινωνικές, ταυτόχρονα μεταρρυθμιστικές και φιλελεύθερες», υπογράμμισε και συμπέρανε:
«Άρα, προσωπικά θεωρώ, δεν χρειάζεται να μπαίνουμε σε μια αναχρονιστική, κατά τη γνώμη μου, αντιπαράθεση, μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς. Είναι μια παράταξη και κυβέρνηση που δουλεύει για όλους τους Έλληνες και Ελληνίδες, και έχει πάντα κατά νου ότι έχουμε κάνει πολλά αυτά τα τρία χρόνια υπό αντίξοες συνθήκες, αλλά μένουν να γίνουν πολλά περισσότερα».
Σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας, «όλοι βλέπουμε τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ του ευρωπαϊκού κεκτημένου και της χώρας μας, η οποία, για πολλά χρόνια, ίσως και δεκαετίες, δεν έκανε όσα έπρεπε να κάνει για να συντονιστεί και να ανήκει de facto στον ευρωπαϊκό σκληρό πυρήνα. Άρα γνωρίζουμε ότι έχουμε ένα πρόγραμμα και όραμα δεκαετίας, με κυβερνητικό σχέδιο οκταετίας που για να ριζώσει και να φέρει αποτελέσματα, πρέπει να έχει στο πηδάλιο μια ισχυρή και αυτοδύναμη παράταξη που θα ξέρει πού θέλει να πάει τη χώρα. Θέλουμε να την κάνουμε πιο φιλελεύθερη, πιο ανοιχτή, πιο εξωστρεφή, πιο καινοτομική, πιο παραγωγική, με ένα κράτος που δεν θα ταλαιπωρεί τον πολίτη», επεσήμανε επίσης.
«Θα αξιοποιήσουμε κάθε μέρα μέχρι το τέλος της θητείας»
Επιπλέον, «οι εκλογές θα κερδηθούν με την παραγωγή έργου, συνεπώς είναι ένας χρόνος κυβερνητικού έργου και μεταρρυθμίσεων, υπάρχουν συγκεκριμένοι πολιτικοί στόχοι: Ψηφίσαμε ένα νομοσχέδιο που μετασχηματίζει σε μεγάλο βαθμό τον πρώην ΟΑΕΔ, πλέον Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης, με καταιγισμό θετικών αλλαγών υπέρ των ανέργων, της απασχόλησης, της κατάρτισης και επανακατάρτισης των εργαζομένων. Φέρνουμε πολύ σημαντικές αλλαγές στην πρωτοβάθμια υγεία, δίνουμε τη δυνατότητα σε κάθε πολίτη να έχει το δικό του προσωπικό γιατρό χωρίς δαπάνες – είδαμε τα προβλήματα κατά τη διάρκεια της πανδημίας λόγω της έλλειψης επαρκούς δικτύου πρωτοβάθμιας υγείας. Φέρνουμε ένα σημαντικό νομοσχέδιο για την αναβάθμιση των δημόσιων πανεπιστημίων, έτσι ώστε το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο να προσεγγίσει ακόμη περισσότερο τα καλά ελληνικά πανεπιστήμια».
Με αφορμή δε, τις πρόσφατες καταστροφές στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, παρατήρησε πως «χρειάζεται πολύ στενή συνεργασία των πρυτανικών αρχών, του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και της Ελληνικής Αστυνομίας ώστε αυτά τα ζητήματα πλέον να αντιμετωπίζονται, που αντιμετωπίζονται, και να εξαλείφονται, να μην μας απασχολούν σιγά σιγά σε επίπεδο καθημερινότητας».
Συνεχίζοντας εξάλλου με τις μεταρρυθμίσεις της τρέχουσας περιόδου, έκλεισε με τις αλλαγές που θα γίνουν στη δικαιοσύνη: «φέρνουμε νομοσχέδιο που αλλάζει τη λειτουργία των δικαστηρίων, την αξιολόγηση των δικαστών, εφαρμογή πειθαρχικών κυρώσεων».
Και, εν κατακλείδι, «συντελείται χωρίς να το διαφημίζουμε, μια μεγάλη αλλαγή σε πάρα πολλούς τομείς του δημόσιου τομέα και θα αξιοποιήσουμε κάθε μέρα μέχρι το τέλος της θητείας».
Ο απολογισμός της «μάχης» με τον κορονοϊό
Με αφορμή, τέλος, την έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον κορωνοϊό και την υπερβάλλουσα θνησιμότητα, ο υπουργός Επικρατείας αφού πρότεινε να γίνει ένας νηφάλιος απολογισμός, δήλωσε για το θέμα: «Εμείς ακολουθήσαμε τις οδηγίες του Π.Ο.Υ., ο οποίος έλεγε ότι κάθε θάνατος που συσχετίζεται με ή από covid, να δηλώνεται ως θάνατος covid. Αυτό έκανε η Ελλάδα και γι’ αυτό θα μπορούσε να πει κάποιος συγκριτικά με άλλες χώρες έχει μια υπερκαταγραφή θανάτων από covid. Όμως, στην Ευρώπη των “27” η Ελλάδα έχει την 12η καλύτερη επίδοση -κι αυτό συμβαίνει σε μια χώρα με το 2ο υψηλότερο δημογραφικό προφίλ – άρα ένα γηρασμένο πληθυσμό που είναι πολύ πιο ευάλωτος σε μια ασθένεια με τα χαρακτηριστικά του κορονοϊού – και σε μια χώρα με ένα σύστημα υγείας, που ήταν ο “μεγάλος ασθενής” και πριν από την κρίση της δημόσιας υγείας. Με πολύ περιορισμένους πόρους, με μεγάλες περικοπές τα τελευταία 10 χρόνια, που παρόλ’ αυτά έδωσε τεράστια μάχη. Ενισχύσαμε το σύστημα υγείας, υπερδιπλασιάσαμε τις κλίνες ΜΕΘ, έχουν προσληφθεί τουλάχιστον 18.500 άτομα, εφαρμόσαμε πολιτικές που μας πήγαν πολλά βήματα μπροστά. Εφαρμόσαμε ένα σύστημα εμβολιασμού που διακρίθηκε σε όλη την Ευρώπη και καταφέραμε, μαζί και με την υποχρεωτικότητα που επίσης τολμηρά επιβάλλαμε, να έχουμε τελικώς υψηλότερο ποσοστό εμβολιασμού από το μέσο ευρωπαϊκό όρο».
Κατά συνέπεια, «πρέπει να είμαστε περήφανοι, η χώρα μας έκανε μια καλή διαχείριση κατά τη διάρκεια της πανδημίας με πολύ περιορισμένους πόρους από άλλες, πολύ πιο ισχυρές χώρες.
Παίρνοντας δε, αφορμή από το παράδειγμα της Κίνας συμπέρανε ότι αυτό «σε μια ανοιχτή, φιλελεύθερη χώρα και δημοκρατία, όπως η Ελλάδα, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί. Και υγειονομικά και δημοκρατικά αποδεικνύεται ότι είναι λάθος, γιατί το να κλείνεις μια χώρα, μια οικονομία, θεωρώντας ότι έτσι θα προστατέψεις τους πολίτες από τον κορονοϊό, σε μια νέα μετάλλαξη δεν προσφέρει τίποτε. Οι Κινέζοι κατάφεραν να έχουν απροστάτευτο τον πληθυσμό τους, να μην έχουν φυσική ανοσία σε υψηλό βαθμό, χωρίς επαρκές εμβόλιο…». Στον αντίποδα η Ελλάδα, η οποία στην αρχή «απέναντι σε έναν άγνωστο εχθρό εφάρμοσε πολύ αυστηρά περιοριστικά μέτρα και μετά έκανε αυτό που έπρεπε υγειονομικά, οικονομικά και πολιτικά, δηλαδή ένα σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας και της κοινωνίας, με μέτρα ακορντεόν και μια στρατηγική συνύπαρξης με τον ιό. Τα αποτελέσματα που πιστοποιούνται από τον Π.Ο.Υ. για την υπερβάλλουσα θνησιμότητα, επιβεβαιώνουν το ορθόν αυτής της στρατηγικής», κατέληξε ο ‘Α. Σκέρτσος.
ΕΝΦΙΑ: Τα μυστικά του εκκαθαριστικού – Ποιοι δικαιούνται έκπτωση
Πούτιν: Η Δύση ετοιμαζόταν να εισβάλει στη γη μας
Το σχέδιο Μητσοτάκη για νίκη στις κάλπες – Ανοίγει τον δρόμο νέα τετραετία