Δύο ήταν τα διαφορετικά σημεία σε σχέση με τις συναντήσεις που πραγματοποίησε τις προηγούμενες ημέρες με βουλευτές άλλων εκλογικών περιφερειών. Το πρώτο αφορούσε τις διαρροές που αντιμετώπιζε η Νέα Δημοκρατία προς τα δεξιά της με αφορμή την ψήφιση του νόμου για την ισότητα στο γάμο, κάτι που είχε προκαλέσει ένταση στις σχέσεις κυβέρνησης και Ν.Δ. με την Εκκλησία. Ο κ. Μητσοτάκης (που σήμερα αναμένεται να παρευρεθεί και στη Μητρόπολη) τόνισε ότι οι σχέσεις με την Εκκλησία βαδίζουν σε ομαλοποίηση και αυτό φάνηκε και από τις δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, με τις οποίες καταδίκασε τις ακραίες τοποθετήσεις και συμπεριφορές τόσο από πλευράς Ελληνικής Λύσης όσο και Νίκης και η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι σε πρώτη φάση σταματούν οι διαρροές από τα δεξιά.
Το δεύτερο αφορούσε το θέμα των δημοσκοπήσεων και των ανησυχιών που υπήρχαν με τα ποσοστά που κατέγραφε η Ν.Δ. και τους φόβους ότι θα μπορούσε να μην έχει το 3 μπροστά στο αποτέλεσμα.
Ο κ. Μητσοτάκης εμφανίστηκε αισιόδοξος, καθώς τους ανέλυσε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που έχει στα χέρια του που δείχνουν ότι είναι εφικτός ο στόχος του ποσοστού των τελευταίων ευρωεκλογών του 2019, όταν η Ν.Δ. είχε λάβει το 33%. Και αυτό, γιατί παρατηρείται μια συσπείρωση των ψηφοφόρων της Ν.Δ. Γι’ αυτό το λόγο ο κ. Μητσοτάκης τούς τόνισε ότι ο δικός τους ρόλος είναι κομβικός γι’ αυτό και πρέπει να μπουν στη μάχη όπως έπραξαν στις εθνικές εκλογές, με στόχο όμως να επαναπροσεγγίσουν τους ψηφοφόρους που έδωσαν στη Ν.Δ. στις τελευταίες διπλές εκλογές το 41%.
Ο πρωθυπουργός τούς ζήτησε επίσης να βγουν στο δρόμο, να προβάλουν το κυβερνητικό έργο, αλλά και να επισημάνουν τα διλήμματα, με τα οποία είναι αντιμέτωποι οι πολίτες στην κάλπη.
Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα για το ΠΑΣΟΚ - Το παρασκήνιο του υποβιβασμού του ΣΥΡΙΖΑ και η νέα Βουλή
Από την άλλη, βέβαια, οι βουλευτές ανέφεραν προβλήματα που ανακύπτουν στις περιφέρειές τους βάζοντας στο επίκεντρο το θέμα της ακρίβειας, αλλά και της ασφάλειας. Παράλληλα, μια σειρά από βουλευτές πιο «λαϊκών» περιοχών ζήτησαν από τον κ. Μητσοτάκη να πάει εκεί περιοδεία -χαρακτηριστικά παραδείγματα οι γειτονιές της Β’ Πειραιώς και της Δυτικής Αττικής- ως το πιο «βαρύ χαρτί» του κυβερνώντος κόμματος.
Οι βουλευτές συμφώνησαν με τον πρωθυπουργό ότι πράγματι τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται μια αύξηση της συσπείρωσης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει περιθώριο για χαλάρωση. Τέλος, αρκετοί βουλευτές (όχι μόνο του Λεκανοπεδίου) μετέφεραν στον πρωθυπουργό ζητήματα που θέτουν οι τοπικές κοινωνίες που δεν καταγράφονται στην ατζέντα της επικαιρότητας. Τέτοια είναι τα έργα υποδομής, αλλά και η διασύνδεση της κυβέρνησης με την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Επίσης, ο κ. Μητσοτάκης άκουσε και παράπονα για τον τρόπο λειτουργίας υπουργών, υφυπουργών και γενικών γραμματέων, ιδίως ως αν σηκώνουν το τηλέφωνο σε βουλευτές ή απαντούν στις ερωτήσεις τους.
Αντιπυρική περίοδος και εξοπλιστικά στο ΚΥΣΕΑ
Υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη συνεδρίασε το πρωί της Πρωτομαγιάς το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, ανήμερα της έναρξης της αντιπυρικής περιόδου στη χώρα μας. Για αυτό μεταξύ άλλων έγινε και ενημέρωση από τον αρμόδιο υπουργό Βασίλη Κικίλια. Παράλληλα, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης έγινε ενημέρωση από τους αρμόδιους υπουργούς σχετικά με τις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, τη βελτίωση της εικόνας των μεταναστευτικών ροών και το Νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Ασυλο. Σε ό,τι αφορά τα εξοπλιστικά δόθηκε το «πράσινο φως» για την προμήθεια πυραύλων των συστημάτων εγγύς προστασίας RAM για τις πυραυλακάτους Super Vita.
Ειδικότερα, το εξοπλιστικό πρόγραμμα αξίας 74 εκατομμυρίων ευρώ αφορά τα οπλικά συστήματα κατευθυνόμενων βλημάτων τύπου RAM Mk.31, των επτά Ταχέων Περιπολικών (πυραυλακάτων) κλάσης Ρουσσέν, γνωστές και ως Super Vita, του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, που αποτελούν «πολλαπλασιαστή ισχύος» στο Αιγαίο, λόγω της δύναμης πυρός σε συνδυασμό με την ευελιξία και την ταχύτητα ανάπτυξης στο πεδίο επιχειρήσεων. Το πρόγραμμα που ενέκρινε το ΚΥΣΕΑ, εντάσσεται στη λίστα των εξοπλιστικών προγραμμάτων και για τους τρεις Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, η οποία πρόσφατα αναθεωρήθηκε και αφορά τα επόμενα χρόνια έως και το 2030.