Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατηγορεί την κυβέρνηση ότι με τα όσα διατείνεται για τα αποτελέσματα του Eurogroup «υποτιμά τη νοημοσύνη των πολιτών» και πως με την απαίτηση για πλεόνασμα 3,5% υπονομεύεται η επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη. Παράλληλα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο, ο κ. Τσίπρας να οδηγήσει τη χώρα σε νέο αδιέξοδο, «παίζοντας με τη φωτιά», όπως το καλοκαίρι του 2015.
Τελικά, είχαμε ή δεν είχαμε συμφωνία στο Eurogroup της περασμένης Δευτέρας; Η κυβέρνηση διατείνεται ότι δεν θα πάρει ούτε ένα ευρώ μέτρα λιτότητας…
Παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης για… θριαμβολογία, η πραγματικότητα, η οποία είναι πολύ σκληρή για την ίδια, αλλά δυστυχώς και για τη χώρα, την διαψεύδει. Ούτε συμφωνία για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης επήλθε -παρά μόνο συμφωνία για την επιστροφή της τρόικας- αλλά ούτε και υπήρξε θετική εξέλιξη από τη συνεδρίαση του Eurogroup. Αντιθέτως, η κυβέρνηση υποχώρησε από τις δικές της «κόκκινες γραμμές», από τις οποίες υποτίθεται ότι δεν θα έκανε ούτε βήμα πίσω, όπως διαβεβαίωναν ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών, καθώς αποδέχθηκε τόσο τη μείωση του αφορολογήτου όσο και των συντάξεων. Την ίδια στιγμή, παραμένει η απαίτηση για πρωτογενές πλεόνασμα σε ποσοστό 3,5% του ΑΕΠ, για πολλά μάλιστα χρόνια, ενώ η ένταξη στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης των ομολόγων, την οποία έχει ανάγκη η διψασμένη για ρευστότητα πραγματική οικονομία, παραμένει στον… αέρα. Πραγματικά, αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛ. να υποτιμούν σε τόσο μεγάλο βαθμό τη νοημοσύνη των πολιτών, ώστε να προσπαθούν να δημιουργήσουν μια εικόνα δήθεν θριάμβου.
Θεωρείτε ότι με την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα, τελικά, θα κλείσει η αξιολόγηση; Και το γεγονός ότι, όπως δήλωσε ο επικεφαλής του Eurogroup, η χώρα έχει ρευστότητα μέχρι το καλοκαίρι, δεν σας ανησυχεί μήπως ο κ. Τσίπρας επιχειρήσει να «τραβήξει» τη διαπραγμάτευση μέχρι τότε;
Η στοιχειώδης λογική και το εθνικό συμφέρον επιβάλλουν να ολοκληρωθεί, επιτέλους, η δεύτερη αξιολόγηση, το ταχύτερο δυνατόν. Αλλωστε, η μέχρι τώρα εμπειρία της δήθεν «υπερήφανης διαπραγμάτευσης» οδήγησε, τελικά, σε μεγάλες υποχωρήσεις, τις οποίες η προηγούμενη κυβέρνηση δεν θα είχε διανοηθεί καν, αλλά και σε μεγάλη αύξηση του λογαριασμού, τον οποίο καλούνται να καταβάλουν οι πολίτες. Ομως, δεν μπορώ, δυστυχώς, να αποκλείσω το ενδεχόμενο να οδηγήσουν σε νέο αδιέξοδο τη χώρα, «παίζοντας με τη φωτιά», όπως το καλοκαίρι του 2015, όπως και το ενδεχόμενο να επιδοθούν σε νέα επικοινωνιακά παιχνίδια, υπό την πίεση των αντιδράσεων στο εσωτερικό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. για τα όσα συμφωνήθηκαν στο Eurogroup.
Αφού θέλετε να κλείσει η αξιολόγηση, γιατί τότε συνεχίζετε να ζητάτε εκλογές;
Οπως προανέφερα, εμείς ζητάμε από την κυβέρνηση να κλείσει άμεσα την αξιολόγηση, ει δυνατόν… χθες. Αν δεν μπορεί όμως να την κλείσει, αναπόφευκτα πλέον η χώρα θα πρέπει να οδηγηθεί σε εκλογές, ώστε να την κλείσει η νέα κυβέρνηση. Τις εκλογές, βεβαίως, δεν τις ζητάμε τώρα ή τις τελευταίες ημέρες. Τις ζητάμε εδώ και αρκετούς μήνες, διαπιστώνοντας ότι η πορεία της χώρας υπό την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. οδηγεί σε αδιέξοδο. Λόγω της αβεβαιότητας η οικονομία παρουσιάζει ενδείξεις παλινδρόμησης στην ύφεση, όπως δείχνει και η σύγκριση μεταξύ γ’ και δ’ τριμήνου του 2016, και οι καταθέσεις, παρά τα capital controls, άρχισαν να φεύγουν πάλι από τις τράπεζες. Η κατάσταση αυτή της συνεχούς αβεβαιότητας, ενώ εκκρεμεί και η γ’ αξιολόγηση, δεν μπορεί να συνεχισθεί. Δεν μπορεί μια χώρα, ειδικά μετά τις θυσίες στις οποίες υπέστησαν οι πολίτες της, να είναι όμηρος μιας ιδεοληπτικής Αριστεράς και μιας υπερ-Δεξιάς.
Εμμένετε στη θέση σας για μη ψήφιση από το κόμμα σας των νέων μέτρων; Η χώρα δεν θα πρέπει να εξασφαλίσει χρηματοδότηση;
Σαφώς και εμμένουμε και το έχουμε καταστήσει απολύτως σαφές. Αυτός είναι και ο λόγος, εκτιμώ, για τον οποίο η κυβέρνηση εγκατέλειψε τη σεναριολογία για αυξημένη πλειοψηφία, την οποία θα ζητούσε, προκειμένου να ψηφισθούν τα μέτρα στη Βουλή. Η Ν.Δ. δεν συναινεί στην εξαπάτηση των πολιτών και σε μια πολιτική λιτότητας χωρίς αντίκρισμα, την ίδια στιγμή που αναπτυξιακή πολιτική δεν υπάρχει και το κομματικό κράτος «ζει και βασιλεύει».
Περιβάλλον Καραμανλή για πρόταση Σαμαρά για την Προεδρία: Δεν υπήρξε καμία προσυνεννόηση
Τα πλεονάσματα 3,5% δεν σας ανησυχούν; Το δικό σας σχέδιο βασίζεται σε μικρότερα.
Σαφώς και μας ανησυχούν και αυτός είναι και ο λόγος, άλλωστε, που ο πρόεδρος του κόμματός μας, Kυριάκος Μητσοτάκης, έχει προτάξει το ζήτημα της μείωσής του στο 2%, σε συνδυασμό με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, στις επαφές του με τους εταίρους. Ας μην κρυβόμαστε: Με την απαίτηση για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% υπονομεύεται η επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη. Ομως, η κυβέρνηση προτίμησε, αντί για το συγκεκριμένο ζήτημα, να προτάξει το ζήτημα του χρέους, χωρίς καν να εξασφαλίσει και σε αυτό οτιδήποτε συγκεκριμένο μέχρι στιγμής.
Εστω ότι γίνονται εκλογές και είστε κυβέρνηση. Οι δανειστές θα δεχθούν το δικό σας σχέδιο και αλλαγή του σημερινού μίγματος; Και γιατί δεν το έκαναν στον κ. Τσίπρα και ζήτησαν τέτοια μέτρα; Αυτά ανατρέπονται;
Σε κάθε διαπραγμάτευση μεταξύ αντισυμβαλλόμενων πλευρών υπάρχει ένας παράγοντας ο οποίος επηρεάζει καθοριστικά το αποτέλεσμά της και λέγεται αξιοπιστία. Η αξιοπιστία της σημερινής κυβέρνησης, λόγω της αλλοπρόσαλλης τακτικής της, είναι ευρέως αντιληπτό ότι είναι σχεδόν μηδενική πλέον. Είναι μια κυβέρνηση που παραχώρησε μεν τα πάντα, αλλά εξακολουθεί και σήμερα να υπεκφεύγει και να μην πράττει τα αυτονόητα ή να επιχειρεί με τεχνάσματα να ξεγελάσει ταυτόχρονα την κομματική της βάση αλλά και τους εταίρους, όπως αποδείχθηκε στην περίπτωση της επένδυσης στο Ελληνικό. Η μεγάλη μας διαφορά είναι ότι εμείς πιστεύουμε στις μεταρρυθμίσεις και θέλουμε να έχουμε την ιδιοκτησία τους. Δεν θέλουμε να μας επιβάλλονται ως «τιμωρία», αλλά να εμπνεύσουμε την κοινωνία και να εφαρμόσουμε ένα τολμηρό πρόγραμμα προσέλκυσης επενδύσεων στην Ελλάδα. Δεν πιστεύουμε στους φόρους και τις περικοπές, που το μόνο που κατορθώνουν είναι να μειώνουν τη ζήτηση και να κρατούν τη χώρα εγκλωβισμένη στην ύφεση. Εμείς μπορούμε να μιλήσουμε αυτή τη γλώσσα που ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεδειγμένα δεν μπορεί.
«Γενικευμένη εικόνα διάλυσης στη δημόσια ασφάλεια»
Ως πρώην υπουργός Προστασίας του Πολίτη, θεωρείτε ότι το θέμα της ασφάλειας είναι «μη επίκαιρο», όπως δήλωσε και ο κ. Τσίπρας στην «Ωρα του πρωθυπουργού» πρόσφατα;
Δεν επιχαίρω προφανώς, αλλά είναι τραγική ειρωνεία ότι δύο μέρες μετά το επιχείρημα του πρωθυπουργού, η επικαιρότητα διέψευσε με εμφατικό τρόπο τον κ. Τσίπρα, με την απολύτως καταδικαστέα επίθεση στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ. Μια επίθεση την οποία, ούτε λίγο ούτε πολύ, επιβεβαιώνοντας ότι η κυβέρνηση βρίσκεται στη «χώρα του παραλόγου», ο γραμματέας της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη την απέδωσαν στη «διαπλοκή» και σε… συνωμοσία της αντιπολίτευσης! Αλλά δεν χρειαζόταν καν να συμβεί αυτό. Η γενικευμένη εικόνα διάλυσης στη δημόσια ασφάλεια, οι ανεμπόδιστες επιδρομές κουκουλοφόρων κάθε τρεις και λίγο, το «άβατο» των Εξαρχείων, η «έκρηξη» της εγκληματικότητας, το χάος στη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού είναι αναπόσπαστο πλέον μέρος της θλιβερής επικαιρότητας και της καθημερινότητας των πολιτών.
Γιώργος Ευθυμίου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής