Στην συνέντευξή του ο κ. υπερασπίστηκε την ανάγκη εφαρμογής διαφορετικού μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής με λιγότερους φόρους, λιγότερες δαπάνες και αποτελεσματικότερη λειτουργία του Κράτους.
Για τον κίνδυνο η κυβέρνηση να εγκλωβίσει την Ελλάδα σε μία παρατεταμένη λιτότητα που θα ξεπερνά τα όρια του υφιστάμενου προγράμματος προειδοποίησε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, τονίζοντας ότι «το ψέμα οδηγεί στην απελπισία».
«Η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα είναι αναγκαία για να εφαρμοστεί ένα νέο, διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής, με λιγότερους φόρους, λιγότερες δαπάνες και αποτελεσματικότερη λειτουργία του κράτους. Μόνο τότε, η χώρα θα έρθει σε ρήξη με το παρελθόν και θα πραγματοποιήσει μια φυγή προς τα εμπρός»υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Και συνέχισε λέγοντας πως: «Πιστεύω ότι έχουμε μάθει από τα λάθη των προηγούμενων Κυβερνήσεων. Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να εφαρμόζονται αμέσως και πρέπει να είναι καλά προετοιμασμένες από πριν. Πρέπει να είναι μελετημένες, κοστολογημένες και οι Κυβερνήσεις να έχουν πάρει συγκεκριμένη λαϊκή εντολή για να τις υπηρετήσουν. Με άλλα λόγια, εμείς δεν πρόκειται να πούμε ψέματα στον ελληνικό λαό. Έχουμε ένα δύσκολο δρόμο μπροστά μας και γι’ αυτό και τους ζητούμε να συνάψουμε μια Συμφωνία Αλήθειας. Και μέσα στην αλήθεια κρύβεται σήμερα η ελπίδα».
Επίσης πρόσθεσε: «Αποδείξαμε ότι το ψέμα οδηγεί στην απελπισία», ανέφερε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και συμπλήρωσε: «Η αλήθεια του δικού μας προγράμματος θα οδηγήσει στην πραγματική ελπίδα. Βεβαίως, έχουμε ένα πολύ συγκεκριμένο και κοστολογημένο σχέδιο. Πιστεύουμε καταρχάς, ότι η χώρα χρειάζεται ένα άλλο μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής. Χρειαζόμαστε λιγότερους φόρους, αλλά και λιγότερες κρατικές δαπάνες. Ερχόμαστε και λέμε ξεκάθαρα: Ναι, αυτό το Κράτος, το οποίο παραμένει μεγάλο και σπάταλο, μπορούμε να το περιορίσουμε, μπορούμε να ελέγξουμε τις δαπάνες του, χωρίς να απολύσουμε δημόσιους υπαλλήλους, αλλά κάνοντάς το να δουλεύει πιο καλά, πιο αποτελεσματικά, πιο παραγωγικά, προς όφελος τελικά των Ελλήνων φορολογουμένων».
Ερωτηθείς κατά πόσο είναι έτοιμη η Νέα Δημοκρατία να κυβερνήσει – με δεδομένο το προβάδισμά της με διψήφια διαφορά έναντι του ΣΥΡΙΖΑ σε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις – ο κ. Μητσοτάκης τόνισε: «Είμαστε έτοιμοι να κυβερνήσουμε. Στην Ελλάδα, τον τελευταίο χρόνο, έχει συντελεστεί μια πολύ μεγάλη πολιτική αλλαγή. Το αίτημα για εκλογές είναι, πια, πλειοψηφικό στην Ελλάδα. Το 90% των πολιτών θεωρούν ότι η χώρα πηγαίνει σε λάθος κατεύθυνση. Πιστεύουμε ότι έχουμε τις σωστές λύσεις για να μπορέσουμε να οδηγήσουμε τη χώρα στην έξοδο από την κρίση. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να δώσουμε ένα οριστικό τέλος στις πολιτικές του λαϊκισμού, που καταδικάζουν σήμερα την Ελλάδα στην οπισθοδρόμηση και στην ύφεση».
Αναφορικά με το χρονικό ορίζοντα διεξαγωγής των εκλογών, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επισήμανε: «Πιστεύουμε ότι όσο πιο σύντομα γίνουν οι εκλογές τόσο καλύτερα θα είναι για τη χώρα. Οι εκλογές δεν είναι σήμερα πρόβλημα για την Ελλάδα. Είναι η λύση στο πολιτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Η Ελλάδα χρειάζεται μια Κυβέρνηση, η οποία πρέπει να είναι απολύτως προσηλωμένη στις μεταρρυθμίσεις. Να πιστεύει στις μεταρρυθμίσεις προς όφελος των πολλών. Στις μεταρρυθμίσεις που θα προσελκύσουν επενδύσεις στην Ελλάδα, θα δημιουργήσουν θέσεις απασχόλησης, θα βελτιώσουν τη λειτουργία του Κράτους, θα βελτιώσουν την ποιότητα της Παιδείας, της Υγείας. Η σημερινή Κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι αυτές τις μεταρρυθμίσεις δεν μπορεί να τις υλοποιήσει και κινδυνεύει να εγκλωβίσει τη χώρα σε μια παρατεταμένη λιτότητα, η οποία θα ξεπερνά και τα όρια του υφιστάμενου προγράμματος».
Για τα μεγάλα λάθη της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ο κ. Μητσοτάκης σχολίασε: «Από που να ξεκινήσω; Το μεγαλύτερο λάθος της Κυβέρνησης Τσίπρα, ήταν ότι ήρθε στην εξουσία λέγοντας ένα πάρα πολύ μεγάλο ψέμα στον ελληνικό λαό. Λέγοντας ότι μπορούσε να σκίσει μνημόνια και να τελειώσει μονομερώς με τις πολιτικές της λιτότητας και της ύφεσης. Έξι μήνες διαπραγματεύτηκε και οδήγησε την Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού, πάρα πολύ κοντά στην έξοδο από το ευρώ. Αναγκάστηκε, όταν συγκρούστηκαν οι φαντασιώσεις της με τη σκληρή πραγματικότητα, να κάνει μια μεγάλη στροφή στο ρεαλισμό. Ούτε αυτή την πολιτική, όμως, μπορεί να την υπηρετήσει σήμερα η Κυβέρνηση. Είναι μια Κυβέρνηση αδύναμη, μια Κυβέρνηση αναποφάσιστη, μια Κυβέρνηση, η οποία δεν μπορεί να πει στους Έλληνες πολίτες έχω ένα ξεκάθαρο σχέδιο για το πως θα οδηγήσω τη χώρα στην έξοδο από την κρίση. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα της σημερινής Κυβέρνησης».
Σχετικά με την καταπολέμηση της ανεργίας στους νέους, ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι απαιτείται ένα μείγμα που θα περιλαμβάνει την προσέλκυση επενδύσεων και τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. «Οι νέοι αντιμετωπίζουν σήμερα την πολιτική με καχυποψία παντού. Και στην Ελλάδα και στην Ιταλία και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Εμείς ερχόμαστε και τους λέμε κάτι απλό: Εάν δεν μπορέσουμε να προσελκύσουμε πολλές επενδύσεις στη χώρα μας, θέσεις απασχόλησης δεν θα δημιουργηθούν. Αν δεν μπορέσουμε να απελευθερώσουμε την επιχειρηματικότητα του νέου Έλληνα, να επιτρέψουμε δηλαδή σε νέες επιχειρήσεις να δημιουργούνται σχετικά εύκολα με χαμηλή φορολογία και να μπορούν να διεκδικούν στη συνέχεια την οικονομική επιτυχία, θέσεις απασχόλησης δεν πρόκειται να δημιουργηθούν. Εάν δεν απελευθερώσουμε τα πανεπιστήμιά μας από το βραχνά της κρατικής επιτήρησης και αν δεν τα συνδέσουμε με την αγορά, τότε οι νέοι μας θα παίρνουνε μεν πτυχία, αλλά τα πτυχία αυτά θα είναι άχρηστα για την πραγματική οικονομία. Άρα, πιστεύω ότι έχουμε πολλά πράγματα να πούμε στη νέα γενιά. Έχουμε πάντα μια δυσκολία να μας ακούσουν. Πιστεύω, όμως, ότι οι νέοι, οι οποίοι είναι πάντα φορείς της αλλαγής, θα πειστούν ότι αυτό που χρειάζεται σήμερα η χώρα είναι μια οριστική ρήξη με το παρελθόν και μια μεγάλη φυγή προς τα μπροστά. Μόνο εμείς μπορούμε να την υπηρετήσουμε», δήλωσε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.
Για την άνοδο του λαϊκισμού στην Ευρώπη, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε: «Υπάρχει μια έντονη ανησυχία στην Ευρώπη για τις ανερχόμενες δυνάμεις του λαϊκισμού. Εμείς έχουμε ήδη υποστεί τις συνέπειες από το λαϊκισμό. Εμείς πρώτοι εκλέξαμε μια λαϊκίστικη Κυβέρνηση και βλέπουμε τώρα τα αποτελέσματα. Και πιστεύω ότι θα είμαστε εμείς οι πρώτοι, οι οποίοι θα αποδείξουμε ότι μπορούμε να νικήσουμε το λαϊκισμό. Όχι, όμως, υπακούοντας στα κελεύσματά του. Αλλά με μια πολιτική, η οποία θα προτάσσει τη μετριοπάθεια, τον ορθό λόγο, την ενότητα απέναντι στο διχασμό – ο λαϊκισμός πάντα διχάζει, δεν ενώνει ποτέ – και την σοβαρή πολιτική προσέγγιση στα πράγματα. Και αυτό θα το κάνουμε στην Ελλάδα. Μην έχετε καμία αμφιβολία γι’ αυτό. Και πιστεύω ότι, με αυτόν τον τρόπο, θα στείλουμε και ένα μήνυμα στην Ευρώπη για το πως τελικά οι λαϊκιστές μπορούν να νικηθούν».
Μιλώντας για τις ευθύνες της Ευρώπης στο μεταναστευτικό – προσφυγικό, ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε: «Η Ευρώπη πρέπει να επιδείξει μεγαλύτερη αλληλεγγύη. Και μιλάω και σε μια χώρα, την Ιταλία, η οποία και αυτή έχει τα δικά της μεγάλα προβλήματα με τις παράνομες μεταναστευτικές ροές. Δεν γίνεται αυτήν τη στιγμή να μην υπάρχει ένας επιμερισμός της ευθύνης σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Τα προγράμματα μετεγκατάστασης έχουν μείνει πρακτικά στον αέρα. Κάθε χώρα έχει τους δικούς της εγχώριους λαϊκιστές, οι οποίοι είναι αντίθετοι σε αυτήν την ευρύτερη λογική. Η Ευρώπη πρέπει να επιδείξει πολύ μεγαλύτερη συλλογικότητα στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Δεν μπορεί ούτε η Ελλάδα, ούτε η Ιταλία να είναι μόνες τους, επειδή τυχαίνει από τη γεωγραφία τους να είναι στην πρώτη γραμμή. Η Ευρώπη πρέπει να αποκτήσει, το συντομότερο δυνατό, μια ευρωπαϊκή δύναμη, η οποία θα φυλάσσει τα σύνορά της, έτσι ώστε η ευθύνη αυτή να μη βαραίνει μόνο τα κράτη, τα οποία στην ουσία διαχειρίζονται τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης. Και βέβαια πρέπει να δούμε την αίτια του προβλήματος, έτσι ώστε με μια πιο παρεμβατική εξωτερική πολιτική να αντιμετωπιστεί η ανθρώπινη τραγωδία, την οποία βιώνουμε σήμερα».
Για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία και τη συνεργασία ανάμεσα στη νέα Κυβέρνηση της χώρας και την Ελλάδα, ο κ. Μητσοτάκης είπε: «Ελλάδα και Ιταλία έχουν πολλά κοινά. Πέρα από την αμοιβαία αγάπη και εκτίμηση των λαών μας και τον κοινό τρόπο ζωής, που μας κάνει να αισθανόμαστε πάντα, πάρα πολύ οικεία, εμάς τους Έλληνες όταν επισκεπτόμαστε την Ιταλία και τους Ιταλούς όταν έρχονται στην Ελλάδα, οι σχέσεις Ελλάδας και Ιταλίας ξεπερνούν τα όρια της κάθε Κυβέρνησης, που μπορεί να διαχειρίζεται την εξουσία. Και βεβαίως υπάρχει μια κοινή ατζέντα και στα προσφυγικά ζητήματα. Και υπάρχει και μια κοινή ατζέντα απέναντι στην Ευρώπη, όσον αφορά τις πολιτικές της λιτότητας, αλλά με μια σημαντική διάσταση. Πρέπει και εμείς – αυτό αφορά και στην Ελλάδα και νομίζω πως σύντομα θα αφορά και στην Ιταλία – να κάνουμε μόνοι μας τις μεταρρυθμίσεις που χρειαζόμαστε για να αποκτήσουμε μια ανταγωνιστική οικονομία και ένα λειτουργικό Κράτος. Δεν αρκεί μόνο, το λέω συχνά και στους συμπολίτες μας, να συζητάμε για τη μείωση του χρέους. Δεν θα μας λύσει αυτό τα προβλήματά μας. Έχουμε μια σειρά από εσωτερικά προβλήματα, που πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε μόνοι μας. Άρα, βεβαίως και εμείς ερχόμαστε και λέμε στους Ευρωπαίους, μη μας ζητάτε από το 2018 και μετά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5%. Είναι πάρα πολύ περιοριστικά. Εμείς, όμως, τι κάνουμε για να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε μια μεγαλύτερη αξιοπιστία; Φοβάμαι ότι αυτή η Κυβέρνηση έχει απωλέσει την αξιοπιστία της, όταν διαπραγματεύεται για το δανεισμό της Ελλάδας μια λίγο πιο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική».
Κληθείς να σχολιάσει το δημοσίευμα του Economist που τον περιέγραφε «ως το αντίθετο ενός λαϊκιστή», ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε: «Η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα μια επανάσταση. Αλλά αυτή πρέπει να είναι μια επανάσταση κοινής λογικής. Μια επανάσταση, που θα δώσει τη δυνατότητα σε όλους τους Έλληνες που μπορούν να δημιουργήσουν, να ξετυλίξουν τα πραγματικά τους ταλέντα. Δεν είναι μια επανάσταση, όπως τη φαντάζονταν ενδεχομένως κάποιοι, για να εκφωνήσουν επικήδειους στην κηδεία του Φιντέλ. Είναι μια άλλου είδους επανάσταση, η οποία θα πατήσει πάνω στις δημιουργικές δυνάμεις που έχει αυτός ο τόπος. Θεωρώ ότι είμαι ένας ρεαλιστής πολιτικός, ο οποίος πιστεύει όμως με πραγματικό πάθος στις ιδέες μου. Πιστεύω με πάθος ότι αυτή η χώρα μπορεί να πετύχει πολλά σπουδαία πράγματα, πολλά περισσότερα από ότι όσα έχει πετύχει μέχρι σήμερα».