Ο υπουργός αναφέρθηκε στο πολυνομοσχέδιο που ετοιμάζει το υπουργείο Ανάπτυξης, με στόχο μετά τη διαβούλευση να γίνει νόμος του κράτους μέχρι τέλη Σεπτεμβρίου για να αλλάξει, όπως είπε, άρδην το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα και «να γίνει το επιχειρείν στη χώρα πάρα πολύ εύκολο».
«Καταργούμε, κάθε στάδιο γραφειοκρατίας που δύναται να καταργηθεί και το οποίο υπήρχε, ως απομεινάρι του παρελθόντος, από προηγούμενες εποχές και από προηγούμενες λογικές» τόνισε ο κ. Γεωργιάδης και συνέχισε: «Το μήνυμα της κυβέρνησης του Κ. Μητσοτάκη είναι ότι η Ελλάδα γίνεται επιτέλους μια επιχειρηματικά φιλική χώρα».
Ο υπουργός εξήγησε ότι «αυτό δε σημαίνει ότι είμαστε υπέρ της ασυδοσίας» και έφερε ως παράδειγμα τις καταγγελίες καταναλωτών στο υπουργείο Ανάπτυξης, που «λίμναζαν επί σειρά ετών», ότι μια τράπεζα είχε προχωρήσει σε κατάσχεση του ακατάσχετου λογαριασμού μισθοδοσίας.
«Σήμερα, το υπουργείο Ανάπτυξης, επέβαλε στην τράπεζα αυτή μεγάλο πρόστιμο για πρώτη φορά» είπε ο κ. Γεωργιάδης και πρόσθεσε: «Και στέλνουμε ένα σαφές πολιτικό μήνυμα. Η κυβέρνηση θα κάνει όλα όσα πρέπει να γίνει η χώρα μας επιχειρηματικά φιλική χώρα, χωρίς να αφήσει ποτέ απροστάτευτο το χώρο της εργασίας. Γιατί όλοι μαζί θα πάμε μπροστά. Η Ελλάδα δε θα αφήσει κανένα πίσω αυτό είναι το μήνυμα της νέας εποχής που έρχεται».
Ο υπουργός Ανάπτυξης τόνισε ότι η κυβέρνηση προσδοκά στη συνεργασία και στη βοήθεια των επιμελητηρίων σε αυτή την κατεύθυνση. Ανέφερε, επίσης, ότι στο πολυνομοσχέδιο θα υπάρχουν και ρυθμίσεις για το Γενικό Εμπορικό Μητρώο – ΓΕΜΗ, καθώς έχει ήδη γίνει διάλογος με την επιμελητηριακή κοινότητα και είναι κοινός ο στόχος για απλοποίηση των διαδικασιών που αφορούν την επιχειρηματική δράση. Τέλος, ο κ. Γεωργιάδης αναφέρθηκε λεπτομερώς στην πορεία της επένδυσης του Ελληνικού, εκφράζοντας την πεποίθηση «έχει ξεκλειδώσει οριστικά η επένδυση» ότι «το έργο προχωρά με πολύ ταχείς ρυθμούς εντός χρονοδιαγράμματος».
«Το Ελληνικό δεν είναι ένα έργο για την Αττική και την Αθήνα, ήταν ένα σύμβολο, εάν η Ελλάδα μπορεί τελικά, ή δεν μπορεί. Και η απάντηση που έδωσε η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη είναι ότι η Ελλάδα μπορεί, αυτό είναι το σημαντικό».
Ταυτόχρονα, απευθυνόμενος και προς τον αρμόδιο τομεάρχη του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργό Νίκο Παππά, επεσήμανε ότι είναι καλό να αντιμετωπίζονται καλόπιστα και από την αντιπολίτευση, τέτοια έργα, αφήνοντας πίσω τον παλιό κλασσικό τρόπο της «κοκκορομαχίας». Πρότεινε, να ειδωθεί το έργο «με μια άλλη ματιά», ότι «ενώνει τρεις διαφορετικές κυβερνήσεις», την κυβέρνηση Σαμαρά που έκανε το προσύμφωνο με τον επενδυτή, την κυβέρνηση Τσίπρα που το έκανε νόμο «με τις αλλαγές που ήθελε» και το έκανε νόμο το 2016 και εξέδωσε το προεδρικό διάταγμα και της κυβέρνησης Μητσοτάκη που «τελικά τελειώνει τη δουλειά και προχωράει το έργο».
«Αν αποδώσει, ο καθένας μας στον καθένα, αυτά που του αναλογούν, το Ελληνικό γίνεται όχι ένα σημείο συγκρούσεων των Ελλήνων πολιτικών, αλλά ένα σημείο επιτυχίας διακομματικά, διακυβερνητικά» είπε ο κ. Γεωργιάδης και πρόσθεσε:
«Και πάμε στους επενδυτές και τους λέμε: Ναι μπορούμε να έχουμε συνέχεια στην Ελλάδα, ‘Αρα, τι τους δίνουμε; Την προοπτική ότι δεν πρέπει να φοβούνται καθόλου το country risk, ότι δεν πρέπει να φοβούνται καθόλου τις εκλογικές αναμετρήσεις, ή τις κυβερνητικές αλλαγές και ότι τις συμφωνίες που κάνει το ελληνικό κράτος τις τηρεί, ασχέτως κυβερνήσεως».
«Ήρθε η ώρα, να γυρίσουμε σελίδα, να ξεχάσουμε αυτά που μας έφεραν στη χρεοκοπία, να δουλέψουμε όλοι μαζί – φυσικά κυβέρνηση και αντιπολίτευση με τις πολιτικές μας διαφορές, αναμφίβολα, αλλά επί πραγματικών, όχι επί φανταστικών- και να φτιάξουμε όλοι μαζί την Ελλάδα που ονειρευόμαστε για το καλό των παιδιών μας, των εγγονών μας , για το καλό του ελληνικού λαού, για το λαμπρό μέλλον που μας αξίζει και που θα έρθει εάν δουλέψουμε όλοι σκληρά» πρόσθεσε ο υπουργός.