Το υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο καταδικάζει έντονα την ενέργεια, διαμηνύει επίσης τη σταθερή θέση του ότι «προκλήσεις έναντι της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας και, εν τέλει, έναντι των ελληνοαλβανικών σχέσεων, θα πρέπει να τυγχάνουν άμεσης διερεύνησης και διαλεύκανσης, με απόδοση των δραστών στην δικαιοσύνη» υπογραμμίζοντας ότι αναμένει «τις δέουσες ενέργειες της αλβανικής πλευράς, το συντομότερο, προς αποκατάσταση του αισθήματος ασφάλειας της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας».
Τέλος επισημαίνει ότι «το υπουργείο Εξωτερικών και η Ελληνική Πρεσβεία, καθώς και οι Προξενικές μας Αρχές στην Αλβανία, παρακολουθούν στενά την υπόθεση».
Ποιος ήταν ο Θύμιος Λιώλης
Ο Θύμιος Λιώλης γεννήθηκε στην Κρανιά του Δελβίνου το 1880. Το 1904 ο επίσης θρυλικός αρχηγός της Χειμάρρας Σπυρομίλιος τον έστειλε στη Μακεδονία υπό τας διαταγάς του ωσαύτως θρυλικού Ηπειρώτη αρχηγού Παύλου Μελά, όπου επολέμησε γενναία.
‘Υστερα, γύρισε στην πατρίδα του και οργάνωσε ανταρτικό σώμα δικό του, το οποίο συνειργάσθη το 1912 με τον αείμνηστο Αργυροκαστρίτη Οπλαρχηγό Ι. Πουτέτση.
Μετά τον φόνο του Πουτέτση στην «Τσούκα» της Επαρχίας Δελβίνου, ο Θύμιος συνέχισε τους αγώνας του πολεμώντας και τους Τούρκους και τα άτακτα στίφη των αλβανικών συμμοριών, που εμφανίσθηκαν τότε με την κήρυξιν του πολέμου, για να τρομοκρατήσουν τον ελληνικό πληθυσμό και ιδρύσουν την Αλβανία.
Το 1914 με την κήρυξη της Επαναστάσεως του Βορειοηπειρωτικού λαού εναντίον των ισχυρών της Γής για την άδικη απόφασή τους, ο καπετάν Θύμιος από τους πρώτους προσεχώρησε σ’ αυτήν. Πολέμησε γενναία σε όλες τις μάχες, προκαλέσας τον θαυμασμόν δια την τόλμην του, την ευκινησίαν του και την καταπληκτικήν σκοπευτικήν του ικανότητα.
Μετέπειτα όταν η Βόρειος Ήπειρος επεδικάσθη εις τους Αλβανούς, ο καπετάν Θύμιος σε όλους τους αγώνας του εκεί Ελληνισμού έδινε το παρόν. Το 1934 κατά την απεργία των κατοίκων δια τα σχολεία ο Θύμιος με τους άλλους ηγέτας του εκεί Ελληνισμού εξωρίσθη. Και κατά τον πόλεμο του 1940 ο Θύμιος Λιώλης πρώτος στον αγώνα.
Το 1941 ήρθε στην Αθήνα ως πρόσφυγας. Μα οι Αλβανοί που αποτελούσαν τη θλιβερή συνοδεία των Ιταλών, τον συνέλαβαν, τον μετέφεραν στα Τίρανα και τον κατεδίκασαν διότι κατά τον πόλεμο βοήθησε τον ελληνικό στρατό. Τον άφισαν αργότερα, αλλά ο καπετάν Θύμιος δεν ησύχασε. Ωργάνωσε σώμα από 500 περίπου Βουρκάρηδες και πολεμούσε κατά των Γερμανών, Ιταλών και Αλβανών.
Οι Αλβανοί όμως δεξιοί και αριστεροί τον κυνήγησαν και το 1944 κατέφυγε με λίγα παλληκάρια στις ομάδες του Ζέρβα. ‘Ηρθε στην Αθήνα ζώντας πάντοτε με τον καυμό πώς θα ξαναγυρίση πίσω στον τόπο του, αλλά πέθανε στις 16 Ιουνίου του 1961, σε ηλικία 82 ετών, πικραμένος που δεν πραγματοποιήθηκε ο πόθος του.