«Η Κυβέρνηση», είπε ο κ. Μητσοτάκης «δεν σας θεωρεί εκλογικούς πελάτες. Κατά συνέπεια θεωρεί ότι μπορεί να σας ξεζουμίζει και να εισπράττει από εσάς πολύ περισσότερα από αυτά τα οποία μπορείτε να δώσετε. Έχω μια τακτική επαφή με τους επαγγελματικούς εκπροσώπους των διαφόρων επαγγελμάτων. Το μήνυμα το οποίο εισπράττω απ’ όλους είναι συστηματικά το ίδιο: Δεν αντέχουμε άλλο. Αισθανόμαστε ότι δουλεύουμε και το πρόσθετο όφελος από την εργασία μας πηγαίνει τελικά σχεδόν όλο στο Κράτος».
«Εγώ δεν φαντάζομαι μια κοινωνία στην οποία δεν δίνεται κίνητρο για πραγματική εργασία», ξεκαθάρισε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και συνέχισε: «Θέλω να δουλεύετε και όσο δουλεύετε περισσότερο να κερδίζετε περισσότερο. Βεβαίως, να συνεισφέρετε στο Κράτος σε φόρους και σε εργοδοτικές εισφορές. Αλλά αυτό το συνολικό πακέτο να μην είναι ένα πακέτο, το οποίο τελικά είναι εξοντωτικό και ασφυκτικό για εσάς και για τις οικογένειές σας. Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να προχωρήσει πολύ».
Αναφερόμενος στις προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε: «Έχουμε δεσμευθεί ότι θα εξετάσουμε πρώτα το πακέτο της φορολογικής επιβάρυνσης. Διότι βλέπουμε τη συνολική σας επιβάρυνση ως ένα άθροισμα φόρων και εισφορών και έχουμε δεσμευθεί ότι θα μειώσουμε τον εισαγωγικό φορολογικό συντελεστή από το 22% – ενδεχομένως να πάει στο 20% με το τέταρτο μνημόνιο – στο 9%. Έτσι ώστε να υπάρχει ένα σημαντικό όφελος για όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι σήμερα δηλώνουν εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ. Αυτό σε συνδυασμό και με μια σταδιακή κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, μπορεί να έχει ένα συνολικό όφελος για τον ελεύθερο επαγγελματία, ο οποίος δηλώνει 10.000 ευρώ εισόδημα, γύρω στα 1.600 ευρώ. Να αντισταθμίσει δηλαδή σε ένα μεγάλο βαθμό την πρόσθετη επιβάρυνση, η οποία υπάρχει από την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, των ασφαλιστικών εισφορών. Και θα υπάρχει – όπως γνωρίζετε – και με το τέταρτο μνημόνιο επιπρόσθετη αύξηση, πέρα από αυτά τα οποία ήδη πληρώνετε. Αυτήν την αύξηση την εκτιμούμε περίπου στα 900 ευρώ ετησίως, για κάποιον ο οποίος κερδίζει 1.000 ευρώ το μήνα».
Διευκρίνισε ότι «θέλω να είμαι απολύτως ειλικρινής μαζί σας. Αυτήν τη στιγμή δεν μπορώ να σας πω ακόμα κάτι συγκεκριμένο για το ζήτημα των ασφαλιστικών εισφορών. Το ασφαλιστικό πρόβλημα της χώρας πρέπει να αντιμετωπιστεί συνολικά. Δεν μπορούμε να κάνουμε μια επιμέρους ρύθμιση για τους ελεύθερους επαγγελματίες, χωρίς να βλέπουμε το πλαίσιο των εισφορών και για τις υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις. Ένα, όμως, είναι βέβαιο. Ένα ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο μονίμως στηρίζεται σε αυξημένες εισφορές και το οποίο δεν αντιμετωπίζει την γενεσιουργό αιτία του προβλήματος, που δεν είναι άλλη από τη σχέση εργαζομένου προς ασφαλισμένους, είναι ένα σύστημα, το οποίο τελικά δεν είναι διατηρήσιμο. Εάν η χώρα δεν επιστρέψει σε μια τολμηρή και γενναία ανάπτυξη, εάν δεν δημιουργήσουμε πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα και οι θέσεις απασχόλησης αυτές να συνεισφέρουν στα ασφαλιστικά ταμεία, τότε πολύ φοβάμαι ότι καμία παρέμβαση στο ασφαλιστικό σύστημα, όπως αυτή που δρομολογείται από την σημερινή Κυβέρνηση, δεν μπορεί να έχει αποτέλεσμα. Ξέρουμε ότι αύξηση των εργοδοτικών εισφορών οδηγεί αναπόφευκτα στην εισφοροδιαφυγή. Το βλέπουμε ήδη. Ακόμα δεν έχουμε τα τελικά οικονομικά αποτελέσματα, από τη λειτουργία του ΕΦΚΑ, αλλά δεν έχω καμία αμφιβολία ότι όταν ζητάμε από τους πολίτες και ειδικά από τους ελεύθερους επαγγελματίες να πληρώνουν περισσότερα από αυτά που μπορούν, κάποιοι είτε θα εισφοροδιαφεύγουν, είτε κάποιοι άλλοι δεν θα πληρώνουν με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι υποχρεώσεις των πολιτών προς το Κράτος. Αυτό λοιπόν συνολικά είναι μια άσκηση, η οποία δεν είναι βιώσιμη».
«Βρισκόμαστε απέναντι σε μια πραγματικότητα, η οποία έχει ένα τίτλο: Τέταρτο μνημόνιο. Ένα μνημόνιο, το οποίο θα ψηφιστεί στη Βουλή από τον κ. Τσίπρα και τον κ. Καμμένο. Ένα μνημόνιο, το οποίο φέρνει πρόσθετα μέτρα, χωρίς πρόσθετη χρηματοδότηση για τη χώρα»,υπογράμμισε ο κ. Μητσοτάκης.
Φιντάν για ελληνοτουρκικά: Προτιμάμε συζήτηση - «πακέτο» για όλα τα θέματα και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας
«Είναι πρωτοφανές», σημείωσε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας «το γεγονός ότι η χώρα σήμερα δεσμεύετε σε μέτρα για μετά το 2018, χωρίς να υπάρχει καμία πρόσθετη εξασφάλιση χρηματοδότησης. Η Κυβέρνηση παραβίασε όλες τις κόκκινες γραμμές της. Τα έδωσε όλα και τελικά δεν πήρε τίποτα. Αλλά το σημαντικότερο με αυτό το οποίο θα ψηφιστεί την Πέμπτη, είναι ότι η Κυβέρνηση, τελικά, θίγει τους πιο αδύναμους Έλληνες. Οι πιο αδύναμοι θίγονται τελικά από τη μείωση του αφορολόγητου και οι πιο αδύναμοι είναι αυτοί οι οποίοι θίγονται από τη μείωση των συντάξεων. Μια μείωση των συντάξεων την οποία σας θυμίζω ότι η Κυβέρνηση – όπως και τη μείωση του αφορολόγητου – την είχε συνολικά αποκλείσει».
Δεσμεύτηκε ότι η Νέα Δημοκρατία θα βρεθεί απέναντι «σε αυτήν την πολιτική. Λέμε, ξεκάθαρα, ότι η χώρα χρειάζεται ένα διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής. Εμείς έχουμε δεσμευθεί ότι μπορούμε να μαζέψουμε περαιτέρω τις δαπάνες του Κράτους. Έχουμε δεσμευθεί, όμως ταυτόχρονα, σε μια τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση, η οποία θα μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές. Με αυτούς τους φορολογικούς συντελεστές που έχουμε σήμερα, ανάπτυξη στη χώρα, δεν πρόκειται να υπάρξει. Και όσο δεν υπάρχει ανάπτυξη τόσο θα είμαστε εγκλωβισμένοι σε ένα φαύλο κύκλο πρόσθετων μέτρων, πρόσθετης λιτότητας, που τελικά δεν οδηγεί πουθενά. Εμείς δεν έχουμε καμία δυσκολία να μιλήσουμε για τολμηρές μεταρρυθμίσεις. Και αυτό το τολμηρό μεταρρυθμιστικό σχέδιο το οποίο θα προτάξουμε, που θα πηγαίνει πέρα και πάνω από το μνημόνιο. Θα είναι το σχέδιο εκείνο με το οποίο θα πείσουμε τους πιστωτές της χώρας, ότι μπορούμε, τελικά, να διεκδικήσουμε και αξίζουμε να διεκδικήσουμε μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα… Διότι όσο η χώρα είναι εγκλωβισμένη σε πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% για πολλά χρόνια, τόσο θα αναγκαζόμαστε να παίρνουμε πρόσθετα μέτρα λιτότητας, τα οποία δεν θα επιτρέπουν τελικά στην οικονομία να ανασάνει».
«Η χώρα μας δεν αξίζει την Κυβέρνηση, την οποία έχει σήμερα», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης και συμπλήρωσε: «Αξίζει μια πολύ καλύτερη Κυβέρνηση. Αξίζει μια Κυβέρνηση, η οποία δεν θα διχάζει την κοινωνία για να εξασφαλίσει προνομιακή πρόσβαση σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες. Αξίζει μια Κυβέρνηση, η οποία θα ενώσει και πάλι την Ελλάδα, η οποία θα μπορέσει να πάει την Ελλάδα μπροστά, και η οποία θα μπορέσει να φέρει και πάλι στα χαμόγελα των Ελλήνων το χαμόγελο και την αυτοπεποίθηση και την αισιοδοξία».