Στο μήνυμα του, κατά την έναρξη των εργασιών του συμποσίου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αφού αναφέρθηκε στην λαμπρά ιστορία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, τόνισε: «Σε ουδένα αντικαθίσταται ο εν Χάλκη βίος και πολιτεία». Γι’ αυτό είπε από την αρχή της Πατριαρχίας του, πριν από 25 χρόνια, έθεσε ως προτεραιότητα την επαναλειτουργία της Σχολής. « Διακηρύξαμε παντού το δίκαιο του αιτήματος μας, λαμβάνοντας πλείστα μηνύματα και δείγματα αναγνωρίσεως του δικαίου μας, αλλά και πλείστας απογοητεύσεις από υποσχέσεις, που μέχρι τώρα δεν εκπληρώθηκαν», υπογράμμισε ο κ. Βαρθολομαίος. Ο ηγούμενος Χρυσορρογιατίσσης, Διονύσιος, απόφοιτος της Χάλκης σε επιστολή του προς τον κ. Βαρθολομαίο ,τον περασμένο Φεβρουάριο, έγραφε ότι σκοπός του συνεδρίου « είναι η παρουσίαση και ο δίκαιος έπαινος του έργου και της αποστολής που επετέλεσε η τροφός Ιερά Θεολογική Σχολή Χάλκης, κατ’ επέκταση δε η μαρτυρία της ορθόδοξης θεολογίας στον σύγχρονο κόσμο».Επίσης, πρόσθετε : «Ως απόφοιτος της Ιεράς Θεολογικής Σχολής Χάλκης σεμνύνομαι για τη βιωματική Θεολογία, που η Σχολή προσέφερε στους φοιτητές της• Θεολογία έλλογης πράξης και έμπρακτου λόγου. Ως εκ τούτου προσεύχομαι να ευωδοθούν οι προσπάθειές Σας για επαναλειτουργία της»
Για το συμπόσιο ήλθαν από την Πόλη ο Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος , Αθανάσιος, απόφοιτος της Σχολής της Χάλκης , και ο ηγούμενος της Μονής της Αγίας Τριάδας Χάλκης, εντός της οποίας είναι η Σχολή , Μητροπολίτης Προύσης Ελπιδοφόρος, αναπληρωτής καθηγητής στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Χαιρετισμό στο συνέδριο απηύθυναν ο ηγούμενος Διονύσιος και ο διευθυντής του Ιδρύματος «Αναστάσιος Γ Λεβέντης», Χαράλαμπος Μπακιρτζής. Το Ίδρυμα είναι ο οικονομικός χορηγός του συμποσίου.
Η οργάνωση του συμποσίου είναι πρωτοβουλία του ηγουμένου της Μονής Χρυσορρογιατίσσης, αρχιμανδρίτη Διονυσίου, ο οποίος διακρίνεται ως κληρικός για το εκκλησιαστικό και μοναστικό ήθος του, το οποίο εν πολλοίς διαμόρφωσε στην «τροφό» Σχολή της Χάλκης , στο Φανάρι και σε άλλους ναούς της Πόλης, όπου υπηρετούσε ως διάκονος.
Αυτό είναι το Bagger 293, η μεγαλύτερη κινούμενη κατασκευή στην ξηρά
Ομιλητές στο συμπόσιο είναι διακεκριμένοι απόφοιτοι της Χάλκης, οι οποίοι διετέλεσαν καθηγητές Πανεπιστημίων, ο Μητροπολίτης Πάφου Γεώργιος και Κύπριοι καθηγητές- ερευνητές. Σημαντική η παρουσία του Κύπριου θεολόγου και αποφοίτου της Χάλκης , Χαράλαμπου Χατζηχαραλάμπους , ο οποίος σήμερα θα συντονίσει μία από τις συζητήσεις του συμποσίου. Ο ηγούμενος Διονύσιος και ο κ. Χατζηχαραλάμπους είναι από τους μόνους σήμερα Κύπριους επιζώντες αποφοίτους της Χάλκης.
Η Θεολογική Σχολή Χάλκης, πριν κλείσει από τις τούρκικες αρχές το 1971, ήταν η κύρια θεολογική σχολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Την ιδέα για την Σχολή είχε ο Πατριάρχης Φώτιος Α΄ (858-861 και 878-886). Το 1844, ο Πατριάρχης Γερμανός Δ΄ κατά την πρώτη του πατριαρχεία (1842-1845), ίδρυσε το 1843 θεολογική Σχολή στις εγκαταστάσεις της μονής της Αγίας Τριάδας, την οποία και εγκαινίασε το αμέσως επόμενο έτος στις 13 Σεπτεμβρίου 1844. Όλα τα κτήρια εκτός από ένα παρεκκλήσι καταστράφηκαν στο μεγάλο σεισμό που συνέβη στη Κωνσταντινούπολη στις 28 Ιουνίου του 1894 με συνέπεια να διακοπεί η λειτουργία της. Μετά από εκτεταμένες επισκευές και αναστηλώσεις από τον αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη, διάρκειας 17 μηνών, η σχολή με νέο πλέον κτίριο εγκαινιάστηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1896. Σημαντική ανακαίνιση έγινε στη δεκαετία του ’50.
Πολλοί Ορθόδοξοι θεολόγοι, ιερείς, επίσκοποι και πατριάρχες φοίτησαν στην Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, συμπεριλαμβανομένου και του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Οι φοιτητές στη Χάλκη περιλάμβαναν όχι μόνο γηγενείς Έλληνες, αλλά και Ορθόδοξους Χριστιανούς από όλο τον κόσμο, προσδίδοντας στη σχολή έναν διεθνή χαρακτήρα. Επίσης, πολλοί πατριάρχες, επίσκοποι και πρώην δάσκαλοι έχουν ταφεί σε ειδική περιοχή του κήπου.
Οι εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν τον ναό της Αγίας Τριάδoς, κοιτώνες, αναρρωτήριο, γραφεία, και την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, στην οποία υπάρχει σημαντική ιστορική συλλογή βιβλίων, περιοδικών και χειρογράφων. Το 1971 η σχολή έκλεισε εξαιτίας ενός τουρκικού νόμου που απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Το 1998 η επιτροπή ιδιοκτητών της σχολής διατάχθηκε να διαλυθεί, αλλά διεθνής κριτική έπεισε την Άγκυρα να ακυρώσει τη διαταγή.