Ο κ. Χατζηδάκης επανέλαβε ότι αποδέχεται την πρόταση της αντιπολίτευσης να γίνει συνεδρίαση της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής για το θέμα της αποεπένδυσης, παρουσία εκπροσώπων του ΤΧΣ και της Τράπεζας της Ελλάδος. Επανέλαβε επίσης τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί κατ’ επανάληψη στη Βουλή σύμφωνα με τα οποία το Δημόσιο έχει όχι μόνο λογιστικό αλλά και, κυρίως, γενικότερο όφελος από την αποεπένδυση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, για τη διάσωση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, το Ελληνικό Δημόσιο- μέσω του ΤΧΣ- έχει καταβάλλει συνολικά 30,9 δισ. ευρώ ενώ το όφελος που είχε είναι:
• 28,2 δισ. από το κούρεμα ομολόγων (πρόγραμμα PSI) που κατείχαν οι 4 συστημικές τράπεζες.
• 3,8 δισ. ευρώ από την εξαγορά των μετατρέψιμων ομολογιών (CoCos).
• 1,5 δισ. από τις αποεπενδύσεις που έγιναν μέχρι σήμερα χωρίς να έχει ολοκληρωθεί ακόμη το πρόγραμμα.
Το γενικό σύνολο είναι 33,5 δισ. ευρώ, δηλαδή το όφελος του Δημοσίου σε σχέση με τα 30,9 δις. που έδωσε για την ανακεφαλαιοποίηση είναι 2,6 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα μερίσματα 2013-2023, ύψους 5,5 δισ. ευρώ που κατέβαλλε η Τράπεζα της Ελλάδας στο Δημόσιο, κυρίως λόγω της παροχής έκτακτης ενίσχυσης ρευστότητας προς το τραπεζικό σύστημα μέσω του ELA.
Επιπλέον με τη διάσωση των συστηματικών τραπεζών διασώθηκαν οι καταθέσεις των Ελλήνων πολιτών, που ήταν περίπου δεκαπλάσιες από το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης και προστατεύθηκαν επιχειρήσεις και νοικοκυριά από την κατάρρευση.
Ο κ. Χατζηδάκης τόνισε πως τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα της αποεπένδυσης σε Eurobank, Alpha και Εθνική Τράπεζα αποδεικνύουν την ορθότητα των επιλογών της κυβέρνησης ενώ παρουσίασε τέσσερις λόγους για τους οποίους πρέπει να πρέπει να συνεχιστεί σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα:
Πρώτον, η συγκυρία μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης είναι ευνοϊκή.
Δεύτερον, με αυτόν τον τρόπο επισπεύδεται η επιστροφή του τραπεζικού συστήματος στην κανονικότητα.
Τρίτον, γιατί η ίδια η διαδικασία της αποεπένδυσης επιδρά θετικά στο τραπεζικό σύστημα και στην οικονομία, λειτουργώντας αναπτυξιακά.
Τέταρτον, διότι με δεδομένους τους αυξημένους γεωπολιτικούς κινδύνους και τη διεθνή ρευστότητα, η αγνόηση της παρούσας θετικής συγκυρίας θα ήταν μια αδικαιολόγητη επιπολαιότητα.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει να μην εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες αλλά να μείνουμε με τα χέρια σταυρωμένα, αμήχανοι και σαστισμένοι επί 1,5 χρόνο για να έλθει το τέλος του 2025 οπότε και με το νόμο που ίσχυε επί ΣΥΡΙΖΑ λήγει η λειτουργία του ΤΧΣ. Και τότε να κινηθούμε βιαστικά. Αυτό δεν είναι οικονομική πολιτική, είναι κομπογιαννίτικη προσέγγιση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης. «Και η κριτική έρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ που με τις ακροβασίες του 2015 οδήγησε σε φυγή δισεκατομμυρίων, έκλεισε τις τράπεζες, οδήγησε σε μια αχρείαστη ανακεφαλαιοποίηση και προκάλεσε την κατάρρευση της αξίας της συμμετοχής του ΤΧΣ στις τέσσερις συστημικές τράπεζες στα 2,4 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2015. Δηλαδή μειώθηκε κατά 18 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2014. Αποτελεί πολιτικό θράσος να ελέγχετε τη σημερινή κυβέρνηση που επιχειρεί να ανατάξει το ζήτημα και το πετυχαίνει κάθε μέρα περισσότερο».