Γεννημένος τον Φεβρουάριο του 1986 ο Μάο Γιν απήχθη όταν ήταν 2,5 ετών στην Σιάν.
Η απαγωγή σημειώθηκε όταν κατά την επιστροφή τους στο σπίτι από το νηπιαγωγείο ο μικρός ζήτησε από τον πατέρα του νερό και έτσι σταμάτησαν στην είσοδο ενός ξενοδοχείου. Ο πατέρας έστρεψε για λίγο το βλέμμα του αλλού και κάποιος πρόλαβε και άρπαξε τον μικρό.
Κατά τα επόμενα χρόνια η αστυνομία τον αναζητούσε και πραγματοποιούσε έρευνες σε περισσότερες από δέκα επαρχίες.
Στο τέλος Απριλίου η αστυνομία της Σιάν έλαβε πληροφορίες ότι ένα άτεκνο ζευγάρι από την επαρχία Σιτσουάν της νοτιοδυτικής Κίνας είχε υιοθετήσει ένα παιδί από την Σιάν πριν από χρόνια πληρώνοντας 767 ευρώ σε σημερινά χρήματα.
Ο 34χρονος σήμερα Μάο Γιν, ο οποίος στο μεταξύ μετονομάστηκε σε Γκου Νινγκνίνγκ, έχει σήμερα μια επιχείρηση με διακοσμητικά αντικείμενα.
Ντόναλντ Τραμπ: Αυτή είναι η νέα κυβέρνηση - Πρόσωπα... φωτιά σε θέσεις κλειδιά
Η οικογένεια ξεκίνησε την αναζήτηση στην Σιάν τοποθετώντας παντού αφίσες. Η μητέρα του παραιτήθηκε από την δουλειά της για να αφοσιωθεί στην αναζήτηση του γιου της και μοίρασε ματαίως περίπου 100.000 φυλλάδια με την φωτογραφία του σε δέκα επαρχίες.
Στη διάρκεια των χρόνων εμφανίστηκε σε πολλές εκπομπές της κινεζικής τηλεόρασης αναζητώντας βοήθεια αλλά και πάλι μάταια.
Μέχρι που μια σειρά από έρευνες της αστυνομίας οδήγησαν στα ίχνη ενός άνδρα ονόματι Γκου από την Σιτσουάν, ο οποίος έμοιαζε στον αγνοούμενο Μάο και η εξέταση DNA απέδειξε ότι επρόκειτο για το ίδιο πρόσωπο.
Οι απαγωγές και η διακίνηση βρεφών είναι ένα μακροχρόνιο πρόβλημα στην Κίνα.
Δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία, όμως στην ιστοσελίδα της οργάνωσης Baby Come Back Home υπάρχουν 14.893 αναρτήσεις για αγνοούμενα αγόρια και 7.411 για αγνοούμενα κορίτσια.
Το 2015 είχε γίνει η εκτίμηση ότι 20.000 παιδιά πέφτουν κάθε χρόνο θύματα απαγωγής στην Κίνα.
Το 2009 το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας της χώρας εγκαινίασε μια βάση δεδομένων DNA, η οποία έχει έκτοτε βοηθήσει στην ανεύρεση περισσότερων από 6.000 αγνοούμενων παιδιών.
Και τον Μάιο του 2016 το υπουργείο εγκαινίασε ένα σύστημα, το «Reunion» (Επανένωση), χάρις στο οποίο μέχρι τον Ιούνιο του 2019 είχαν επανενωθεί με τις οικογένειές τους περισσότερα από 4.000 παιδιά.