Επρόκειτο λοιπόν να ακολουθήσει μια τραγική στιγμή, η στιγμή της δολοφονίας του 20χρονου φοιτητή από την τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη» η οποία χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη όλων των Ελλήνων.
Το EleftherosTypos.gr , με αφορμή τη συμπλήρωση 32 χρόνων από το λυπηρό αυτό συμβάν, θυμάται καρέ καρέ τι συνέβη εκείνο το αποτρόπαιο μεσημέρι.
Το χρονικό
Ο τότε υπουργός Οικονομίας, Γιάννης Παλαιοκρασσάς, επιβιβάζεται στη θωρακισμένη Mercedes και φεύγει από το υπουργείο, όταν στη διασταύρωση με την οδό Βουλής -πίσω από το κτίριο του παλιού κοινοβουλίου, το βαρύ όχημα παίρνει την κλειστή στροφή. Ένας εκκωφαντικός δυνατός θόρυβος διακόπτει τη μεσημεριανή ηρεμία και άξαφνα η συμβολή των δύο δρόμων πλημμυρίζει από σκόνη και φωτιές. Ακούγονται ουρλιαχτά, κλάματα και ο υπουργός, οι συνοδοί του και οι διερχόμενοι προσπαθούν για μερικά δευτερόλεπτα να καταλάβουν τι έχει συμβεί.
Στην απέναντια γωνία, πεσμένος μέσα σε μια λίμνη αίματος, ακίνητος, βρίσκεται ένας νεαρός. Ο Θάνος Αξαρλιάν είχε την τρομερή ατυχία να περνάει εκείνη την ώρα από το σημείο και βρίσκεται ξαφνικά βαριά χτυπημένος από θραύσματα ρουκέτας. Μέσα σε λίγα λεπτά ακούγονται σειρήνες περιπολικών, ασθενοφόρων και πυροσβεστικών να «σχίζουν» τον αέρα αλλά είναι ήδη αργά· ο άτυχος νεαρός έχει ήδη αφήσει την τελευταία του πνοή.
Λίγες ώρες αργότερα, άγνωστος τηλεφώνησε στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» και ανέλαβε την ευθύνη εκ μέρους της «17 Νοέμβρη», ενώ παράλληλα εξέφρασε την λύπη του για τον θάνατο του 20χρονου Θάνου Αξαρλιάν, χαρακτηρίζοντάς τον… «παράπλευρη απώλεια». Το Πανελλήνιο πενθεί συγκλονισμένο.
Η συγγνώμη του Δημήτρη Κουφοντίνα
Εκείνη την περιόδο, ουδείς γνώριζε ποιος ήταν αυτός ο άνδρας που τηλεφώνησε. Ωστόσο, λίγα χρόνια μετά την εξάρθρωση της «Ε.Ο 17Ν», αποκαλύφθηκε πως ο άνδρας αυτός ήταν ο «Λουκάς», κατά κόσμον, Δημήτρης Κουφοντίνας. Ο ίδιος το αποκαλύπτει αυτό στο βιβλίο που εξέδωσε.
«Εκείνη την εποχή ετοιμάζαμε μια ενέργεια χαμηλής έντασης εναντίον ενός αξιωματούχου του υπουργείου Οικονομικών που ήταν υπεύθυνος για τη τελική διαμόρφωση της φορολογικής πολιτικής της κυβέρνησης. Τότε όμως κατατέθηκε στην οργάνωση μια άλλη πρόταση: Γιατί να μην χτυπηθεί ο ίδιος ο αρχιτέκτονας αυτής της πολιτικής, ο υπουργός Οικονομικών Παλαιοκρασσάς; Θα ήταν μια καίρια ενέργεια, θα ήταν η κορύφωση της δεκαετίας πυκνής δράσης της 17Ν. Η πρόταση εγκρίθηκε ομόφωνα. […]
Παρά το γεγονός πως η πρόταση έγινε δεκτή, το σχέδιο της ενέργειας η εκτόξευση μιας ρουκέτας έξω από το υπουργείο Οικονομικών συνάντησε πολλές επιφυλάξεις. Αντιπροτάθηκε άλλο σημείο, άλλος τόπος, άλλος τρόπος. Η πρόταση επέμεινε: Μέσα στους καύσωνες του Ιουνίου στην οδό Βουλής, όπου θα γινόταν η ενέργεια, μετά τις 3:30 το απόγευμα ήταν ερημιά»
Γράφει ο Δημήτρης Κουφοντίνας στο βιβλίο του και στη συνέχεια εξηγεί πως για περίπου ένα μήνα τα μέλη «της κεντρικής ομάδας» έκαναν διαδοχικούς ελέγχους στο σημείο για να σιγουρευτούν πως δεν θα υπάρχει κάποιο αθώο θύμα.
Μάλιστα, αναφέρει και το γιατί ματαίωσαν την επίθεση πολλές φορές, κάτι που τέντωσε τα νεύρα όλων, και φτάνει την ημέρα της επίθεσης τονίζοντας πως:
«Ο Παλαιοκρασσάς αποφάσισε να οδηγήσει ο ίδιος το βαρύ, δύσκολο στην οδήγηση αυτοκίνητο. Έτσι, ο άπειρος οδηγός, δεν πήρε ομαλά τη στροφή από Καραγεώργη Σερβίας προς Βουλής, επιπλέον, φοβισμένος από τον όγκο του Μερσεντές, φρέναρε την τελευταία στιγμή. Η ρουκέτα έξυσε το μερσεντές και εξερράγη σύρριζα δίπλα της. Ο Παλαιοκρασσάς απλά τραυματίστηκε, όμως το ωστικό κύμα χτύπησε έναν περαστικό που είχε διεισδύσει στο χρονικό κενό, στο τυφλό σημείο της παρατήρησης. Ένας αθώος άνθρωπος, ένας από τους δικούς μας, για αυτούς που αγωνιζόμασταν να έχουν ένα καλύτερο αύριο, έμεινε δίχως αύριο. Ο πόνος μας μεγάλος, ο δικός μου αβάσταχτος. Τηλεφώνησα αμέσως, εξέφρασα τη λύπη της 17Ν. Μπορεί να είχε ευθύνη η αστυνομία, να μπλόκαρε επί μισή ώρα σχεδόν το ασθενοφόρο. Όμως, την κύρια ευθύνη την είχαμε εμείς. Χρόνια αργότερα στο δικαστήριο ζήτησα συγγνώμη. […] Ήταν ένα τραγικό λάθος. Το μοναδικό λάθος της 17Ν».
Τα υπονοούμενα Τζωρτζάτου και το «σήμερα να τελειώνουμε»
Είναι το 2014, 22 χρόνια μετά το περιστατικό, όταν ο Βασίλης Τζωρτζάτος με επιστολή του στην Ελευθεροτυπία αφήνει σαφή υπονοούμενα κατά του Κουφοντίνα και «ξαναφουντώνει» την κόντρα για τη δολοφονία Αξαρλιάν.
Στην επιστολή του, ο «Σταμάτης» της 17Ν ανέφερε χαρακτηριστικά ότι η επίθεση κατά του τότε υπουργού Οικονομικών στην πλατεία Συντάγματος είχε αποφασισθεί με δύο βασικές προϋποθέσεις. Αυτές ήταν: «Πρώτον, ότι δεν θα υπήρχε κανείς τρίτος μέσα στο αμάξι του υπουργού και, δεύτερον, ότι δεν θα υπήρχαν πεζοί στα πεζοδρόμια της Νίκης προς Καραγιώργη Σερβίας. Την ημέρα που έγινε η ενέργεια παραβιάστηκαν και οι δύο προϋποθέσεις.
Κατά την ίδια τη 17Ν, οι δύο σύντροφοι που παρατηρούσαν απ’ το πατάρι της οδού Νίκης την παρκαρισμένη Μερσεντές μπροστά στο υπουργείο, για να ξεκινήσουν την ενέργεια, δεν είδαν τα δύο κορίτσια που μπήκαν στη Μερσεντές και νόμιζαν ότι μπήκαν στο Audi της Ασφάλειας. Αυτό όμως δεν είναι ακριβές.
Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, η δεύτερη ομάδα των τσιλιαδόρων που βρίσκονταν στον χώρο βεβαίωσε ότι τα κορίτσια δεν μπήκαν αστραπιαία στη Μερσεντές.
«Δεύτερο, όταν οι σύντροφοι κατέβηκαν και βγήκαν στο πεζοδρόμιο της Νίκης απ’ όπου θα πυροδοτούσαν τη ρουκέτα, υπήρχε κόσμος στο απέναντι πεζοδρόμιο, άρα έπρεπε και πάλι να ακυρωθεί. Κι όμως πάτησε το τηλεχειριστήριο. Ο τρίτος σύντροφος που βρίσκονταν στο πεζοδρόμιο από πριν του είπε: «”Γιατί το πάτησες αφού είχε κόσμο που είναι μέσα στα αίματα”. Απάντησε: “Υπάρχουν και παράπλευρες απώλειες”. Τρίτο, λίγο πριν κατέβει ο τέταρτος σύντροφος απ’ το πατάρι, είδε τους δύο που θα αποφασίζανε, να συνεννοούνται με τα μάτια στο στυλ: “Να το πατήσουμε σήμερα, για να τελειώνουμε”. Τέταρτο, αυτός που πάτησε το τηλεχειριστήριο είπε στους υπόλοιπους ότι τον πίεζε η οικογένειά του για να φύγουν για διακοπές»!
Τέλος, στην κατάθεσή του λίγο μετά τη σύλληψή του ο Χριστόδουλος Ξηρός είχε αναφέρει: «Την ημέρα της ενέργειας εγώ με τον “Σταμάτη” (σσ: Βασίλης Τζωρτζάτος) ήμασταν αρχικά πάνω στο κατάστημα μαζί με τους άλλους δύο και κάναμε τις τελευταίες εργασίες εγκατάστασης και ακολούθως μόλις βγήκε ο Παλαιοκρασσάς από το υπουργείο, κατεβήκαμε τρέχοντας και πήγαμε σε προκαθορισμένα σημεία που είχαμε αφήσει τα μηχανάκια.
Ο Σάββας (σ.σ. Ξηρός) και ο “Λουκάς” (σ.σ. Κουφοντίνας) κατεβαίνουν και αυτοί, περνούν απέναντι στο πεζοδρόμιο και ο ένας πυροδοτεί τις ρουκέτες και ο άλλος τον καλύπτει, χωρίς να γνωρίζω ποιος πάτησε το μπουτόν».
Αθάνατος
Σε μήνυμά της η οικογένεια αναφέρει ότι ότι «ο θάνατός του παραμένει πιο επίκαιρος όσο ποτέ. Έμεινε λίγο μαζί μας στην ζωή, αλλά πρόφτασε με την παρουσία του να μας γεμίσει ευγνωμοσύνη. Όσοι τον γνωρίσαμε θα τον συντροφέψουμε ξανά με την εύγλωττη σιωπή μας. Μόνο τα χρόνια φεύγουν, ο Θάνος μένει αθάνατος κοντά μας».